Με βαθιά συγκίνηση αλλά και λαμπρότητα εορτάστηκε για πρώτη φορά φέτος η Ημέρα Μνήμης του Θρακικού Ελληνισμού από τους απανταχού Θρακιώτες.
Στην πόλη μας και στον Ι.Ν. του πολιούχου μας Αγ. Αντωνίου τελέστηκε δοξολογία και επιμνημόσυνη δέηση χοροστατούντος του Μητροπολίτη μας κ. Παντελεήμονα, παρουσία των τοπικών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών.
Ακολούθως στην πλατεία Ρακτιβάν τελέστηκε τρισάγιο, κατάθεση στεφάνων και τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε η Ελένη Μουστιάκα Μπατσαρά, συν/χος εκπαιδευτικός η οποία αναφέρθηκε στο ιστορικό της ημέρας.
Το κείμενο της ομιλίας έχει ως εξής:
«Συγκεντρωθήκαμε εδώ για να τιμήσουμε τον Θρακικό Ελληνισμό. Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως ημέρα μνήμης του Θρακικού Ελληνισμού, τον Ιούνιο του 2006 με απόφαση του 7ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Θρακών που έγινε στο Διδυμότειχο, 16 χρόνια αργότερα στις 9 Ιουλίου 2022, η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων και στη συνέχεια με Προεδρικό Διάταγμα στις 14-1-2025 αναγνωρίστηκε επίσημα.
Η 6η Απριλίου 1914, ημέρα Πάσχα, σηματοδοτεί την έναρξη ενός προμελετημένου σχεδίου Εθνοκάθαρσης που το εφήρμοσαν στην Ανατολική Θράκη οι Νεότουρκοι και το εμπνεύστηκαν οι προστάτες τους οι Γερμανοί, οι οποίοι επεδίωκαν πολιτικά και οικονομικά οφέλη στην Ανατολική Θράκη. Ήταν ένα καλό οργανωμένο σχέδιο που αποσκοπούσε στην εξόντωση των Χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στην εδραίωση μιας «καθαρής» Τουρκίας χωρίς μειονότητες. Ένα ντοβλέτ ένα κράτος, και ένα μιλέτ, ένα έθνος.
Η αρχή έγινε από την Ανατολική Θράκη, όπου σχεδιάστηκε ο μαζικός εκτοπισμός των κατοίκων της και η αντικατάστασή τους από Μουσουλμάνους της Βοσνίας, Ερζεγοβίνης και Αλβανίας.
Η Ανατολική Θράκη υπήρξε για αιώνες κοιτίδα του Ελληνισμού με ακμάζουσες Ελληνικές κοινότητες όπου ανθούσαν η παιδεία, το εμπόριο και οι τέχνες.
Όμως στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα η Ανατολική Θράκη υφίστατο ασφυκτικές πιέσεις και επιθέσεις και από τους Βουλγάρους και από τους Τούρκους και οι μεν Βούλγαροι ήθελαν να την προσαρτήσουν στη Βουλγαρία , οι δε Τούρκοι να την εκτουρκίσουν ή να εκτοπίσουν τον πληθυσμό της.
Το 1912 οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Θράκη και οι Βουλγαρικές αυθαιρεσίες και κακοποιήσεις πολλαπλασιάστηκαν.
Το 1913 η βουλγαρική κατοχή αντικαταστάθηκε από την τουρκική κατοχή και ο αφόρητος βουλγαρικός ζυγός αντικαταστάθηκε από τις τουρκικές θηριωδίες.
Τα έτη 1913-1914 οι Νεότουρκοι υλοποιώντας το σχέδιο των Γερμανών, με το σύνθημα: Κεσίν, γιαγκίν, γιάγμα δηλαδή σφάξτε, κάψτε, αρπάξτε, άρχισαν τις συστηματικές επιθέσεις εναντίον των Ανατολικοθρακών με φόνους, απαγχονισμούς, λεηλασίες και βαρειά φορολογία. Επιπλέον στρατολογούσαν υποχρεωτικά άντρες ηλικίας από 18 έως 45 ετών, τους οποίους έστελναν στα αμελέ ταμπουρού, στα τάγματα εργασίας, όπου δούλευαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, ενώ άλλους τους εκτόπιζαν στα βάθη της Μικράς Ασίας με σκοπό την αφομοίωσή τους από τους εκεί τουρκικούς πληθυσμούς.
Στις μακρινές αυτές πορείες θανάτου οι άνθρωποι αποδεκατίζονταν από την πείνα, τη δίψα, τις αρρώστιες, τις κακουχίες και τον εξαντλητικό ποδαρόδρομο.
Όσους Ανατολικοθρακιώτες δεν τους εκτόπιζαν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, τους κατηύθυναν στα λιμάνια της Ανατολικής Θράκης Ραιδεστό και Καλλίπολη, για να επιβιβαστούν στα πλοία και να μεταφερθούν στα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και της Καβάλας.
Με όλες αυτές τις μεθόδους που χρησιμοποίησαν, το σχέδιο του αφελληνισμού της, υλοποιήθηκε.
Η χαριστική βολή δόθηκε το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή. Ο Ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης υπέστη το τελειωτικό χτύπημα όταν οι εναπομείναντες Ελληνες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923.
Έτσι επήλθε το οριστικό τέλος της Ελληνικής παρουσίας στην Ανατολική Θράκη.
Αλλά και στην Ανατολική Ρωμυλία, ή αλλιώς Βόρεια Θράκη, όπου για αιώνες ήκμαζε ο Ελληνισμός, η κατάσταση ήταν εξ ίσου τραγική.
