Συντάκτης: ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Το Ξηρολίβαδο απελευθερώθηκε από την οθωμανική κυριαρχία στις 15 Οκτωβρίου 1912, μια ημέρα πριν από την απελευθέρωση της Βέροιας.
(Οι Έλληνες στρατιώτες ενώ
εισέρχονται στην κοιλάδα του Ξηρολιβάδου)
Ο Ελληνικός Στρατός υπό την ηγεσία του διαδόχου Κωνσταντίνου, προερχόμενος από την Κοζάνη, ακολούθησε την παλιά διάβαση της Βασιλικής Οδού και προχώρησε προς το Ξηρολίβαδο.
(Η εικόνα του Ξηρολιβάδου που παραστατικά περιέγραψε ο Σπύρος Μελάς το 1912, ελάχιστα διαφέρει από την σημερινή.)
Η ένοπλη οθωμανική φρουρά που έδρευε εκεί πρόβαλε αντίσταση, αλλά μετά από αψιμαχία υπεχώρησε και στη συνέχεια ο Ελληνικός Στρατός διεκπεραιώθηκε μέσω των στενών του Τριποτάμου προς την Βέροια, την οποία απελευθέρωσε αναίμακτα.
(Την κατηφορική διαδρομή των προβάτων προς το λιβάδι του Ξηρολιβάδου ακολούθησαν και οι Έλληνες στρατιώτες το 1912)
Χαρακτηριστικό
ιστορικό κείμενο που διασώζει στην ιστορική μνήμη αυτό το επεισόδιο, αποτελεί
το τηλεγράφημα που απέστειλε ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού Διάδοχος
Κωνσταντίνος προς τον Πρωθυπουργό και Υπουργό Στρατιωτικών Ελευθέριο Βενιζέλο:
“Προς
τον Πρωθυπουργό κ. Ελευθέριο Βενιζέλο, Υπουργείο Στρατιωτικών Αθήνας.
Μετά
την χθεσινή αναγγελθείσαν αψιμαχία μεταξύ ημετέρου και εχθρικού αποσπάσματος εκ
πεζικού και πυροβολικού, κατέχοντος στενά Τριποτάμου, και μετά ετέραν αψιμαχίαν
μεταξύ ημών και μικρού εχθρικού τμήματος εν Ξηρολιβάδω, εχθρός υπεχώρησε την
νύκτα, εγκαταλείψας την Βέροια, εις ην εισήλθον σήμερον.
Λαός ενθουσιωδώς υπεδέχθη, Οθωμανοί κάτοικοι διέμειναν εν τη πόλει, οι δε προύχοντες εξ αυτών, παρουσιασθέντες, εδήλωσαν υποταγήν. Κωνσταντίνος Διάδοχος”.
(Η κορυφή Ξηροβούνι ως τμήμα της κορυφογραμμής του Βερμίου που περιβάλλει το Ξηρολίβαδο)
Ο Γιαννιώτης λοχίας τότε του πυροβολικού και μετέπειτα διακεκριμένος λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς, υπήρξε από τους πρώτους που μπήκαν στο Ξηρολίβαδο και κατέγραψε με ιδιαίτερο θαυμασμό τις εντυπώσεις του από το φυσικό κάλλος του τοπίου:
«Κατά
τον προς τους Τούρκους πόλεμον του 1912 η Τετάρτη Μεραρχία, (εις ην ανήκε και ο
συγγραφεύς, υπηρετών ως λοχίας του πυροβολικού), διετάχθη κατά την 15ην
Οκτωβρίου να προχωρήση από το Ντορταλή προς την Βέρροιαν κυκλωτικώς διά του
Ξηρολιβάδου.
Οι
άνδρες λίαν πρωί εξεκίνησαν και δι’ανηφορικής και δυσβάτου ατραπού, εις την
οποίαν τα ζώα εσκαρφάλωναν με δυσκολίαν, έφθασαν τέλος κατά την δύσιν εις την
κορυφογραμμήν του Βερμίου όρους, εν μέσω πυκνοτάτου δάσους από αγριοβελανιδιές
και οξυές.
Διέβημεν
το απόκρημνον διάσελον, το υψηλότερον, δηλαδή, σημείον του νοτίου βραχίονος του
Βερμίου όρους, (του οποίου η κορυφή, το περίφημον Καρά Τας, υψούται χίλια
εννεακόσια μέτρα υπέρ την επιφάνειαν της θαλάσσης), κι επήραμε, πάντοτε υπό την
πυκνήν σκιάν πλουσίων φυλλωμάτων, την κατηφορικήν ατραπόν προς το Ξηρολίβαδον.
Ποία
παράδοξος αντιστροφή του ευφημισμού!
Επεριμέναμεν
να ευρεθώμεν απέναντι του Κουασιμόδου των τοπίων, προ φαλακρού και ανύδρου
επιπέδου, όπου διά μέσου πετρών θα εφύετο αραιόν χορταράκι, μόλις όσον θα ήρκει
να δικαιολογηθή απλώς η λέξις λιβάδιον, οπότε υπό τους θόλους των κεκλιμένων
κλάδων διεκρίναμεν θαυμάσιον χειμαδιό προβάτων, εξαισίαν κοιλάδα με τα απλά, τα
καθαρά, τα ζωντανά και γλυκύτατα χρώματα των θείων πινάκων ενός Σεγκαντίνι.
