Τις σκόρπιες σκέψεις που έρχονταν κι έφευγαν το τελευταίο διάστημα, τακτοποιώ σιγά σιγά στο μυαλό μου και θα επιχειρήσω στη συνέχεια να τις μοιραστώ. Δεν προορίζονται για προώθηση της υποψηφιότητάς μου, ούτε αποτελούν επικοινωνιακό τέχνασμα, άλλωστε για το πρώτο η ώρα είναι μάλλον περασμένη και το δεύτερο αναμφίβολα δεν το κατέχω. Θέλω όμως να είμαι τίμιος με τον εαυτό μου ότι δεν κρύφτηκα και πιστεύω πως αρκετοί θα βρούνε μέσα από τα λόγια μου τη δική τους αλήθεια, άλλωστε ζούμε κάτω από τον ίδιο ουρανό.
Χρόνια παρακολουθώ τα δημοτικά πράγματα από την “κερκίδα”, είτε γιατί ο αγώνας της επιβίωσης δεν επέτρεπε παράλληλους δρόμους, είτε γιατί η εκ του ασφαλούς κριτική ήταν ευκολότερη και ανέξοδη, είτε γιατί απλά ποτέ δεν έτυχε η συγκυρία. Οργιζόμουν για τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, τις προχειρότητες και τα λάθη, αγωνιούσα για μια Βέροια που έκανε ένα βήμα μπρος και δύο πίσω, χαιρόμουν με κάποιες επιτυχημένες δράσεις που ομόρφαιναν τη ζωή μας, απογοητευόμουν όταν η πόλη στοχοποιούνταν εξαιτίας γκρίζων συμβάντων που μας πλήγωναν. Στη διαδρομή αυτή ψήφιζα αποκρούοντας κομματικές φωνές, εμπιστευόμουν πρόσωπα που αναπτέρωναν τις ελπίδες μου σ’ όποιον χώρο κι αν ανήκαν. Αυτή όμως η απόσταση που με χώριζε από το “γήπεδο” με μπέρδευε, στην “κερκίδα” όλα είναι διαφορετικά κι ας εξελίσσονται στον ίδιο χρόνο. Πάνω που διαμόρφωνα λόγου χάρη μία γνώμη για τ’ αδέσποτα, έμπλεκα στον φαύλο κύκλο των αρμοδιοτήτων και χανόμουν. Τη στιγμή που “δίκαζα” τους υπευθύνους για τ’ απερίγραπτα της γέφυρας των ευεργετών αδελφών Κούσιου, συνάμα αμφέβαλα. Βεροιώτες, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, πως ανέχονταν τέτοια εξέλιξη στην αποπεράτωση ενός έργου ζωής? Αναρωτιόμουν με θλίψη, πως καταντήσαμε έτσι να κυνηγάμε τ’ αυτονόητα, η απόδοση ευθυνών σε κάποιους να είναι δηλαδή πολυτέλεια? Δυστυχώς σε πολλές πτυχές της καθημερινότητας, ορατά τα γνωστά ελαττώματα που διακρίνουν τη φυλή μας, απειθαρχία, διχόνοια και καχυποψία. Καίριο το ερώτημα, μήπως ήταν για μένα η ώρα της συμμετοχής?
Με τον Κώστα Καραπαναγιωτίδη δεν γνωριζόμασταν όταν στον καθιερωμένο πρωινό καφέ με τους στενούς μου φίλους, οι συζητήσεις για τις εκλογές άναψαν. Παρά την απαξίωση της πολιτικής, και την οργή που κουβαλάμε την εποχή αυτή μέσα μας, ένιωθα πως η “κερκίδα” δε με χωρούσε πλέον. Οι φίλοι μου σε κάθε περίπτωση προφανώς και θα με στήριζαν, ωστόσο έπρεπε να επιλέξω σωστά και προπάντων αντικειμενικά. Όχι τον τέλειο άνδρα που τον βρίσκεις μόνο στο γνωστό άσμα του Τσαλίκη, αλλά αυτόν με τη δύναμη να πείσει, να ηγηθεί την επόμενη μέρα. Κοινός γνωστός ανέλαβε να μας φέρει σ’ επαφή με τον Κώστα. Είναι σαφές πως εγώ επεδίωξα τη συνάντηση ώστε ν’ ακούσω τις απόψεις του. Η πρώτη εντύπωση είχε να κάνει με την απόλυτη συνέπειά του στο ραντεβού μας (όπως και σ’ όλα τα επόμενα)! Να μια καλή αρχή, ο συνεπής άνθρωπος είναι πάνω απ’ όλα σωστά προγραμματισμένος κι έτσι μπορεί να βρίσκεται πάντοτε στο σωστό μέρος την σωστή ώρα, σκέφτηκα. Απλός και προσιτός ως αυτοδημιούργητος, δεν ψήλωσε τον εαυτό του για να με πείσει κι ήταν φανερό πως δεν έψαχνε για συμβούλους που εύκολα θα ικανοποιηθούν με χαμηλής ποιότητας