Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς
Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Παρασκευή, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη, οἱ δὲ γονεῖς της Ἀγάθων καὶ Πολιτεία ἦταν χριστιανοί.
Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἄτεκνοι παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσειἕνα παιδί. Πράγματι ὁ Θεὸς τοὺς ἄκουσε καὶ τοὺς χάρισε ἕνα παιδί. Καὶ ἐπειδὴ ὅταν γεννήθηκε ἦταν ἡ ἕκτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, τὴν ὀνόμασαν Παρασκευὴ καὶ ἀπὸ μικρὴ τὴν ἀφιέρωσαν στὸν Θεό. Ἡ Παρασκευή, ἔλαβε τὴν χριστιανικὴ μόρφωση ἀπὸ τὴν μητέρα της καὶ μάλιστα μελετοῦσε συνέχεια τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ προσευχόταν πολλὲς ὧρες στὴν ἐκκλησία.
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δικῶν της μοίρασε ὅλα της τὰ ὑπάρχοντα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἔγινε μοναχή. Ἔμεινε ἐκεῖ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα καὶ μετὰ λαμβάνοντας τὴν εὐχὴ τῆς ἡγουμένης βγῆκε ἔξω στὸν κόσμο καὶ κήρυττε τὸν Χριστὸ προσελκύοντας πολὺ κόσμο στὸν χριστιανισμό.
Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὁδηγήθηκε στὸν βασιλιὰ Ἀντωνῖνο ὁ ὁποῖος θαμπωμένος ἀπὸ τὴν ὀμορφιά της καὶ τὴν σύνεσή της προσπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ θὰ τῆς ἔδινε ὅτι ἤθελε.
Ἡ Ἁγία ὅμως ἀρνήθηκε καὶ τότε διέταξε νὰ ἀρχίσουν τὰ βασανιστήρια. Μάλιστα τὴν ἔβαλαν μέσα σὲ ἕνα θερμασμένο λέβητα γεμάτο πίσσα καὶ λάδι. Μόλις ἔγινε αὐτὸ ἡ Ἁγία φαινόταν νὰ δροσίζεται μέσα σ’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀντωνῖνος ἐξοργισμένος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ θανατωθεῖ, περνώντας καὶ αὐτὴ στὴν μεγάλη χορεία τῶν μαρτύρων τῆς ἐκκλησίας μας.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’.
Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασάμενη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν, εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ Ἀθληφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν
Οἱ Ἅγιοι Ἑρμόλαος, Ἕρμιππος καὶ Ἑρμοκράτης οἱ Μάρτυρες
Ἀνῆκαν καὶ οἱ τρεῖς στὸν Ἱερὸ κλῆρο τῆς ἐκκλησίας, στὴ Νικομήδεια.
Ὅταν ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ἀνακρινόταν, καὶ ρωτήθηκε ἀπὸ ποιὸν διδάχτηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη, ἀπάντησε, ἀπὸ τὸν ἱερέα Ἑρμόλαο. Αὐτὸ ἦταν ἀρκετό, γιὰ νὰ σταλοῦν ἀμέσως στρατιῶτες καὶ νὰ συλλάβουν τὸν Ἑρμόλαο. Μὲ τὴν θέλησή τους, ἀκολούθησαν αὐτὸν μπροστὰ στὸν κριτὴ τῆς Νικομήδειας, οἱ φίλοι καὶ συνεργάτες του ἱερεῖς, Ἕρμιππος καὶ Ἑρμοκράτης.
Ὁ δικαστής, ἀφοῦ ἐξέτασε πρῶτα τὸν Ἑρμόλαο, ρώτησε ἔπειτα τοὺς ἄλλους δύο τί ζητοῦσαν καὶ ἦλθαν σ’ αὐτόν. Ἐκεῖνοι ἀποκρίθηκαν, ὅτι ἦταν στρατιῶτες τοῦ Ἑρμολάου κάτω ἀπὸ τὴν σημαία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅτι τὸν παρακαλοῦσαν νὰ ἔχουν ὅλοι κοινὸ θάνατο, ὅπως εἶχαν καὶ κοινὴ ἀδελφικὴ ζωή. Ἡ ἀπάντηση αὐτή, ἀντὶ νὰ κινήσει τὸ θαυμασμὸ τοῦ δικαστή, ἄναψε περισσότερο τὸν θυμό του. Καταδίκασε λοιπὸν καὶ τοὺς τρεῖς σὲ θάνατο.
Ἔτσι μὲ τὴν θυσία τῶν κεφαλῶν τους, κέρδισαν τὰ ἀθάνατα βραβεῖα τῶν ἀθλητῶν τῆς πίστης καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Χρίστου.