Θλιβερές σκέψεις κυρίευαν τον φίλο μου καθώς ανακατευόταν με το πλήθος των συγκεντρωμένων στην πλατεία Ωρολογίου. Τον οδήγησαν εκεί τα βήματά του και η νοσταλγία κάποιας άλλης εποχής, τότε που γιόρταζε και αυτός την εργατική πρωτομαγιά με τους συντρόφους.
«Κάθε χρόνο και λιγότεροι…» συλλογίστηκε. Αναζήτησε τους παλιούς του φίλους. Δε βρήκε κανέναν. Ο μπάρμπα-Γιάννης ο συνεταιριστής, υπέκυψε πριν από μήνες στα βαθειά του γεράματα. Ο Γιώργος ο δασοφύλακας, έχει καιρό να βγει στην πιάτσα. Ο άλλος Γιώργος, που μας ξάφνιαζε με τις πυρογραφίες του, ποιός ξέρει τί προβλήματα τον κρατούν στο σπίτι. Ο Άλκης, ο πόντιος χορευτής μας άφησε κι αυτός χρόνους. Και ο Θωμάς ο Ναουσαίος, που πάντα έδινε το «παρών», ζει δε ζει, κανείς δεν ξέρει.
Απόντες οι σύντροφοι της πρώτης γενιάς. «Όπου να ‘ναι φεύγω κι εγώ», μουρμούρισε και κάτι σαν παγωμένος αγέρας τον διαπέρασε. Κι όσο για τη δεύτερη γενιά, σκόρπιοι κι αυτοί. Νέοι και μεσήλικες οι πιο πολλοί.
«Ασπρομάλληδες, πού είστε; Σας ψάχνω να σας πω την καλημέρα μου. Να σας ευχηθώ καλό μήνα και χρόνια πολλά. Να σας σφίξω στην αγκαλιά μου».
Το βλέμμα του πέφτει στο Θανάση. Στον καλλιτέχνη, που δε βαρέθηκε να συμμετέχει στις εικαστικές εκθέσεις της νομαρχίας και να μας δείχνει τα ξερά κούτσουρα, συμβολικές κατασκευές με πλήθος νοήματα.
Παραδίπλα ο Αλέκος! Κι άλλος γνωστός, της δεύτερης γενιάς κι αυτός. Ιδεολόγος δημοσιογράφος. Πάντα αισιόδοξος, πάντα γελαστός. Απλώνει τα δυο του χέρια με εγκαρδιότητα: «Καλώς ήλθες!». «Πολλές οι απουσίες Αλέκο…».
Η απάντηση έρχεται χιουμοριστική και θυμίζει Μακρυγιάννη: «Μας φεύγουν κάποιοι, όμως η μαγιά μένει και αυγατίζει. Κάποτε ξέραμε πόσα κουκιά είχαμε σε κάθε γειτονιά. Κι όταν η κάλπη έδειχνε μείον, ανακαλύπταμε το λιποτάκτη στο πι και φι. Τώρα, ούτε συν ούτε μείον. Όσα πάνε κι όσα έλθουν».
Το μεγάφωνο παίζει μουσική και προσπαθεί να κρατήσει ατμόσφαιρα: «Ο Πέτρος, ο Γιόχαν, ο Χανς…». Έπειτα, η φωνή της ομιλήτριας: «Συντρόφισσες, σύντροφοι! Ο αγώνας της εργατιάς βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή του!». Και ξανά συνθήματα, ξανά καταγγελίες, ξανά προσδοκίες χωρίς αντίκρισμα. Τα ίδια, τα ίδια, τα ίδια. Εδώ και δεκαετίες. Ο φίλος μου σκουντά με τον αγκώνα του τον αιθεροβάμονα δημοσιογράφο: «Γιατί δε θέλετε να καταλάβετε πως άλλαξαν όλα; Πως δε βρισκόμαστε στην εποχή του Κρουτσόφ; Ο Πούτιν κάνει το σταυρό του στις ορθόδοξες εκκλησίες και προσκυνά γονυκλινής τις εικόνες. Ο Πούτιν! Αυτός που ήλθε από το παρελθόν της Σταλινικής Ρωσίας. Και σεις εδώ στην Ελλάδα, κολλημένο, μασουλάτε τα ίδια και τα ίδια».
Η ομιλία τελείωσε. Το μεγάφωνο δίνει τη ντιρεκτίβα του.
«Θα ακολουθήσει πορεία με κατάληξη την Εληά!».
Ποια Εληά; Πάει η Εληά!
Την έφαγαν κάποιοι άλλοι… σύντροφοι.
«Των λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων».
Επίκαιρος