Χιλιάδες λέξεις έχουν γραφτεί για να περιγράψουν την αίσθηση της Άνοιξης. Άνοιξη η πιο γλυκιά, η πιο μυστηριώδης και ιδιόμορφη εποχή του χρόνου. Οδοιπορούμε τώρα δίπλα και μέσα από το Σελιώτικο – ρέμα. Σπασμένοι ήχοι κελαρυστοί, ψίθυροι και φωτοσκιάσεις, θροΐσματα και τιτιβίσματα.
Φύγαμε από τη Βέροια στις 7 και 30, πρωινό Κυριακής, μια βροχερή μέρα της Άνοιξης, για μια κοντινή εξόρμηση στο φαράγγι της Μαρούσιας.
Τόσο κοντά και τόσο μακριά!
Στον ανηφορικό δρόμο που μας οδηγεί ψηλότερα θαυμάζουμε τα χρώματα της Άνοιξης που μετά από τις τελευταίες συνεχείς βροχές τα δένδρα έχουν ένα βαθύ πράσινο χρώμα.
Αφήσαμε τα αυτοκίνητα, οδοιπορούμε τώρα σε δασικό δρόμο ανάμεσα σε πανύψηλες οξιές.
5 μέλη του Συλλόγου με τον σάκο στον ώμο και τα αδιάβροχα, η πορεία στο δάσος αρχίζει.
Χιλιάδες λέξεις έχουν γραφτεί για να περιγράψουν την αίσθηση της Άνοιξης.
Να ‘μαστε τώρα μέσα στην ησυχία του δάσους να οδοιπορούμε στη φύση.
Εδώ το σώμα και η ψυχή γίνονται ένα με τη φύση, οι πληγές γιατρεύονται.
Αφήσαμε πίσω την καθημερινότητα και ξαναγεννηθήκαμε…
Μπροστά μας ξεπροβάλλει η δασωμένη πλαγιά που θα ορειβατήσουμε, η πλαγιά της Μαρούσιας.
Το μαρτυρούν οι ήπιες καμπυλώσεις, η σαφήνεια του ανάγλυφου των γραμμών, το ομιχλώδες πρωινό, το φύσημα του ανέμου.
Αυτός ο δασωμένος ορεινός όγκος κρατά στις αγκάλες του όλα τα μυστικά των ανθρώπων, την ισορροπία του κόσμου. Όλες μας οι αισθήσεις απολαμβάνουν το πρωινό που μας παραθέτει η φύση απλόχερα..
Θαυμάζουμε τη μοναδική σύνθεση των ανοιξιάτικων χρωμάτων, των φύλλων και των ρυακιών που πλούτισαν με τις συνεχόμενες βροχές.
Ένα βροχερό αεράκι ψιθυριστά μας μιλά για την Άνοιξη που θυμίζει σήμερα περισσότερο Φθινόπωρο, με τις συνεχείς βροχές.
Τώρα πυκνή ομίχλη ανακατεμένη με βροχή μας τυλίγει
Ο ρόλος μας ως επισκεπτών μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πόσο τρωτοί είμαστε, μας υπενθυμίζει ποια είναι η θέση μας στην αλυσίδα της ζωής.
Πάνω στο μονοπάτι εύκολα εντοπίζονται νυχτερινά ελαφροπατήματα άγριας ζωής.
Πλούσια η χλωρίδα και η πανίδα του βουνού με άφθονα αγριολούλουδα, απίστευτα πυκνό δάσος οξιάς και πολλές καστανιές.
Έχουν παρατηρηθεί λύκοι, ζαρκάδια και αγριογούρουνα. Πέρδικες, αγριοπερίστερα, φάσες , γεράκια, κουκουβάγιες κ.α..
Τριγύρω μοναδικές εικόνες της Άνοιξης.
Ανεβαίνοντας ψηλότερα δεν ξεχωρίζεις σχήματα μόνο χρώματα.
Το όλο σκηνικό είναι αρκετό για να μας θυμίζει πόσο όμορφη είναι η ζωή στη σύλληψη της.
Αυτό που νοιώθεις δύσκολα μεταφέρεται με λέξεις
Αφήσαμε το δασωμένο μονοπάτι και συνεχίζουμε την πορεία μας για το Κάτω - Βέρμιο από τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο.
