Εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 80, ένα μεσημέρι σε κείνο το φοβερό σπίτι στο γιολά κιαλντί, Αθανασίου Διάκου 3, αν δεν κάνω λάθος τρώγαμε με τον δουλευτάρη γαμπρό μου τον Χαράλαμπο Κολβατζη, Λάμπο τον λέγαμε εμείς ,τα φοβερά μεζεδάκια (γκιοζλαμάδες) που έκανε πάντα η αδερφή μου η Χρυσούλα ,φοβερή μαγείρησα και τώρα ακόμα, ειδικά στην ανατολίτικη κουζίνα- της τάμαθε όλα τα μυστικά , η γλυκειά η πεθερά της η κυρία Παρουσία, έτσι την λέγαν, αγία γυναίκα και αφού ρίξαμε και κανα δυο τσίπουρα, πιιάσαμε την πολιτική κουβέντα!
Εγώ είμαι δημοκράτης,θέλω ναμαι ελεύθερος στη δουλειά μου,να μην έχω κανένα άλλον στο κεφάλι μου επάνω, μουλεγε ο γαμπρός μου ο Λάμπος, να πάω ό,τι ώρα θέλω εγώ στη δουλειά…κλπ.
Παρεπιπτόντως, έκανε καταπλικτικά ζαρζαβάτια και είχε και στάβλο με μοσχάρια. Κάθε μέρα πήγαινε στη δουλειά κατά τις 5 με 5,30 το πρωί. Κάθε μέρα γινόταν αυτό! Του λέω εγώ πειραχτηκά ... καλά αφου΄πας ότι ώρα θές εσύ στην δουλειά γιατί κάθε μέρα σηκώνεσαι στις 5 !..Τον αφόπλισα. Μου λέει... κοίταξε να δεις κάνα δυο χρόνια ακόμα θα δουλέψω σκληρά- δεν τη φοβόταν τη δουλειά, ήταν και νταγκλαράς, ωραίος άντρας-να τελειώσουν τα παιδιά την ιατρική.
Ο μεγάλος του γιος ο Ζάκης (Κυριαζής, του παππού) ,σπούδαζε γιατρός στη Θεσσαλονίκη κι ο μικρότερος ο Χάρης στη Ρουμανία ,επίσης γιατρός- και μετά θα αράξω!!! Δεν πρόλαβε όμως να αράξει,ένα εγκεφαλικό εκεί στα 56 του, όντως τόσο νέος, πάνω στα πολιτικά για τα δίκια των αγροτών, στον συναιτερισμό, μας αφήνει τόσο νωρίς και άδικα ο αγαπημένος γαμπρός, ο Λάμπος, για το ταξίδι που όλοι κάποτε θα κάνουμε!
Προχτές αγαπητέ Λάμπο, τέλειωσε την ιατρική και ένα παληκάρι ακόμα, ο εγγονός σου, ο μικρός ο Μέρκος, γιατί όπως θα ξέρεις, ο μεγάλος ο εγγονός σου, που έχει και το όνομά σου (Χαράλαμπος), αλλά τον φωνάζουμε χαιδευτικά Χαρούλη, ήδη είναι κι αυτός γιατρός εδώ και δύο χρόνια. Δηλαδή εν ολίγοις, έχεις δυό γιους γιατρούς, τον Ζάκη Κόλβατζη και τον Χάρη Κόλβατζη, και τώρα με τον Μέρκο τους έκανες τέσσερις!!! Να τους χαίρεσαι.
Αν ήσουν εδώ κάτω μαζί μας τώρα με τόσους γιατρούς θα παρατούσες τα χωράφια, και θα γινόσουνα διευθυντής κλινικής, γιατί εσένα πάντα σου άρεσε η δουλειά δεν τη φοβόσουνα τη δουλειά!!! Θα ερχόμουν και γω κάπου κάπου να πίνουμε κανένα τσιπουράκι και να μιλάγαμε για τα πολιτικά!
Σε χαιρετώ, ο κουνιάδος σου, με αγάπη.
Παύλος Κοντογιαννίδης