Δίπλα στο
ποτάμι στεκόμουν στη γιορτή του Αγίου Πέτρου
τότε που
πέρναγαν άλογα και κάρα
και κάτι
μετανοιωμένες γυναίκες των καλοκαιριών.
Έτσι μπόρεσα
να καταλάβω τις εποχές
που
σκόρπαγαν νοσταλγίες τα μεσημέρια.
Τι σκοπό
είχαν όμως οι ξεναγήσεις στους χρησμούς
και τις
αρχαιοκάπηλες σκέψεις έλεγα;
Οι
στιγμιαίες ορατότητες πίκραιναν τον κόσμο.
Μήπως και
χθες δεν βλέπαμε
τις ειδήσεις
που πέφτανε απ` τις τηλεοράσεις
και
πίκραιναν τον κόσμο;
Αμάν πια.
Αν ήμουν συλλέκτης
φθινοπωρινών ονείρων όμως;
Αν μάζευα τα
14000 ΑΝ της γειτονιάς;
Αν κρεμόταν
απ` τις στέγες μυστικά της βροχής;
Αν μάζευα
τις νύχτες να τις πω παραμύθια;
Αν οι
παπάδες χανόταν στις κυδωνιές;
Αν
τραγούδαγαν ιχθυοπώλες στο San Remo
Αν, αν, αν,
αν……….
Τότε,
ότι είχες να
πεις το είπες μου λέγανε.
Έξω φυσάει
ουδετερότητα. Το αισθάνεσαι;
Μένουν
μονάχα οι τεθλασμένες που κατεβαίνουν
τις σκάλες,
αυτές που
περιμένουν τις ελπίδες
για να
πλουτίσουν τον Κόσμο.
Τότε
που
ανεβαίνοντας τις σκάλες κόντεψες το
φεγγάρι
και παρ`
ολίγο
ν` ακούσεις
μυστικά τ` ουρανού.
Γιάννης
Ναζλίδης
30 Νοέμβρη
2024