υποσχέσεις. Με σεμνότητα διαχειρίστηκε την υποψηφιότητά του χωρίς ν’ αυτοανακηρυχθεί φαβορί της εκλογικής αναμέτρησης. “Σ’ έναν αγώνα, μου είπε, όλα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά, δεν γνωρίζουμε ποιοι θα φτάσουν ως το τέλος, πόσες αντοχές θα έχουν, τι αρετές θα δείξουν”. Μου άρεσε που δεν είχε έπαρση, θα επιδιώξει να συνθέσει κι όχι να διχάσει, είπα μέσα μου. Τώρα το καταλαβαίνω, εκείνες ήταν οι στιγμές της αλήθειας που καθόρισαν την επιλογή μου. Λόγω της φύσης της δουλειάς μου και της συναναστροφής με πολύ κόσμο, απέκτησα σχετικά στην πορεία του χρόνου τη δυνατότητα να εμπιστεύομαι ή όχι με την πρώτη ματιά. Επιβεβαιώθηκα στην πορεία, ήταν κοινή η αντίληψη πως επέλεξε την Τοπική Αυτοδιοίκηση όχι για την απόκτηση κοινωνικής προβολής την οποία είχε κερδίσει ως γνωστόν πριν την ενασχόλησή του με τα κοινά, αλλά με την προοπτική της προσφοράς στον τόπο. Δεν επέδειξε αλαζονική συμπεριφορά προκαλώντας το κοινό αίσθημα, δεν συγκρούστηκε χωρίς αιτία, άντεξε το βάρος της δόξας και δε λύγισε όπως τόσοι άλλοι. Ερμηνεύοντας το ένστικτό μου και μολονότι δεν ήταν για μένα αυτό το ζητούμενο, προέβλεψα την πρωτιά του και δήλωσα παρών στο πλευρό του.
Έτσι απλά και χωρίς δεύτερες σκέψεις, κινήθηκα στην πόλη με κατεύθυνση την υποστήριξη των αποφάσεών μου. Καθώς όμως σταδιακά δημοσιεύονταν από τους συνδυασμούς τα νέα πρόσωπα, είδα με χαρά γνωστούς συμπολίτες, φίλους από τα παλιά, πετυχημένους επαγγελματίες, αγωνιστές της ζωής και το αρχικό μου ξάφνιασμα διαδέχθηκε η ελπίδα. Ναι, προσδοκώντας την Κυριακή να δω τον Κώστα Καραπαναγιωτίδη Δήμαρχο, λέω ξεκάθαρα: όλους αυτούς που επέλεξαν το δύσβατο δρόμο της εκπροσώπησης της κοινωνίας μας από το ραχάτι του καναπέ, τους αξίζει έτσι κι αλλιώς σεβασμός. Υπήρχαν πράγματι στον προεκλογικό αγώνα και φάλτσες φωνές, κάποιοι φιλόδοξοι πετάξανε πέτρες στον αέρα μήπως και φρενάρουν τον πρώτο, άλλοι πάλι τις μαζέψανε από κάτω για να χτίσουν στα γρήγορα την τέλεια πόλη και μερικοί κάνανε φασαρία για να τους προσέξουμε, ωστόσο Έλληνες είμαστε, πολυμήχανοι και φιγουρατζήδες. Και αν τυχόν δε γίνει το κομμάτι μας, ξεσηκώνουμε τον κόσμο με τον προσποιητό θυμό μας για να κερδίσουμε τον θαυμασμό και την αφοσίωση του κοινού.. Θα μονιάσουμε όμως στο τέλος γιατί είναι μονόδρομος, πρέπει να μάθουμε να δουλεύουμε μαζί κι ενωμένοι να ξεπερνάμε τις δυσκολίες. Σε ότι με αφορά, άφησα πίσω την ανεμελιά της “κερκίδας” για να νιώσω τη χαρά της συμμετοχής και ν’ αναλάβω τις όποιες ευθύνες μου, όχι για να κάνω το γύρο του θριάμβου κορνάροντας.
Με τις σκέψεις αυτές, καλώ όσο πιο σεμνά μπορώ, να ψηφιστούν για δημοτικοί σύμβουλοι οι καλύτεροι, οι πιο ελπιδοφόροι. Και την επόμενη μέρα, πρώτοι και τελευταίοι, να σφίξουμε με θάρρος τα χέρια κοιτώντας μπροστά. Ξέρω πως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, μα η αξία της προσπάθειας αυτής είναι ανεκτίμητη. Και όσο κοιτάζω τις κόρες μου που από χθεσινά όνειρα γίνανε σημερινές κοπέλες, τόσο υπενθυμίζω στον εαυτό μου πως χωρίς διαρκή προσπάθεια, θα έμενα μοναχά παρέα με τα όνειρά μου..
* Ο Χρήστος Κιτσώνας είναι υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος με τον συνδυασμό “Δύναμη Πολιτών”.