«καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ
καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ
καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες»
[Θουκυδίδης, Α, 70,3]
Tου Απόστολου Ιωσηφίδη
Μέσα στο πλήθος των σχολικών και ευρύτερα εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, εορτών και παραστάσεων, και μέσα στην απέραντη σειρά των ποικίλων πολιτιστικών και κοινωνικών εκδηλώσεων, που, επί δεκαετίες, φιλοξένησε η ευρύχωρη αίθουσα τελετών του ιστορικού Γυμνασίου μας, πριν μετατραπεί σε δημοτικό βουλευτήριο, ξεχωρίζει, τόσο για τον χρόνο της διεξαγωγής της, όσο και για τον σκοπό της διοργάνωσής της, μια -προ 100 ετών- χοροσπερίδα «ποὺ ἔδωκαν οἱ {τότε νεοεγκατασταθέντες} πρόσφυγες τῆς πόλεώς μας». Με σκοπό να προσπορισθούν έσοδα, όχι για να ενισχύσουν τα εξαθλιωμένα βαλάντιά τους, αλλά «ὑπὲρ προσθήκης διαμερισμάτων λουτρῶν εἰς τὸ ἐνταῦθα προσφυγικὸν νοσοκομεῖον».
Όλοι τους αντιμετώπιζαν άμεσες και ασφυκτικές, προσωπικές και οικογενειακές, ανάγκες: στέγασης, σίτισης, ένδυσης, εντοπισμού αγνοουμένων, μεταφύτευσης στους νέους τόπους… Και όλοι τους αποδείχθηκαν «ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες». Προτάσσοντας το συλλογικό καλό, αναπληρώνοντας θεσμικά κενά, καλύπτοντας οικονομικές ανεπάρκειες, παραδίδοντας μαθήματα, στα οποία όμως ελάχιστοι από τους απογόνους τους φαίνεται να εντρυφούν…
«Φιλανθρωπικὴ χοροεσπερὶς εἰς τὴν Βέρροιαν
Ὅταν κακὴ μοῖρα ὕστερα ἀπὸ μιὰ τόσο μεγάλη συμφορά, ἐσάρωσε τόσο κόσμο, ὅπως ἔλαχε στὸν καθένα, ὅλοι ἐσκέπτοντο πῶς θὰ μπορέσουνε νὰ φροντίσουν διὰ τὴν οἰκογένειάν των. Καθένας εἶχε ξεχάση τὸν ἑαυτό του, τὴν θέσι του, τὴν προγενεστέρα δρᾶσι του καὶ τὴν κοινωνική του τάξι. Ταυτοχρόνως ὅμως ἀνέπτυξε μίαν θέλησιν ὑπεράνθρωπον, μίαν δύναμιν ἀφάνταστον, γιὰ νὰ ξεχάσῃ τὴν παλαιάν του ζωή καὶ νὰ ξαναφανῇ στὴ νέα, ποὺ ὡδηγοῦσε στὸ πραγματικὸ προορισμό.
Αὐτὰς τὰς σκέψεις μᾶς ἐγέννησε ἡ ἑορτὴ ἢ χοροεσπερὶς ποὺ ἔδωκαν οἱ πρόσφυγες τῆς πόλεώς μας ὑπὲρ προσθήκης διαμερισμάτων λουτρῶν εἰς τὸ ἐνταῦθα προσφυγικὸν νοσοκομεῖον.
Ἡ μοναδικὴ αἴθουσα τοῦ Γυμνασίου μας εἶχε μεταβληθῆ εἰς τρόπον ὥστε ν᾿ ἀποβῇ ἀσύγκριτος χάρις εἰς μίαν καλαισθησία και τάξι πραγματικὰ ἀπαράμιλλον. Οἱ προσκεκλημένοι εἰσερχόμενοι εἰς αὐτὴν ἐδοκίμαζαν μίαν μεγάλην ἔκπληξιν. Ἡ προσφυγιὰ ἀναζοῦσε. Ὕστερα ἀπὸ τόση φρικτὴ δοκιμασία ἔκαμνε τὴν πρώτη ἐπίσημη ἐμφάνισή της, μετὰ τρόπου τοιούτου ὥστε νὰ ὑπόσχεται πάρα πολλὰ διὰ τὸ μέλλον.
Ὅλες αἱ κοινωνικὲς τάξεις ἀντιπροσωπεύονταν.
Ἡ μουσικὴ ποὔχε προσκληθῆ ἐπίτηδες ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη ἐσκορποῦσε γλυκὰ γλυκὰ τὴ μελωδία της. Ὁ χορὸς δὲν ἤργησε ν᾿ ἀνάψῃ καὶ ἡ διασκέδασις εἶχε φθάσῃ στὰ ὠμορφότερα σημεῖα.