Μετά από μια πορεία μιάμισης ώρας ανάβασης μέσα από μια παρθένα φύση –ακόμη- βρισκόμαστε στην κοίτη του Σελιώτικου ρέματος.
Μια άγρια ομορφιά μας συναντά μας καλωσορίζει. Σπασμένοι ήχοι κελαρυστοί, ψίθυροι και φωτοσκιάσεις, θροίσματα και τιτιβίσματα.
Δένδρα , πουλιά έντομα και ζουζούνια ζουν στον δικό τους ρυθμό.
Με τους ήχους του δάσους, τον ψίθυρο και το κελάρυσμα του νερού συνεχίζουμε την ανάβαση.
Πλησιάζουμε στο Κάτω – Βέρμιο το Σέλι που όλοι γνωρίζουμε.
Η ιστορία του χωριού άρχισε όταν η έξοδος των Βλάχων ξεκίνησε από τα βλαχοχώρια της Πίνδου. Αβδέλλα, Περιβόλι, Σμίξη και Σαμαρίνα.
Νομάδες, αυτάρκεις, σκληροί, γεροδεμένοι, με ατσαλένια πίστη και κυρίως αδούλωτη ψυχή.
Το 1878 ένα χρόνο μετά το θάνατο του Κούρτ πασά των Ιωαννίνων αναδεικνύεται στο πασαλίκι της Ηπείρου ο γαμπρός του ο εικοσιοκτάχρονος τότε γόνος του Τεπελενίου ο Αλή Πασάς.
Αρβανίτης, γιδοβοσκός αρχικά και ύστερα σκληρός ληστής με δικό του ασκέρι ίδρυσε στην ουσία ένα ανεξάρτητο ελληνοαλβανικό κράτος μέσα στην επικράτεια της οθωμανικής κυριαρχίας.
Κατήργησε όλα τα προνόμια των Βλάχων, σκόρπισε τον τρόμο και την εξόντωση των Επαναστατών, λεηλάτησε περιουσίες και επέβαλλε μια νέα εξοντωτική φορολογική αρπαγή ( σας θυμίζει κάτι σήμερα ) σε όλη την περιοχή της Πίνδου.
Καπετάνιος της μεγάλης φυγής ο Γιώργος Μπαντραλέξης ( 1784 – 1867). Ακολουθούν μια οδοιπορική δωδεκάχρονη Οδύσσεια, διασχίσανε δυσπρόσιτες πλαγιές κατακόρυφα βουνά, τον Σμόλικα και την Βασιλίτσα και βρίσκουν την καταληκτική τους Ιθάκη στο Βέρμιο.
Το χωριό μάς υποδέχεται έρημο, ήσυχο τυλιγμένο στην ομίχλη χωρίς καθόλου κίνηση.
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής από την ίδια διαδρομή.
Μαγεμένοι για μια άλλη φορά από την εναλλαγή των χρωμάτων συνεχίζουμε την κατάβαση.
Η ομορφιά ήταν κρυμμένη, μας περίμενε στη στροφή του μονοπατιού.
Κάτω από τις αγριοκαστανιές, μια παρέα αγριόχοιρων απολάμβανε καρπούς και ρίζες δένδρων.
Φθάσαμε στην τοποθεσία που άλλοτε υπήρχε το χωριό Μαρούσια.
Το χωριό που καταστράφηκε ολοσχερώς από του Τούρκους το 1822, δεν υπάρχει σήμερα.
Μοναδικό μνημείο, ο ναός του Αγίου Νικολάου που χτίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα και αποτελεί το μοναδικό μνημείο του παλιού χωριού.
Ανάψαμε ένα κερί στη χάρη του, μέρα που είναι σήμερα και συνεχίσαμε την καθοδική μας πορεία μέσα από ένα πυκνό καταπράσινο δάσος οξιάς.
Η φύση και σήμερα ήταν γενναιόδωρη μαζί μας, ήταν γλυκιά και όχι σκληρή και ακατανόητη.
Πρέπει όλοι εμείς να την να αφουγκραζόμαστε και προπάντων να τη σεβόμαστε.
Για τον Σύλλογο Χιονοδρόμων Ορειβατών Βέροιας
Τσιαμούρας Νικόλαος