Με αφορμή τη συμπλήρωση 31 χρόνων από την ίδρυση του ψευδοκράτους στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, αλλά και τις συνεχιζόμενες τουρκικές προκλήσεις το τελευταίο διάστημα, υπενθυμίζω, πολύ σύντομα, μερικά ιστορικά γεγονότα που αφορούν τον κυπριακό ελληνισμό και σημάδεψαν την τύχη του.
Όπως όλοι γνωρίζουμε, η τουρκική εισβολή στην Κύπρο που έγινε τον Ιούλιο του 1974 είχε ως αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 37% των εδαφών της από τους Τούρκους, η οποία δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο τουρκοκύπριος πολιτικός, Ραούφ Ντεκτάς, ακολουθώντας την επεκτατική πολιτική της Άγκυρας, επιθυμούσε την ανακήρυξη του βόρειου κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου σε αυτόνομο κρατίδιο με την ονομασία: Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου. Έτσι, εννέα χρόνια αργότερα (15-11-1983) σε επίσημο δείπνο που παρέθεσε στους ψευδο-βουλευτές του ανακοίνωσε την πρόθεσή του αυτή. Η Τ.Δ.Β.Κ. δεν αναγνωρίστηκε διεθνώς από κανένα κράτος εκτός φυσικά από την «μητέρα» Τουρκία από την οποία εξαρτάται πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά. Έκτοτε επικράτησε ο απαξιωτικός χαρακτηρισμός του βόρειου τμήματος της Κύπρου ως «ψευδοκράτος» ή «κατεχόμενα». Η αυθαιρεσία αυτή δεν έγινε δεκτή ούτε από τα Ηνωμένα Έθνη την οποία καταδίκασαν με τα ψηφίσματα 541/1983 και 550/1984.
Η τούρκικη πλευρά υποστηρίζει πως η εισβολή και η ανακήρυξη του ψευδοκράτους έγιναν εξαιτίας των αξιώσεων της ελληνοκυπριακής πλευράς για κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί και για την αποκατάσταση της «τάξης».
Σήμερα, σαράντα χρόνια μετά την εισβολή, οι τουρκικές προκλήσεις συνεχίζονται με σκοπό τη δημιουργία νέων δεδομένων. Απώτερος στόχος των Τούρκων, όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, είναι η διεκδίκηση μέρους των πλουσίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της κυπριακής ΑΟΖ. Οι διαρκείς υποχωρήσεις μας, η πίστη σε επιφανειακές υποσχέσεις, τα ψεύτικα χαμόγελα των αρχηγών του συμβουλίου της ευρωπαϊκής ένωσης και άλλων «φίλων», δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζουν από τις δίκαιες διεκδικήσεις. Οι δικαστικές αποφάσεις από διεθνή και εθνικά δικαστήρια της Ευρώπης και της Αμερικής, επιβεβαιώνουν τη νομιμότητα της κυπριακής δημοκρατίας και της κυβέρνησής της. Οι αποφάσεις αυτές πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να αποτελέσουν τη βάση για οποιαδήποτε μελλοντική λύση του κυπριακού προβλήματος.
Η υπενθύμιση του χρονικού της κυπριακής τραγωδίας αφορά κατά πρώτο λόγο την απόδοση φόρου τιμής στους 5.000 νεκρούς Έλληνες και στους 1619 αγνοούμενους. Κατά δεύτερο, στην επιθυμία των 220.000 προσφύγων να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Κλείνω με την προτροπή για συνεχιζόμενη επαγρύπνηση και διεκδίκηση των δίκαιων αξιώσεων του κυπριακού λαού.