Ελκυστικοί για νέα επενδυτικά κεφάλαια -εγχώρια και διεθνή- παραμένουν οι τομείς της εφοδιαστικής αλυσίδας και των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων στην Ελλάδα, με τη χώρα να κερδίζει τη διεθνή αποδοχή και προσοχή, έχοντας αναγνωριστεί ως στρατηγικός κόμβος διαμεταφορών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Επιπλέον, η ισχυρή γεωπολιτική θέση της χώρας και η συνεχής βελτίωση των υποδομών της, αντισταθμίζουν τις όποιες αρνητικές συνέπειες των γεωπολιτικών κρίσεων. Στα παραπάνω συμπεράσματα, σύμφωνα με δημοσίευμα του ΑΠΕ-ΜΠΕ, κατέληξε η Επιτροπή Μελών Logistics του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, καταγράφοντας όλες τις εξελίξεις του κλάδου από αρχές του έτους. Όπως αναφέρει ανακοίνωση, τα μέλη της επιτροπής εκτιμούν ότι οι συνεχιζόμενες επενδύσεις σε αποθηκευτικούς χώρους, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες αντιμετώπισης των προκλήσεων, θα διατηρήσουν την αναπτυξιακή πορεία του τομέα και κατά τα επόμενα χρόνια. Σε ό,τι αφορά στις επενδύσεις σε νέους αποθηκευτικούς χώρους, όπως εκτιμάται, συνεχίζονται με έντονο ρυθμό, καθοδηγούμενες από μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια, που προδιαγράφουν την ισχυροποίηση της Ελλάδας ως διεθνή κόμβο διανομής, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ο τομέας των οδικών μεταφορών από τις αρχές του έτους δοκιμάζεται από τη μείωση των εξαγωγών βιομηχανικών και όχι μόνο προϊόντων, προς την Ευρώπη. Ανοδικά δείχνουν να κινούνται μόνο τα τρόφιμα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη συνεχή έλλειψη οδηγών και τις συνεχόμενες αυξήσεις των διοδίων, όπως και των ναύλων στην Αδριατική, αλλά και το υψηλό κόστος συντήρησης των οχημάτων, έχουν εκτινάξει τις τιμές των κομίστρων σε πολύ ψηλά επίπεδα.
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν, το 2024 οι σιδηροδρομικές μεταφορές στη χώρα εξακολουθούν να εμφανίζουν τη χειρότερη εικόνα της τελευταίας 20ετίας. Μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και την κακοκαιρία Daniel που προξένησε σημαντικές καταστροφές στο σιδηροδρομικό δίκτυο, το κομμάτι της τηλεδιοίκησης δεν έχει αποκατασταθεί, ούτε εξελιχθεί, παρά το γεγονός ότι οι επισκευαστικές εργασίες άρχισαν άμεσα. Συνεπεία αυτού, τα δρομολόγια των συρμών δεν μπορούν να πληθύνουν, με αποτέλεσμα η συμμετοχή του σιδηρόδρομου στον τομέα των εμπορευματικών μεταφορών να μην ξεπερνά σήμερα το 2%.