Συνέντευξη τύπου για θέματα που αφορούν την εκπαίδευση στη χώρα μας έδωσαν χθες το μεσημέρι οι πρόεδροι της ΕΛΜΕ Ημαθίας και των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού κ.κ. Αλέκος Μόσχος και Δημήτρης Πυρινός αντίστοιχα, παρουσία μελών των Διοικητικών Συμβουλίων Νίκου Μπέκη, Παναγιώτη Χατζησάββα, Θόδωρου Κακαγιάννη, Μιχάλη Γαλουζή, Γιάννη Μελιόπουλου, Ελένης Κόγκα και Σοφίας Απιδοπούλου.
ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ
Τον λόγο πήρε καταρχήν ο κ. Πυρινός ο οποίος μίλησε για τις θέσεις του Συλλόγου των δασκάλων Ημαθίας τονίζοντας τα εξής: «Οι δημόσιες δαπάνες για την παιδεία συνεχώς συρρικνώνονται: 2,75% του ΑΕΠ με συνεχή μείωση τα επόμενα χρόνια, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι πάνω από 5%.
Υπάρχουν ακόμα κενά σε πολλά σχολεία. Δάσκαλοι κάνουν ώρες πέρα του διδακτικού τους ωραρίου. Σχολεία καλούνται να διαχειριστούν την απόλυτη φτώχεια με ελάχιστες επιχορηγήσεις. Υπάρχουν τάξεις όπου ο υψηλός αριθμός μαθητών δυσχεραίνει το εκπαιδευτικό έργο
Τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών και βιβλία είναι κακογραμμένα και ακατάλληλα πλέον και οδηγούν σε αποσπασματική, κατακερματισμένη και υποβαθμισμένη γνώση.
Διαλύονται οι υποστηρικτικές δομές: ολοήμερα σχολεία, βιβλιοθήκες, ενισχυτική και πρόσθετη διδασκαλία, στήριξη των παιδιών με ειδικές ανάγκες. Οι εκπαιδευτικοί έχουν εξοντωθεί εργασιακά και αμείβονται πλέον με μισθούς πείνας».
Αναφερόμενος στο θέμα της αξιολόγησης ο κ. Πυρινός εκτίμησε ότι «η κυβέρνηση με την αξιολόγηση που προωθεί επιδιώκει να αλυσοδέσει τους εκπαιδευτικούς, στοχεύει στη χειραγώγηση, την καλλιέργεια του φόβου της απόλυσης, τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, την κατηγοριοποίηση και το κλείσιμο των σχολείων». Και πρόσθεσε: «Η σχολική κοινότητα βιώνει φέτος το πρωτοφανές πρόβλημα της μεταφοράς μαθητών όπου πολλοί μαθητές αναγκάζονται να μένουν στο σχολείο παραπάνω ώρες με τους δασκάλους να κάνουν και αυτοί υπερωρίες χωρίς να πληρώνονται. Δεν συναινούμε στην διάλυση του δημόσιου σχολείου, στους μηδενικούς διορισμούς εκπαιδευτικών, στην εργασιακή ομηρία των αναπληρωτών και ωρομισθίων συναδέλφων μας, στις νέες περικοπές των μισθών. Δεν συναινούμε στην επιβολή της αξιολόγησης εκπαιδευτικών και σχολείων που θα οδηγήσει στη χειραγώγηση και την εξαθλίωση των εκπαιδευτικών, τη διάλυση της συλλογικότητας και στην κατηγοριοποίηση των σχολείων.» Τέλος τόνισε ότι είναι κάθετα αντίθετοι στο σύνολο του νέου Πειθαρχικού Δικαίου που δημιουργεί συνθήκες φόβου και πειθάρχησης και μαζί με την αξιολόγηση υπονομεύει την αναγκαία παιδαγωγική ελευθερία του εκπαιδευτικού. «Αίτημά μας, να καταργηθεί όλο το πειθαρχικό νομοθετικό πλέγμα που υπονομεύει τη δημοκρατική λειτουργία της εκπαίδευσης. Ζητάμε: Αύξηση των δαπανών για την παιδεία. Διορισμούς μονίμων εκπαιδευτικών για να μην υπάρχουν κενά στα σχολεία. Μείωση όσο το δυνατόν του αριθμού μαθητών στην τάξη. Ουσιαστικές αυξήσεις των αποδοχών των εκπαιδευτικών. Κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου για την αξιολόγηση Μεταφορά όλων των μαθητών από και προς το σχολείο τους».
ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ
Εκ μέρους της ΕΛΜΕ ο κ. Μόσχος αναφέρθηκε καταρχήν σε πρόσφατες συνεντεύξεις τύπου του Υπουργού Παιδείας που αφορούσαν την συνταξιοδότηση εκπαιδευτικών και τις προσλήψεις αναπληρωτών καθώς και το Πειθαρχικό Δίκαιο, στάθηκε όμως ιδιαίτερα στο νέο Λύκειο και την Τράπεζα Θεμάτων που όπως είπε οδήγησε το 20% των μαθητών σε αποτυχία, εκτιμώντας ότι αυτό το ποσοστό ο Υπουργός, για επικοινωνιακούς λόγους, έψαχνε τρόπους να το μειώσει. «Αυτοί οι μπακαλίστικοι τρόποι δεν είναι πολιτική υπουργείου αλλά μπακάλικου, και τελικά φτάσαμε στο ποσοστό του 16%. Η πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης δεν θέλει να αλλάξει ούτε το νέο λύκειο ούτε την τράπεζα θεμάτων. Και μάλιστα φέτος θέλει να βάλει 3.000 θέματα στην τράπεζα, ανά μάθημα. Φανταστείτε ότι πέρσι στα 600 θέματα είχαμε αποτυχία 20%, φέτος πόσο θα έχουμε; Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι έχουμε ένα σχολείο, το οποίο οδηγεί έναν μεγάλο αριθμό μαθητών στις σχολές κατάρτισης του ιδιωτικού προφανώς τομέα». Επίσης ο πρόεδρος της ΕΛΜΕ έκανε λόγο για μείωση δαπανών στα σχολεία, ελλείψεις καθηγητών και κενά στα Γυμνάσια και Λύκεια του Νομού τα οποία προσπαθεί το Υπουργείο να καλύψει με «αλχημείες». Και πρόσθεσε: «Πέρσι κόπτονταν για λειτουργία προγραμμάτων και πρακτικών εφαρμογών (π.χ. σε Φυσική, Χημεία) και φέτος το Υπουργείο δεν μπορεί να τα υποστηρίξει. Υπάρχουν και καταγγελίες ότι δεν εφαρμόζεται η ισχύουσα νομοθεσία σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών για να «γλιτώσουν» μισό καθηγητή. Σε πολλά σχολεία η έλλειψη καθηγητών συνοδεύεται με απασχόληση των ήδη υπαρχόντων διδασκόντων στο συγκεκριμένα τμήμα για να συμπληρωθεί το επτάωρο.»
Επίσης ο κ. Μόσχος μίλησε για ελλείψεις βιβλίων τα οποία περιλαμβάνουν μαθήματα που εξετάζονται στην τράπεζα θεμάτων, ακάλυπτες υποστηρικτικές δομές, «βασανισμένη ειδική αγωγή», τεράστια γραφειοκρατία στα σχολεία, ενώ για τις μετακινήσεις των μαθητών εκτίμησε ότι η υπάρχουσα ΚΥΑ προκάλεσε πολλά προβλήματα και ακόμη δεν έχει λήξει παρά τις συμφωνίες μεταξύ Περιφερειάρχη και λεωφορειούχων. Οσον αφορά την αξιολόγηση ανέφερε τα εξής: «Εφτιαξαν ένα νομοσχέδιο με πολλά κριτήρια από τα οποία δεν υπάρχει περίπτωση να αξιολογηθεί κάποιος αντικειμενικά. Κάποιοι θα κριθούν ανεπαρκείς. Κανείς δεν εγγυάται την αντικειμενικότητα. Πρέπει να δει όμως κάποιος τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στα σχολεία, απ’ όπου έχει χαθεί το χαμόγελο. Ουσιαστικά οι εκπαιδευτικοί «αγοράζουν» τίτλους για να μην χαρακτηριστούν ανεπαρκείς. Ή θα μιλήσουμε σοβαρά για μια επιμόρφωση εκπαιδευτικών ή θα κάνουμε εμπόριο. Η ιστορία της αξιολόγησης δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να δημιουργεί ένα πιο ταξικό σχολείο μεταξύ προνομιούχων και μη προνομιούχων».
Οσο για το ειδικό μισθολόγιο ο κ. Μόσχος τόνισε ότι οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν αυταπάτες και ούτε περιμένουν να βγει αληθινή η Κυβέρνηση. Ο μέσος μισθός δεν υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ ενώ διαδίδεται ότι με την αξιολόγηση θα ανέβει μισθολογικά ο κλάδος. «Αυτό ωστόσο – πρόσθεσε ο κ. Μόσχος – δεν μπορεί να είναι εφικτό αφού μέχρι το τέλος του 2016 δεν πρόκειται να γίνει καμία αύξηση πουθενά».
Μιλώντας και κάποια μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων στην χθεσινή συνέντευξη, επιβεβαίωσαν τα κενά που υπάρχουν και τις ελλείψεις δασκάλων παράλληλης στήριξης, εκτίμησαν ότι οι ημερίδες τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να πραγματοποιούν έχουν κατακλύσει τα σχολεία εις βάρος των μαθημάτων και ότι το Υπουργείο προσπαθεί να μεταφέρει το σύνολο των προβλημάτων στους καθηγητές.
Οσον αφορά τα νηπιαγωγεία αυτά όπως υπογραμμίστηκε λειτουργούν με… υποκαταστήματα, με ελλείψεις νηπιαγωγών και ωσάν να είναι ο φτωχός συγγενής της εκπαίδευσης.
Σε γενικές γραμμές ερωτηθέντες για την αξιολόγηση, οι εκπαιδευτικοί τόνισαν ότι δεν είναι ενάντια σ’ αυτήν γενικά, αλλά στην συγκεκριμένη αυτοαξιολόγηση που θέλει να εφαρμόσει το Υπουργείο.
Σοφία Γκαγκούση