Γράφει η Νανά Παπαϊωάννου
φιλόλογος-λογοτέχνις
Το ίδιο, δυστυχώς, επαναλαμβάνουμε κι εμείς, σήμερα, σε διαφορετικές, φυσικά, κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Η Ελληνική κοινωνία παρουσιάζει εικόνα παθογένειας και κακοδαιμονίας, με όλα τα “κακώς κείμενα”, που τη χαρακτηρίζουν, με τη διαφθορά, την υπολειτουργία των θεσμών, την ατιμωρησία και την έλλειψη υπευθυνότητας, την αναξιοκρατία με τις συνακόλουθες επιπτώσεις, την απουσία δικαιοσύνης και τη συγκάλυψη σε σοβαρά αδικήματα, την έλλειψη ήθους.
Στοιχεία παρακμής υποδηλώνουν, επίσης, οι ανησυχητικές μορφές συμπεριφοράς, όπως η βία σε οικογενειακό, σχολικό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, η σκληρότητα, ο υπερφίαλος ατομισμός, το κυνήγι του εύκολου πλουτισμού, ακόμη και με ανέντιμα μέσα, ο ηθικός ξεπεσμός, η πνευματική παραλυσία και η πολιτιστική υποβάθμιση.
Πρώτιστο ενδιαφέρον του Νεοέλληνα μια άνετη ζωή, με την κάλυψη των υλικών αναγκών, κάτι που τον οδήγησε στον υπερκαταναλωτισμό, απορρίπτοντας, ως παρωχημένα, τον απλό και παραδοσιακό τρόπο ζωής, αξίες και πρότυπα, που υπάγονται σε κανόνες, κοινωνικά, επωφελείς, για μία σταθερή πορεία προς την γενικότερη πρόοδο.
Ατμόσφαιρα φόβου και ανασφάλειας περιβάλλει την καθημερινότητα μας, με όσα τραγικά συμβαίνουν και αμαυρώνουν το προφίλ της κοινωνίας μας, συχνά, με αθώα θύματα, ανήμπορα να υπερασπιστούν τις ζωές τους. Λησμονήσαμε παραδοσιακές αρχές και ιδανικά, τις ειλικρινείς, διαπροσωπικές σχέσεις, τον σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, κάναμε πέρα τον Θεό, γίναμε φτωχότεροι, πνευματικά, έρμαια των παθών μας, χάσαμε το νόημα και τη σωστή πορεία στην, επί γης, ζωή μας.
Για όσα, όμως, τραγικά και ανορθόδοξα συμβαίνουν μερίδιο ευθύνης έχουμε όλοι μας, επειδή μια κοινωνία δεν μπορεί να βελτιωθεί αν δεν γίνουμε καλύτεροι ο καθένας μας, είτε ως μέλη οικογένειας, είτε ως εργαζόμενοι σε κάθε επαγγελματικό χώρο, είτε ως λειτουργοί της Θέμιδος, είτε ως κατέχοντες θέσεις εξουσίας και ως απλοί πολίτες.
Δυστυχώς, η ελληνική οικογένεια, επί των ημερών μας, παρουσιάζει εικόνα διάλυσης, κάτι που στερεί από τα παιδιά τη φυσιολογική τους ανάπτυξη και ανατροφή, μέσα σε αρμονικό οικογενειακό περιβάλλον, γι αυτό και έντονα τα φαινόμενα παραβατικής συμπεριφοράς, με βίαιες, επιθετικές πράξεις, ακόμη και σε μικρές ηλικίες.
Βέβαια, ό, τι αδυνατεί να δώσει η οικογένεια για τους διάφορους λόγους, μπορεί να παρασχεθεί από το σχολείο, τον δεύτερο, βασικό παράγοντα στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του παιδιού. Μόνο που και στον χώρο της Παιδείας η κατάσταση είναι ανησυχητική, με τις πολλές ελλείψεις, σε υλικοτεχνική υποδομή, σε εκπαιδευτικό προσωπικό και στο κατάλληλο περιεχόμενο των βιβλίων.
Ξερές οι γνώσεις, που παρέχονται, χωρίς ηθικοδιδακτικό περιεχόμενο, χωρίς την ανάπτυξη κριτικής σκέψης και ευγενικών συναισθημάτων, χωρίς τα εφόδια για την καλλιέργεια ψυχής και πνεύματος, για τη διαμόρφωση ελεύθερης και ολοκληρωμένης προσωπικότητας, για μια δημιουργική πορεία στο μελλοντικό “γίγνεσθαι’ . Με αποτέλεσμα οι νέοι μας να μην έχουν σταθερές αξίες, να μην έχουν σφαιρική οπτική των όσων συμβαίνουν, να απογοητεύονται εύκολα, να γίνονται φυγόπονοι, φτάνοντας σε αδιέξοδες καταστάσεις, χωρίς όνειρα, χωρίς όραμα.
Στο σύνολο, αποδεχτήκαμε έναν τρόπο ζωής, ξένο προς την ιδιοσυγκρασία μας, γίναμε άνθρωποι του “φαίνεσθαι” και της προβολής, ζώντας, μέσω της εικόνας, μιαν αυταπάτη. Εγκλωβιστήκαμε στο “εγώ” μας, χωρίς, όμως, την ουσιαστική επικοινωνία με τον εαυτό μας ούτε φυσικά και με τους άλλους, φορώντας την ανάλογη μάσκα, σε κάθε περίσταση. Χάσαμε τον αυτοσεβασμό μας, γίναμε άνθρωποι των τύπων, της αδιάφορης και επιπόλαιης στάσης σε σοβαρά θέματα, καταργώντας τις γνήσιες διαπροσωπικές σχέσεις.
Τα ανθρωπιστικά μας ιδεώδη τελειώνουν εκεί που αρχίζει η σκοπιμότητα και το προσωπικό μας συμφέρον, με τη μορφή, κάποιες φορές, του κομματικού και ιδεοληπτικού μηχανισμού, το ουσιαστικό και το αληθινό έχουν εκλείψει από τη ζωή μας. Η σκληρότητα προς τον αδύναμο, ο εμπαιγμός προς τον αδικημένο, το μίσος και ο απάνθρωπος ανταγωνισμός ως το τελεσίδικο “ο θάνατος σου η ζωή μου” είναι δυστυχώς μερικά από τα μελανά στοιχεία που καθορίζουν την καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Πώς μπορεί να αλλάξει όλο αυτό το εφιαλτικό σκηνικό; Με το να πετάξουμε τις μάσκες της υποκρισίας, της ψευτοευγένειας, των ποικίλων φιλοφρονήσεων, των “δήθεν’ ανθρωπιστικών μας ιδεωδών. Να μην επιδιώκουμε το βόλεμα, σε κάθε περίπτωση, τον άνομο και εύκολο πλουτισμό, την κατάληψη θέσεων, χωρίς να διαθέτουμε τα ανάλογα προσόντα. Να γίνουμε αληθινοί, απλοί και ταπεινοί στις μεταξύ μας σχέσεις, να σκύβουμε με αγάπη και φροντίδα στον πονεμένο και αναγκεμένο συνάνθρωπο, να ενδυναμώσουμε, πνευματικά και ηθικά, με τα νάματα της ορθόδοξης πίστης μας, αποβλέποντας, πάντα, στην ουσιαστική πρόοδο και ευημερία όλης της κοινωνίας.