ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΣΧΟΛΙΑ: ΘΩΜΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΑΝΑΚΡΕΟΝΤΟΣ: ΚΑΝΕ ΜΟΥ, ΗΦΑΙΣΤΕ, ΠΟΤΗΡΙ…
Καλοδουλεύοντας τ΄ασήμι
να μη μου κάνεις, Ήφαιστε,
μια πανοπλία, όχι,
αλλά ποτήρι βαθουλό,
π΄ όσο μπορείς δώσε του βάθος.
Και μη μου πάνω του σκαλίσεις
μήτ, άστρα, μήτε άμαξες
μήτε τον μελαγχολικό Ωρίωνα,
μα χλοερά αμπέλια
και γελαστά τσαμπιά σταφύλια,
κι ανάμεσά τους, μην ξεχάσεις,
τον όμορφο Διόμυσο Λυαίο να μου φτιάξεις.
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Τον άργυρον τορεύσας
Ήφαιστε μοι ποίησον
Πανοπλίαν μεν ουχι,
Ποτήριον δε κοίλον
όσον δύνη βάθυνον.
Ποίει δέ μοι κατ΄αυτού
μηδ΄ άστρα, μηδ΄ αμάξας,
μη στυγνόν Ωρίωνα
αλλ΄ αμπέλους χλοώσας,
και βότρυας γελώντας,
συν τω καλώ Λυαίω.
ΑΝΑΚΡΕΩΝ (6ος αι. Π.Χ.)
Ο Ανακρέοντας γεννήθηκε στην πόλη Τέω της Λυδίας (Μικράς Ασίας) που βρίσκεται απέναντι από τη Σάμο, και είναι γνωστός ως Ανακρέων ο Τήιος. Έζησε και άκμασε κατά τον έκτο π.Χ. αιώνα. Το 540 π.Χ. σε ώριμη ηλικία εγκατέλειψε την πατρίδα του, επειδή την είχαν κυριέψει οι Πέρσες, στους οποίους βασίλευε τότε ο Κύρος ο μεγάλος, και πήγε στην αποικία της πατρίδας του, στα Άβδηρα της Θράκης.
Όταν ήταν ο Ανακρέοντας στα Άβδηρα, είχε γίνει γνωστός ως ποιητής σε όλη την Ελλάδα και δεχόταν προσκλήσεις από διάφορους άρχοντες ελληνικών πόλεων. Επισκέφθηκε και έζησε για πολύ καιρό στις βασιλικές αυλές των Τυράννων (βασιλιάδων) Πολυκράτη της Σάμου, Πεισιστρατιδών των Αθηνών και Αλευαδών Θεσσαλίας.
Από τα πέντε βιβλία ερωτικών και συμποσιακών ποιημάτων που είχε συνθέσει και δημοσιεύσει σώθηκαν, δυστυχώς, μόνο αποσπάσματα.
Πέθανε σε βαθιά γειρατειά.
Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ ΩΣΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
Για τη γέννηση του Ωρίωνα υπάρχουν δύο διαφορετικοί αρχαίοι μύθοι, οι εξής:
Ο ένας λέει ότι ο Ωρίωνας, που ήταν ωραιότατος και γιγαντόσωμος ήταν γιος του θεού Ποσειδώνα και της Ευρυάλης, της κόρης του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα.
Ο δεύτερος μύθος λέει ότι ο Ωρίωνας είχε τρεις πατεράδες, τον Δία, τον Ερμή και τον Ποσειδώνα. Πώς έγινε αυτό;
Κάποτε, ένας γιος του Ποσειδώνα και της Πλειάδας Αλκυόνης, που ονομαζόταν Υριέας, δέχτηκε την επίσκεψη των τριών θεών, του Δία, του Ερμή και του Ποσειδώνα και τους πρόσφερε μια πολύ εγκάρδια φιλοξενία. Οι τρεις προαναφερθέντες θεοί, επειδή ευχαριστήθηκαν πάρα πολύ, του είπαν να κάνει μία ευχή και αυτοί θα την πραγματοποιήσουν.
