Του Ιωάννη Ιασ. Βελέντζα, Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχανικού
Φίλοι μου, καλή σας μέρα,
αφού πρώτα σας πληκτρολογήσω τις ολόθερμες ευχές μου για καλή και δημιουργική χρονιά, θα περάσω στην επίθεση (βάλτε λίγο φαντασία και δείτε με, παρακαλώ, σαν σέντερ φόρ!) και θα σας “μαλώσω”. Είστε “πονηρούληδες και ατιμούληδες”. Με κοροϊδεύετε που είμαι “ευσωμούλης”, αλλά μόλις έγραψα ένα “αρθράκι” (το προηγούμενο) και έκανα αναφορά σε κοκορέτσια, πίτσες γίγας και κοντοσούβλια, τα λάικ πήραν φωτιά!
Για αυτό στις επόμενες εκλογές (στις οποίες δεν θα ζητήσω την ψήφο σας, σας την έσκασα!), θα δηλώνω στο βιογραφικό μου επαγγελματίας μάγειρας!
Λοιπόν αγαπημένοι μου,
Με το σημερινό κείμενο ξεκινάμε ένα περίπατο που θα συνεχιστεί (με επόμενα) μέχρι να κατανοήσουμε τη σοβαρότητα του προβλήματος που λέγεται τρόικα, εγχώρια και μη. Γιατί δυστυχώς έχουμε αποκτήσει και αρκετούς τροϊκανούς - μοΪκανούς στο εσωτερικό της πατρίδας μας. Φυσικά και αναφέρομαι σε αυτούς που λόγω της δήθεν έλλειψης οργάνωσης και μεθοδικότητας στη ζωή μας, δέχονται να σβήσουν τα πάντα. Έτσι απλά παίρνουνε μία γομολάστιχα (και όχι μπλάνκο καημένε τροϊκανέ!) και διαγράφουνε. Λες και δεν έχουμε συνέχεια. Λες και ξαφνικά φυτρώσαμε από το πουθενά. Δεν έχουμε προγόνους. Δεν έχουμε ιστορία. Δεν έχουμε αγώνες για ελευθερία, δημοκρατία, πολιτισμό.
Έχουμε μόνο προβλήματα, που τη λύση τους την έχουν οι τροϊκανοί! Οι ξένοι, οι φωστήρες, οι μορφωμένοι, οι άνθρωποι του πνεύματος (που ούτε καν υποψιάζονται αυτό που έλεγε ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή «η μόρφωση του μυαλού χωρίς τη μόρφωση της καρδιάς δεν είναι καθόλου μόρφωση»). Αυτοί που εισπράττουν καμιά 300.000 ευρώ το χρόνο για να κουνούν τα δάκτυλά τους στους λαούς.
Τροϊκανέ, αυταπάτες δεν έχω. Γνωρίζω πολύ καλά ότι δεν με χωνεύεις. Δεν με γουστάρεις που είμαι Έλληνας. Εάν ήταν στο χέρι σου (ή και στο πόδι σου) θα με εξαφάνιζες!
Και εγώ όμως, με τη σειρά μου, σου δηλώνω ότι δε σε χωνεύω διότι είσαι άθλιος. Δε σε γουστάρω γιατί εγώ αγαπώ τη ζωή και όχι το θάνατο (είτε το σωματικό είτε τον ψυχικό).
Δε σε πάω ρε αδερφέ γιατί γουστάρω να περπατώ ξυπόλητος, παρά να φοράω πέδιλα με κάλτσες (πλησιάζει ο καιρός που θα ακούσουμε ξανά: στις 25 Ιανουαρίου όλοι στις κάλτσες).
Θα κάνω τροϊκανέ μία τελευταία προσπάθεια, για να με καταλάβεις. Θα “επικοινωνήσω” μαζί σου με βιώματα, με στίχους από τραγούδια, με μαντινάδες και όχι με θεωρίες. Τότε ίσως κατανοήσεις γιατί δεν εκλέξαμε πρόεδρο της Δημοκρατίας και “οδεύουμε” σε εκλογές.
Κακόμοιρε τροϊκανέ, μπορεί να χαίρεσαι για αυτά που βιώνω, αλλά οφείλω να σου υπενθυμίσω ότι η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο.
Σκέψου πως θα αισθάνεσαι σε λίγο καιρό, όταν ο γιος σου θα λέει: “φάδερ θα περάσω το μάθημα του κ. Παπαδόπουλου (τυχαίο το όνομα) για να πάρω πτυχίο”. Ναι ρε τροϊκανέ, γιατί και στη μιζέρια μου πάλι μάγκας είμαι. Τα βλαστάρια μας φεύγουν και έρχονται σε σένα για να σε “ξεστραβώσουν”. Και να είσαι σίγουρος ότι τα παιδιά μας δεν κουβαλούν μαζί τους ούτε εκδικητικότητα, ούτε κακία. Διότι απλά είναι Έλληνες.
Σκέψου πως θα αισθανθείς σε λίγο καιρό, όταν άρρωστος (δεν στο εύχομαι) θα ζητήσεις τη βοήθεια γιατρού και πάλι θα βρεις μπροστά σου έναν Παπαδόπουλο. Και να είσαι και τότε βέβαιος ότι ο Παπαδόπουλος δεν θα σκεφθεί το λόγο που δεν ασκεί την ιατρική στην πατρίδα του.
Τέλος, βάλε λίγη φαντασία και σκέψου να προσπαθείς να εξυπηρετηθείς σε μία δημόσια υπηρεσία και να ακούς τον “θηριώδη” Βελεντζάκο να σου λέει: “στην ουρά σας μίστερ και μην φωνασκείτε!”.
Για την ώρα γελάς εσύ, αλλά και μένα δεν με βλέπεις να κλαίω αφού, όπως τραγουδά ο Ζωιδάκης σε μία μακαρονάδα (συγνώμη μαντινάδα, ήθελα να πω!)
“ο αητός πετά ψηλά μόνο για ένα πράμα,
μην τονε δούνε τ’ άλλα πουλιά,
όταν ξεσπά στο κλάμα”.
Ο πόνος που μου έχεις προκαλέσει είναι τόσο μεγάλος έτσι ώστε
“όταν θα μπω στην εκκλησιά,
ως και οι εικόνες κλαίνε,
και σα με δούνε καλώς τονε,
τον δυστυχή μου λένε”.
Βέβαια για να μετριαστεί η χαρά σου, η μαντινάδα συνεχίζει
“εβίβα πόνε, πάντα γεια,
κέρασε να κεράσω,
βάλε να πιούμε ότι θες,
μετά θα σ’ αγκαλιάσω”.
Φίλε μου τροϊκανέ, για να γνωρίσεις την τρέλα μου καλύτερα, θα σου πω ότι:
ο έλληνας είναι αυτός που βρίζει καθημερινά το Δημόσιο και ταυτόχρονα σκοτώνεται για μια θέση εκεί,
είναι αυτός που βρίσκεται πρώτος στο φανάρι και κορνάρει τον εαυτό του από συνήθεια,
είναι αυτός που τις καλύτερες δίαιτες τις κάνει στο τραπέζι με σουβλάκι και γύρο,
είναι αυτός που την ημέρα του γάμου του τραγουδά Χρηστάκη:
“δε θέλω έλεγχο τι κάνω και που πάω,
τι ώρα εγύρισα εχθές, με ποιες αλήτευα προχθές,
τέτοια σκλαβιά δεν τη μπορώ δεν τη βαστάω,
θα ζήσω ελεύθερο πουλί και όχι κορόιδο στο κλουβί”!
(Συνεχίζεται)