Στην Παιδεία θα δοθεί το μεγαλύτερο μέρος των 33,8 εκατ. ευρώ που συγκέντρωσε η κυβέρνηση από μίζες και άλλες εγκληματικές ενέργειες κατά του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία και επιστράφηκαν έπειτα από έρευνες των δικαστικών αρχών.
Όπως αναφέρουν οι σχετικές πληροφορίες, ύστερα από διαβήματα του νέου υπουργού Ανδρέα Λοβέρδου, υπολογίζεται ότι περίπου 8,5 εκατ. ευρώ θα επιστρέψουν στα ταμεία του υπουργείου Παιδείας, τα οποία και θα δοθούν για την κάλυψη των μεγάλων αναγκών της εκπαίδευσης.
Μια από αυτές είναι οι μειωμένοι προϋπολογισμοί των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ για τους οποίους συζήτησε σήμερα, Τρίτη, ο υπουργός Παιδείας με τους εκπροσώπους των ανωτάτων Ιδρυμάτων, σε συνάντηση που έγινε στο κτίριο του Αμαρουσίου.
Στη συνάντηση αυτή οι εκπρόσωποι των πανεπιστημίων έθεσαν θέμα λειτουργίας των Ιδρυμάτων τους, καθώς -όπως είπαν- από τις συνεχείς πολιτικές υποχρηματοδότησης των τελευταίων ετών πολλά Ιδρύματα έχουν φτάσει να λαμβάνουν 70% λιγότερα κονδύλια από ό,τι προ πενταετίας. Οι εκπρόσωποι των πανεπιστημίων δήλωσαν ότι τα ανώτατα Ιδρύματα δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν καν την ερχόμενη ακαδημαϊκή χρονιά.
Για το θέμα αυτό ο κ. Λοβέρδος δήλωσε ότι επί του παρόντος βρίσκεται σε συζητήσεις με το υπουργείο Οικονομικών για να φύγουν οι ειδικοί λογαριασμοί έρευνας των ΑΕΙ (ΕΛΚΕ) από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών, στην οποία έγινε πρόσφατα προσπάθεια να ενταχθούν, ώστε να απελευθερωθεί σε ένα βαθμό η διαχείριση των οικονομικών τους.
Ακόμη όπως ανακοινώθηκε θα προωθηθούν ρυθμίσεις για την απελευθέρωση και της θεσμικής λειτουργίας των ΑΕΙ με πρώτο βήμα να τους δοθεί η δυνατότητα να εγκρίνουν τη λειτουργία μεταπτυχιακών προγραμμάτων χωρίς την απαραίτητη σύμφωνη γνώμη του υπουργείου Παιδείας.
«Αγκάθι» οι μετεγγραφές
Από την πλευρά των πανεπιστημίων στη συνάντηση συμμετείχαν ο πρύτανης του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Δημ. Αναγνωστόπουλος και ο απερχόμενος πρύτανης του πανεπιστημίου Αιγαίου Π. Τσάρτας, ο οποίος και έθεσε το σοβαρό πρόβλημα που ενδέχεται να αντιμετωπίσει το ίδρυμά του με την πολιτική που ακολουθείται στο θέμα των μετεγγραφών. Όπως είπε ο κ. Τσάρτας υπάρχει πρόβλημα πιθανής αποψίλωσης των περιφερειακών πανεπιστημίων από τον μεγάλο αριθμό των φοιτητών που θα δικαιούνται εφέτος μετεγγραφής.
Στα θέματα αυτά ωστόσο, ο υπουργός Παιδείας δεν ανακοίνωσε κάποια νέα αποφαση, αλλά δήλωσε ότι μελετώνται προτάσεις που έχουν κατατεθεί για το θέμα στο υπουργείο.
Επιστολή
των πρυτάνεων
Πάντως ο πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Γάτσιος, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης Ευρ. Στεφάνου και ο πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης Β. Διγαλάκης, που αποτελούν το προεδρείο της Συνόδου Πρυτάνεων για το επόμενο χρονικό διάστημα, έστειλαν ήδη στους αρμόδιους υπουργούς Παιδείας, Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρυθμισης κοινή επιστολή για το θέμα των ειδικών λογαριασμών τους.
Σε αυτή αναφέρεται ότι «Οι ΕΛΚΕ των Πανεπιστημίων, οι Εταιρείες Αξιοποίησης και Διαχείρισης της περιουσίας των Πανεπιστημίων, τα υπό ίδρυση ΝΠΙΔ των Πανεπιστημίων και τα Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα ανήκουν μεν στους φορείς που εποπτεύονται από το υπουργείο Παιδείας, αλλά δεν λαμβάνουν κρατική επιχορήγηση, καθώς το σύνολο των δαπανών μισθοδοσίας τους καλύπτεται αποκλειστικά από εξωτερική χρηματοδότηση, δηλαδή από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ιδιωτικών επιχειρήσεων και οργανισμών, μέσω των ερευνητικών έργων που αναλαμβάνουν.
» Ως εκ τούτου, επιβάλλεται η εξαίρεση αυτών από την υποχρέωση απογραφής και της καταβολής των πάσης φύσεως αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών του προσωπικού τους μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής (ΕΑΠ).
Οι προαναφερόμενοι φορείς αποτελούν παράγοντες οικονομικής ανάπτυξης, απασχόλησης νέων επιστημόνων και ενίσχυσης κρατικών εσόδων. Για το λόγο αυτό πρέπει να διαθέτουν την αναγκαία ευελιξία, για να μπορούν να ανταποκρίνονται άμεσα και αποτελεσματικά στις συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες των ερευνητικών έργων που υλοποιούν. Η ευελιξία αυτή δεν συνάδει με την ένταξή τους στην ΕΑΠ και το γραφειοκρατικό βάρος που η ένταξη αυτή συνεπάγεται. Για λόγους δημόσιας διαφάνειας, τα στοιχεία πληρωμών φυσικών προσώπων των προαναφερόμενων φορέων μπορούν να στέλνονται απολογιστικά στα αρμόδια υπουργεία ανά τακτά χρονικά διαστήματα» καταλήγει η επιστολή.