Τότε ο Υριέας, που λαχταρούσε να αποκτήσει διάδοχο, ευχήθηκε να αποκτήσει γιο και οι θεοί, για να πραγματοποιήσουν την ευχή του, γονιμοποίησαν και οι τρεις το δέρμα ενός βοδιού, που ο Υριέας το έθαψε στη γη. Από το γονιμοποιημένο αυτό βοϊδόδερμα, έπειτα από εννέα μήνες, όταν το ξέθαψε, έβγαλε ένα αγοράκι που, όταν μεγάλωσε, έγινε ο ωραιότατος γίγαντας Ωρίωνας, που κληρονόμησε από τον πατέρα του Ποσειδώνα το χάρισμα να μπορεί να περπατάει πάνω στα κύματα της θάλασσας.
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΝΕΑΡΟΥ ΩΡΙΩΝΑ
Όταν κάποτε ο νεαρός Ωρίωνας πήγε στη Χίο, φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά Οινοπίωνα, που ήταν γιος του θεού Διόνυσου και της κόρης του Μίνωα Αριάδνης. Εκεί είδε μέσα στο παλάτι την κόρη του βασιλιά, την Μερόπη, την ερωτεύτηκε και τη ζήτησε από τον πατέρα της για να την παντρευτεί. Ο Οινοπίωνας όμως, που δεν ήθελε αυτό το γάμο, μέθυσε τον Ωρίωνα και την ώρα, που αυτός κοιμόταν, του έβγαλε τα μάτια και διέταξε να τον πετάξουν στην ακρογιαλιά.
Ο Ωρίωνας που δεν έχασε το θάρρος του, ακούοντας το μακρινό ήχο ενός σιδηρουργείου, περπάτησε πάνω από τη θάλασσα και έφτασε στη Λήμνο, στο νησί του θεού σιδηρουργού Ηφαίστου. Εκεί βρήκε ένα παιδί, το έβαλε στους ώμους του και του είπε να τον οδηγεί προς την Ανατολή και έτσι με τις ευεργετικές ακτίνες του ήλιου γιατρεύτηκε και ξαναβρήκε την όρασή του. Γύρισε βιαστικά στη Χίο για να εκδικηθεί τον Οινοπίωνα που όμως, πρόλαβε και τον γλύτωσε ο Ποσείδωνας, κρύβοντάς τον σε ένα απρόσιτο υπόγειο καταφύγιο που κατασκεύασε για χάρη του.
ΟΙ ΘΕΕΣ ΠΟΥ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑΝ ΤΟΝ ΩΡΙΩΝΑ
Η ομορφιά του Ωρίωνα τον έβαλε σε διάφορες περιπέτειες. Σύμφωνα με τον Όμηρο (Οδύσσεια: ε, 121,274, λ: 310, 572) τον ερωτεύτηκε, και μάλιστα τον απήγαγε η «ροδοδάχτυλος Ηώς», «της Νύχτας κόρη, η Αυγούλα» όπως μετέφρασε ο Αργύρης Εφταλιώτης. Στην γοητεία του δεν αντιστάθηκε ούτε η θεά του Κυνηγιού, η αδερφή του Απόλλωνα, η Άρτεμη, έρωτας που κατά μία εκδοχή, υπήρξε η αιτία του θάνατού του.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟ ΟΜΗΡΟΥ
Ραψωδία ε, στιχ. 121-124:
121 Έτσι τη ροδοδάκτυλη ζουλέψατε εσείς αυγούλα
122 σαν πήρε τον Ωρίωνα, γλυκόζωοι θεοί μου,
123 ώσπου η χρυσόθρονη Άρτεμη, η αγνή, στην Ορτυγία
124 με τις ψιλές της σαϊτιές του πήρε τη ζωή του.
Ραψωδία λ, στιχ. 572-574
572 Κατόπι τον Ωρίωνα ξάνοιξα το γιγάντιο
573 στον κάμπο των ασφόδέλων τ΄αγρίμια να σωριάζει
574 που απάνω στα έρημα βουνά τάχε σκοτώσει ο ίδιος.
(Μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη, Εν Αθήναις 1946)
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ
Ένας μύθος αρχαίος έλεγε ότι η θεά Άρτεμη μισούσε βαθύτατα από τον Ωρίωνα επειδή εκείνος καυχιόταν ότι ήταν πολύ επιδέξιος κυνηγός ή επειδή κάποτε είχε αποπειραθεί να την βιάσει. Για να τον τιμωρήσει λοιπόν έστειλε ένα σκορπιό που τον θανάτωσε.