Ἡ ἐπιτυχία εἶχε ἐξασφαλισθῆ ἀπὸ γερὰ χέρια πὤτρεχαν μιὰ ἑβδομάδα γιὰ τὴν ἐπιτυχία της. Ὁ ὑποδιοικητής μας κ. Ἐμπορίδης[1 ] μὲ τὸν ἀεικίνητον διευθυντὴ τοῦ Νοσοκομείου μὲ τὴν εὐγενῆ κ. Ἑλ. Κυριτζοπούλου καὶ τὴν δεσποινίδα Θάλειαν Τζιβάνογλου εἴχανε πάγει καὶ στὴ γειτονική μας Νάουσα γιὰ τὴ διάθεσι εἰσιτηρίων.
Αἱ εὐγενέσταται δέσποιναι καὶ δεσποινίδες Ἄρτεμις Καλαμπάκα, Κικὴ Καλυμπάκα, Εὐθαλία Ζάννου, Καλυψὼ Νικολαΐδου, Ὄλγα Κυριτζοπούλου, ἐκινοῦντο ἐπὶ ἠμέρας μὲσ᾿ στὴ Βέρροια διαθέτουσαι παντοῦ εἰσιτήρια μὲ τὴν εὐγένεια ποὺ τὰς διακρίνει μὲ τὸ γέλιο στὸ στόμα. Ἀεικίνητοι οἱ διοργανωταὶ οι κ.κ. Χρῆστος Κυριτζόπουλος, Μιχαὴλ Χ΄΄Μιχάλης, Δ. Νικολαΐδης, Φίλιππος Σαλούτζης, Σπυρ. Σταυρίδης, Ἀντώνιος Σαρικωστῆς, Γεώργιος Δζιβάνογλου, καὶ Ἰορδάνης Παυλίδης, ἐφρόντιζαν γιὰ τὸ κάθε τι. Δίκαιος ἔπαινος ἀνεξαιρέτως καὶ πολλὰ συγχαρητήρια εἰς ὅλους. Στὸ τέλος τοῦ χοροῦ ἐγένετο κλήρωσις λαχείου διὰ τὸ ὁποῖον ὁ πληρεξούσιος κ. Ἀ. Γρηγοριάδης εἶχε προσφέρη ἕνα θαυμάσιο ἀνθοδοχεῖον ἐξ ἀπλακᾶ.
Αἱ εἰσπράξεις ὑπερέβησαν κάθε προσδοκία διὰ τὴν Βέρροια. Μέχρι τοῦδε εἰσεπράχθησαν 19.500 δραχμάς. Κλείνοντας τὴν ἀνταπόκρισιν ἔχομεν νὰ διατυπώσωμεν ἕνα μικρὸ παράπονο[ 2], διὰ τὸν Βεροιώτικο Ἀστέρα ὁ ὁποῖος δυστυχῶς δὲν κατώρθωσε νὰ ἐξοικονομήσῃ καὶ ἀφιερώσῃ διὰ τὴν ἑορτήν δύο σειρές.
Τόμαν»
«Μακεδονία», 27-12-1924.
[1 ] Την δράση του κυρίου Υποδιοικητού εξαίρει (σχεδόν παράλληλο) σημείωμα του τοπικού «Ἀστέρος»:
«Εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ ἐξάρωμεν τὴν δρᾶσιν ἔν τε τῇ πόλει μας καὶ τῇ ἐπαρχίᾳ τοῦ ὑποδιοικητοῦ μας κ. Π. Ἐμπορίδου.
Οὗτος ἀεικίνητος καὶ ἐνεργητικώτατος φροντίζει ἐκ τῶν ἐνόντων διὰ τὴν διόρθωσιν τῶν κακῶς ἐχόντων.
Μόνον τὸ γεγονὸς ὅτι ἐπεσκέφθη ὅλα σχεδὸν τὰ χωρία τῆς ἐπαρχίας μας εἰς τὰ ὁποῖα ἀπὸ τῆς ἀπελευθερώσεως δὲν εἶχε πατήσει ἀνώτερος Διοικητικὸς Ὑπάλληλος τιμᾶ αὐτόν.»
«Ἀστὴρ Βερροίας», 23-11-1924.
[ 2] Το «μικρὸ παράπονο» δεν έμεινε αναπάντητο από τον «Βεροιώτικο Ἀστέρα»:
«Εἰς τὰ παράπονα τοῦ ἀγαπητοῦ Τόμαν ἀπαντῶμεν ὅτι ὁ Ἀστὴρ Βερροίας δὲν ἐδημοσίευσεν εἰς τὸ φύλλον τοῦ Δ)βρίου περὶ τῆς Προσφυγικῆς χοροεσπερίδος διότι εἶχεν παρέλθη μὴν καὶ πλέον ἀπὸ τῆς χρονολογίας μέχρι τῆς ἡμέρας τῆς ἐκδόσεώς μας.»
«Ἀστὴρ Βερροίας», Ἰανουάριος 1925.