Δύο ταπεινές αναρριχώμενες κυρίες του φυτικού κόσμου με ονόματα προς το αριστοκρατικό, μοιάζουν σε πολλά, ανήκουν όμως σε διαφορετικά είδη.
Τις θυμήθηκα τις γιορτές από τις κόκκινες μπίλιες των καρπών τους, που είναι ίδιος μ’ αυτό του αρκουδοπούρναρου, του «Ου», που φέτος δεν κάρπισε στο βουνό μας, λες και θύμωσε από τις ετήσιες λεηλασίες που δέχεται, με το κόψιμο των κλαδιών της για το στολισμό των σπιτιών.
Σήμερα θα ασχοληθούμε με την πρώτη εξ’ αυτών την Αβρωνία, την Αβρουνία, την Οβριά και με επιστημονική ονομασία Tamus communir. Πολυετές φυτό με κιτρινοπράσινα άνθη που βγαίνουν Μάϊο – Ιούνιο και σχηματίζουν αραιά τσαμπιά, με φύλλα πράσινα, λαμπερά και έντονα νεύρα. Φυτό δίοικο, το συναντάς παντού σε θαμνώδεις και δασώδεις περιοχές σ’ όλη την Ελλάδα. Μοιάζει με αμπέλι, διακλαδιζόμενο χωρίς έλικες. Οι κόκκινες τοξικές ράγες έχουν μια ουσία την διοσγενίνη, ενώ το ρίζωμα του περικλείει πολλούς κρυστάλλους οξαλικού ασβεστίου και μια ουσία που δρα ως ισταμίνη. Το βάμμα της ρίζας του χρησιμοποιείται στην ομοιοπαθητική για θεραπεία του άσθματος μαζί με μέλι.
Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν για θεραπεία διαφόρων γυναικολογικών προβλημάτων και ο Διοσκουρίδης χρησιμοποιούσε τις ρόγες για τις φακίδες του προσώπου και τους τρυφερούς βλαστούς για φαγητό. Της αποδίδουν διουρητικές και καθαρκτικές ιδιότητες για και για νοσήματα του ουροποιητικού συστήματος. Οι Γάλλοι το ονόμαζαν «Herbe aux femmes battues» βότανο για τις δαρμένες γυναίκες, ως κατάπλασμα για τους μώλωπες, με ξεραμένα σε μορφή σκόνης φύλλα και βλαστάρια.
Αποτελεί και σήμερα χορταρικό της μεσογειακής ανατολικής διατροφής θεωρούμενο από πολλούς ως μεγάλη εποχιακή λιχουδιά την οποία έχουν ανακαλύψει από χρόνια οι νησιώτες κρήτες, κερκυραίοι κλπ., οι οποίοι περπατούν χιλιόμετρα για να την συλλέξουν.
Δεν πρέπει να τρώγεται ωμή γιατί βγάζει μια πικράδα που δεν φεύγει εύκολα. Μπορείς ακόμη να την ψήσεις και να την κάνεις σαλάτα λαδολέμονο. Να την κόψεις μικρά κομμάτια και να κάνεις μια ωραία ομελέτα, ακόμα και φρικασέ με αρνάκι γίνεται.
Την Οβριά τη βρίσκεις τώρα την άνοιξη που έρχεται, στην ύπαιθρο αλλά και στους πάγκους της λαϊκής μας αγοράς. Πολλοί πραματευτάδες την παρουσιάζουν και σαν αγριοσπάραγγο με το οποίο έχει κάποια ομοιότητα.
Ένα εξαιρετικό νηστίσιμο πιάτο για την νηστεία που έρχεται είναι το εξής (πρόκειται για γνήσια αυτούσια παραδοσιακή κρητική συνταγή).
Μαζεύουμε ή αγοράζουμε 2 έως 3 ματσάκια οβριές μισό κιλό περίπου, 3 μεγάλα κρεμμύδια, ¾ κούπας λάδι, 2-3 δαφνόφυλλα, αλάτι, πιπέρι, κύμινο, και 2 κουτάλια σούπας ξύδι.
Καθαρίζουμε τις οβριές, τσιγαρίζουμε τα κρεμμύδια με το λάδι όπως στο στιφάδο, βάζουμε και λίγο νερό μέχρι να μαλακώσουν. Ρίχνουμε τις οβριές, τα δαφνόφυλλα, 1 κουτάλι πιπέρι, αλάτι και το κύμινο. Χαμηλώνουμε τη φωτιά μέχρι να μείνει το φαγητό με το λάδι του. Λίγο πριν σβήσουμε, προσθέτουμε το ξύδι. Σερβίρεται ζεστό με φρέσκο ψωμάκι.
«Απ’ την οβριά θα λα διαβώ» λέει και το ξακουστό Σαρακατσάνικο τραγούδι που μάλλον δεν αναφέρεται στο φυτό που περιγράψαμε.