Μέχρι πρότινος λίγα γνωρίζαμε για το μοναστήρι, όπως ήδη λέχτηκε. Οι μνήμες όμως των κατοίκων Ναούσης και περιοχής μιλούν για ονομαστό μοναστήρι και επαληθεύονται από την έρευνα.
Πρώτος ο Παύλος Πυρινός, σε άρθρο του αναφέρεται σε ένα πολύτιμο κειμήλιο σταυρού και στην εγχάρακτη επιγραφή του. Ακολουθεί ο π. Αθ. Βουδούρης, που δημοσιεύει πωλητήριο σπιτιού ιδιοκτησίας του μοναστηριού στη Βέροια και ακολούθως ο π. Πορφύριος, ηγούμενος του μοναστηριού του Τ. Προδρόμου, δημοσιοποιεί πωλητήριο επιταφίου του μοναστηριού της Υπαπαντής στον Βελβεντό.
Οι παραπάνω αναφορές δείχνουν ότι το μοναστήρι της Υπαπαντής πριν τις δυο απανωτές καταστροφές του, μια το 1806 από τους Αλβανούς του Αλή πασά και δεύτερη, μετά την περί το 1812/13 ανακαίνισή του, στο ολοκαύτωμα της πόλης το 1822, ήταν ένα λαμπρό μοναστήρι, φάρος της Ορθοδοξίας.
Πρώτη χρονολογικά γραπτή αναφορά για το μοναστήρι της Υπαπαντής έχουμε από επιγραφή στο πολυτιμότατο εύρημα στο Ναό του Αγ. Αντωνίου, που περιγράφει στο βιβλίο Βεροιώτικα και Ναουσαίικα (2014) ο Παύλος Πυρινός. Η πρώτη δημοσίευση έγινε στην εφημερίδα "ΒΕΡΟΙΑ", 16-4-1977. Από τα δημοσιευόμενα φαίνεται ότι το μοναστήρι της Υπαπαντής, είναι της Ναούσης (είναι της Ναούσης;) και είναι σε ακμή το 1784. Το κειμήλιο ήρθε στην επιφάνεια μετά από εντολή του μακαριστού Μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης Παύλου, να καταγραφούν τα κειμήλια των ναών.
Ιδού πώς περιγράφει ο Παύλος Πυρινός το κειμήλιο:
"Ο σταυρός (11X8 cm) βρίσκεται μέσα σε ασημένια θήκη (βάρους 388 gr) και σκεπάζεται από χρυσοκέντητο πέπλο (βάρους 20,80 gr) στο οποίο εικονίζεται η σταύρωση του Κυρίου. Το υλικό κατασκευής του είναι καθαρό χρυσάφι (20 καρατίων), και φέρει σκαλιστές διακοσμήσεις, ενώ στο μέσο έχει Τιμιόξυλο σε σχήμα σταυρού. Στη μια πλευρά έχει 35 μικρά σμαράγδια και ρουμπίνια ορυκτά (12 πράσινα και 23 κόκκινα). Φαίνεται ότι από την πλευρά αυτή χάθηκε ένα πράσινο σμαράγδι. Στην άλλη πλευρά έχει 34 πολύτιμους λίθους (18 πράσινους και 16 κόκκινους). Από την πλευρά αυτή φαίνεται ότι χάθηκαν 2 κόκκινα ρουμπίνια. Συνολικά ο σταυρός είχε 72 ρουμπίνια και σμαράγδια από τα οποία χάθηκαν μονάχα τρία (3). Η αξία του είναι ανυπολόγιστη. Στην εξωτερική κάτω βάση της θήκης του σταυρού υπάρχει η εξής εγχάρακτη επιγραφή:
"ΟΥΤΟΣ Ο ΠΑΝΣΕΒΑΣΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ Ο ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΤΗΜΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΚ ΜΟΝΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΚΥΡΙΟΥ ΕΝ ΕΤΕΣΙ ΚΕΚΟΣΜΗΤΕ ΕΠΕΙ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΑΝΙΗΛ ΑΞΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΧΙΟΥ | ΔΙΑ ΚΑΛΗΣ ΔΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΤΑΠΗΝΟΥ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΕΙΝΕ ΚΟΠΩ ΤΕ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩ ΔΕ ΕΚ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΠΙ ΤΕΧΝΗΤΟΥ ΔΕ ΚΑΛΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ: 1784 ΠΑΝΙΩΤΟΥ ΤΕ ΥΙΟΥ ΜΑΙΟΥ: 2 | ΕΚ ΠΟΛΕΩΣ ΝΑΟΥΣΗΣ ".
Η επιγραφή είναι πηγή πληροφοριών: Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης είναι ο Δανιήλ εκ Χίου. Ηγούμενος του μοναστηριού είναι ο Μελέτιος. Κατασκευαστής είναι ο καλός Ναουσαίος τεχνίτης κύριος Αναστάσιος, γιος του Παναγιώτη. Συνδρομητές είναι ο Μελέτιος "εν κόπω" και το μοναστήρι της Υπαπαντής "εν εξόδω".
Την ίδια περίοδο στο μοναστήρι του Προδρόμου, που ανήκει στη Έδεσσα, υπηρετεί μοναχός με το όνομα Μελέτιος, ο οποίος είναι μουσικολόγος και δάσκαλος της βυζαντινής μουσικής του επίσης μουσικού και ηγουμένου της μονής του Προδρόμου Κυρίλλου (Ξυνάδας Μανόλης. Ναουσαίοι μελουργοί του β΄ μισού του ΙΗ΄αιώνα, Μελετήματα Ημαθίας τεύχος 1 (2009) 311-349). Το ερώτημα είναι αν μπορεί ο Μελέτιος της Υπαπαντής να είναι το ίδιο πρόσωπο με τον μουσικολόγο μοναχό του Προδρόμου. Θεωρώ πως όχι. Και το δεύτερο ερώτημα, το μοναστήρι της Υπαπαντής, που αναφέρεται στην επιγραφή, είναι της Νάουσας;