Όταν η Βουλγαρία το 1885, κατήργησε το αυτόνομο καθεστώς της Ανατολικής Ρωμυλίας και την προσάρτησε στο βουλγαρικό κράτος, έβαλε σε εφαρμογή σχέδιο εκβουλγαρισμού των Ελληνικών πληθυσμών της, με την υποχρεωτική φοίτηση των Ελληνόπουλων από ηλικίας 6 έως 12 ετών στα βουλγαρικά σχολεία με αποτέλεσμα να κλείσουν τα ελληνικά δημοτικά σχολεία. Επίσης επέβαλε την βουλγαρική γλώσσα, κατήργησε την Ελληνική και εφήρμοσε σχέδιο οικονομικής εξαθλίωσης με βαρειά φορολογία, εμπορικούς αποκλεισμούς και δημεύσεις περιουσιών, παράλληλα με τις συλήσεις Εκκλησιών και Μοναστηριών.
Τα επεισόδια πλήθυναν και κορυφώθηκαν όταν το καλοκαίρι του 1906 ξέσπασαν ανθελληνικοί διωγμοί στα αστικά κέντρα της Φιλιππούπολης, της Βάρνας, του Πύργου και της Στενημάχου, με αποκορύφωμα το ολοκαύτωμα της Αγχιάλου την οποία κατέστρεψαν και πυρπόλησαν.
Έτσι πολλοί Ανατολικορωμυλιώτες αναγκάσθηκαν να φύγουν από τον τόπο τους και να πάρουν τον πικρό και μακρύ δρόμο της προσφυγιάς για την Ελλάδα, όπου πολλοί πέθαναν καθ’ οδόν από την πείνα, τις κακουχίες, τις αρρώστιες, την εξάντληση και τις καιρικές συνθήκες.
Εν τω μεταξύ νέοι ανθελληνικοί διωγμοί το 1914 με σφαγές, λεηλασίες, καταπιέσεις και εκφοβισμούς ανάγκασαν και άλλους Ανατολικορωμυλιώτες να εγκαταλείψουν τη γενέτειρά τους και να αναζητήσουν σωτηρία στην Ελλάδα.
Ώσπου η Συνθήκη του Νεϊγύ στο Παρίσι, το 1919, η οποία περιελάμβανε τη σύμβαση περί εκούσιας μετανάστευσης Βουλγάρων και Ελλήνων, ανάγκασε και τους υπόλοιπους Ανατολικορωμυλιώτες να εκπατρισθούν ως το 1925, αφήνοντας πίσω τους ερείπια και κουβαλώντας στην ψυχή τους μαρτυρικές μνήμες.
Έτσι γράφτηκε και στην Ανατολική Ρωμυλία ο τραγικός επίλογος των Ελληνικής παρουσίας.
Όμως εκτός από την Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία, πεδίο έντονων αντιπαραθέσεων μεταξύ Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων υπήρξε και η Δυτική Θράκη.
Όταν το 1885 η Βουλγαρία προσάρτησε στο Βουλγαρικό Κράτος την Ανατολική Ρωμυλία έδειξε τις επεκτατικές της βλέψεις και στη Δυτική Θράκη.
Οι Βούλγαροι όπως στη Βόρεια Θράκη, έτσι και στη Δυτική επεδίωξαν μεθοδικά τον εκβουλγαρισμό των Δυτικοθρακιωτών με την απαγόρευση της ελληνικής γλώσσας και το κλείσιμο σχολείων και εκκλησιών.
Όταν διεπίστωσαν ότι οι προσπάθειες τους δεν απέδωσαν, αποφάσισαν να εντείνουν τη χρήση βίας και τρομοκρατίας. Η σκληρότητά τους κορυφώθηκε το 1913, μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου με την οποία η Δυτική Θράκη παραχωρούνταν στη Βουλγαρία.
Τότε, φόνοι, βιασμοί, λεηλασίες, βασανιστήρια, φυλακίσεις, μετακινήσεις πληθυσμών, καταστροφή αγροτικών προϊόντων ήταν τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι Βούλγαροι για τον αφανισμό των Ελλήνων της Δυτικής Θράκης.
Ώσπου το 1919, επεβλήθη το καθεστώς της Διασυμμαχικής Διοίκησης, κατά το οποίο η Δυτική Θράκη μετεβλήθη σε ανεξάρτητο κρατίδιο υπό την εποπτεία των Διασυμμαχικών Δυνάμεων και έτσι δόθηκε τέλος στη Βουλγαρική κατοχή, ενώ με τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, η Δυτική Θράκη δόθηκε οριστικά στην Ελλάδα.
Αυτές οι δυσμενείς για την Ελλάδα εξελίξεις στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν ως αποτέλεσμα την τριχοτόμηση της Ενιαίας Θράκης, στην Ανατολική Θράκη που σήμερα ανήκει στην Τουρκία, στην Ανατολική Ρωμυλία που σήμερα ανήκει στη Βουλγαρία και στη Δυτική Θράκη που ανήκει στην Ελλάδα.
Στη μνήμη του Θρακικού Ελληνισμού της ενιαίας Θράκης, Ανατολικής, Βόρειας και Δυτικής είναι αφιερωμένη η σημερινή ημέρα 6 Απριλίου.
Είναι ένα μνημόσυνο χρέους, τιμής και δικαίωσης στους εκατοντάδες χιλιάδες δολοφονημένους και εκτοπισμένους, Ανατολικοθρακιώτες, Βορειοθρακιώτες και Δυτικοθρακιώτες, οι οποίοι «εν μαχαίρα, εν σιδήρω και εν πυρί» θυσιάστηκαν και πέθαναν, όχι για κάτι που έκαναν αλλά γι αυτό που ήταν: ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους».