Τότε φύγανε οι ποιητές
κι αφήσαν την πόλη μοναχή της.
Τραγούδαγαν άριες όμως μερικοί.
Τί τα θέλετε τα όνειρα; έλεγα μέσα μου.
Δε σας φτάνει αυτό το
«τί κάνετε; Όλοι καλά;»
Τί είναι η ποίηση εαυτέ μου;
Πώς θεραπεύει τις λέξεις,
τα φωνήεντα, τους υπερσυντέλικους!
Κι αυτές
οι γυμνές γυναίκες,
που απαγγέλουν ποιήματα στα μπαλκόνια.
Πώς ξέρουν να μοιράζουν
μερίδια ευτυχίας στους διερχόμενους;
Και τα ρώ του έρωτα του Ελύτη;
Πώς πηγαίνουν στον Ιούλιο
και στις πρώτες μέρες του Αυγούστου;
Εκεί συναντιούνται;
Στις μονοήμερες εκδρομές όταν η αγάπη
ήταν μικρή
και δεν την ένοιαζαν οι απογοητεύσεις.
Είχαν προλάβει κι είχαν φύγει τότε οι ποιητές
που όμως είχαν ξεχάσει το στίχο…
…μεσολαβούν μονάχα κάτι κτίρια
σιωπηλά, τετράγωνα, μοναχικά,
σχεδόν απογοητευμένα...
Γι` αυτό φύγανε οι ποιητές
κι αφήσαν την πόλη μοναχή της.
Γιάννης Ναζλίδης