Ένας άλλος μύθος, αρχαίος επίσης, έλεγε ότι η θεά Άρτεμη δεν έμεινε ασυγκίνητη από την έρωτα του ωραίου και σωματώδη Ωρίωνα και ότι μάλιστα ήταν έτοιμη να τον παντρευτεί, αλλά δεν την άφησε ο αδερφός της ο Απόλλωνας, ο οποίος όταν κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να της αλλάξει γνώμη με τα λόγια, χρησιμοποίησε δόλο.
Μια μέρα που ο Ωρίωνας κολυμπούσε στη θάλασσα σε πολύ μεγάλη απόσταση από εκεί που βρισκόταν ο Απόλλων και η Άρτεμη, ώστε λόγω της απόστασης να φαίνεται σαν ένα μικρό μαύρο σημαδάκι, ο Απόλλωνας κάνοντας ότι είχε αμφιβολίες για τη σκοπευτική ικανότητα της αδερφής του, την προκάλεσε να στοχεύσει εκείνο το μαύρο σημαδάκι. Η Άρτεμη ανυποψίαστη έπεσε στη παγίδα και σκοπεύοντας πέτυχε το σημαδάκι, που ήταν ο λουζόμενος Ωρίωνας και το σκότωσε. Όταν έπειτα είδε από κοντά ποιος ήταν ο στόχος της, για να παρηγορηθεί, μεταμόρφωσε τον Ωρίωνα σε αστερισμό και του έδωσε μια θέση στον ουράνιο θόλο.
Σε αστερισμό μεταμορφώθηκε μαζί με τον Ωρίωνα και ο σκύλος του ο Σείριος, που ήταν ένα φοβερό τέρας που στέγνωνε τη γη και την έκανε πέρα για πέρα άγονη.
Κάποιος μύθος έλεγε ότι οι κάτοικοι του νησιού Κέω, επειδή υπέφεραν από φοβερό λιμό (λιμοκτονούσαν) παρακάλεσαν τους θεούς να τους γλυτώσουν από τη δυστυχία τους και έπειτα από θυσίες που έκαναν στον Ικμαίο Δία, που έριχνε τη βροχή, φύσηξαν για σαράντα μέρες δροσεροί άνεμοι στο νησί τους και το ξαναέκαναν πολύ γόνιμο.
Από τότε οι Κείοι είχαν καθιερώσει την λατρεία του Σείριου στις κορυφές των βουνών τους και του πρόσφεραν θυσίες.
ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΙΣΙΟΔΟΞΟΙ
Από τα παραπάνω πληροφορούμαστε ότι κατά την αρχαιότητα (στα ιστορικά χρόνια) υπήρχαν περίοδοι βαρυχειμωνιάς, κακοκαιρίας και περίοδοι ξηρασίας. Ας ελπίσουμε ότι τέτοια είναι και τα φαινόμενα (περιστασιακά) της εποχής μας και όχι μόνιμης κλιματικής αλλαγής, χωρίς βέβαια να πάψουμε να αποφεύγουμε τα αίτια που οι ειδικοί λένε ότι τα προκαλούν. Να, είμαστε αισιόδοξοι και όχι απαισιόδοξοι.
Φωτογραφία: Ο Ωρίωνας (από το διαδίκτυο).
Υ.Γ. Στον προηγούμενο σημείωμά μου (ΛΑΟΣ του Σαββατοκύριακου 15-16 Μαρτίου 2025, σελ. 5) «ο δαίμων του τυπογραφείου» έγραψε τη λέξη (άγριων), θηρίων», στο πρώτο στάσιμο της τραγωδίας του Σοφοκλή «Αντιγόνη», αντί του σωστού με ήτα στην προπαραλήγουσα, με ύψιλον «θυρίων», με συνέπεια τα άγρια θηρία να γίνουν άγριες θύρες =πόρτες! (ο θηρ, του θηρός = το άγριο θηρίο. Η θύρα της θύρας = πόρτα.
Θ.Γ. Φιλόλογος