Η
κοιλάς αυτή, αρκετά ευρεία, στρωμένη με παχύτατον τάπητα πυκνής χλόης, όπου δεν
υπήρχεν ουδέ η ελαχίστη πετρίτσα, ουδέ η παραμικροτέρα πτυχή, ως να την
εσιδέρωσαν προ πέντε λεπτών, κλείεται πανταχόθεν από δασώδεις κλιτύς, αι πυκναί
σκιαί των οποίων έδιδαν εις την χλόην την πλέον έντονον και βαθείαν απόχρωσιν του
πρασίνου.
Το
άσπρο των προβάτων, τα οποία έβοσκαν εκεί, ακτινοβολούσε και το απαλόν
περίγραμμα των αθώων ζώων ανεδεικνύετο κτυπητόν επί του θαυμασίου εκείνου
βάθους.
Εις
το μέσον περίπου της κοιλάδος υπήρχεν αρκετά μεγάλη τεχνητή λίμνη, εις τα νερά
της οποίας ετρεμούλιαζεν, ελαφρά - ελαφρά, ο άδολος χρυσός, που έχυνεν εκεί μία
εξαισία δύσις.
Παρέκει
έβλεπε κανείς μίαν παράταξιν αρχεγόνων πηγαδίων, ωσάν εκείνο, προ του οποίου ο
Ελεάζαρ συνήντησε την ωραίαν Ρεβέκκαν.
Τα
μεγάλα, τα πρωτογενή ξύλινα βαρούλκα των έτριζαν αναβιβάζοντα εις τα πλατέα
χείλη κουβάδες με διαυγέστατον νερό, από το οποίον οι άνδρες έπιναν απλήστως.
Αυτό
το τρίξιμον απετέλει τον μόνον ήχον που μπορούσε να ακούση κανείς εις την
σιωπηλήν κοιλάδα, όπου οι κρότοι των βημάτων ίππων και ανδρών επνίγοντο εις το
παχύ στρώμα της πυκνής χλόης.
Από
στιγμής εις στιγμήν ενόμιζες ότι από το δάσος θα ξεπροβάλη κανένα ξανθό ελαφάκι
να το ταΐσεις ψωμί στο χέρι σου.
Τα
πάντα ήσαν εκεί τόσον ήρεμα και τόσον αθώα, ώστε το κομμάτι αυτό της γης και
αυτή η ώρα σου εφαίνοντο σαν πράγματα κλεμμένα αίφνης από την πρώτην ημέραν της
παραδεισιακής ευδαιμονίας του ανθρώπου.
Εντός ολίγων λεπτών όλοι εγίναμε πρόβατα εσκιρτούσαμεν, επηδούσαμεν, επαίζαμεν εις την χλόην, λησμονούντες και τον εχθρόν και την κόπωσιν, κατά το μικρόν διάστημα της ωριαίας στάσεως της φάλαγγος εις το μαγευτικόν τοπίον.»
(Φθινοπωρινή απεικόνιση του δάσους που διέσχισε ο Ελληνικός Στρατός για να φθάσει στο Ξηρολίβαδο)
Η γλαφυρή αφήγηση του Σπύρου Μελά ανταποκρίνεται με ακρίβεια στην σημερινή εικόνα του τοπίου όπως απεικονίζεται στο σύγχρονο φωτογραφικό υλικό.
(Η «Μπούνα» το εμβληματικό «καλό πηγάδι», ένα από τα πολυάριθμα του Ξηρολιβάδου)
(Το θέαμα των προβάτων που βόσκουν στο λιβάδι εξακολουθεί να εμπνέει…)
(Τα πρόβατα στο λιβάδι του Ξηρολιβάδου με φόντο το χωριό)
(Άποψη της «Μπάρας» της λίμνης που συγκίνησε τον Σπύρο Μελά)
Η απελευθέρωση του Ξηρολιβάδου στις 15 Οκτωβρίου 1912 που επιτεύχθηκε όχι αμαχητί, αλλά μετά από ένοπλη αψιμαχία, υπήρξε ο προάγγελος της απελευθέρωσης της Βέροιας και στη συνέχεια ολόκληρης της Ημαθίας. Με υπερηφάνεια λοιπόν εορτάζει και το Ξηρολίβαδο, την ξεχωριστή αυτή επέτειο της απελευθέρωσης του.
(Το φθινοπωρινό Ξηρολίβαδο καθώς καθρεπτίζεται στα ήρεμα νερά της «Μπάρας»)
(Το ηλιοβασίλεμα του Ξηρολιβάδου δεν έχει να ζηλέψει
σε τίποτα
από τα γνωστά και κοσμοπολίτικα ανά τον κόσμο.)
(Άπλετος ο χρυσός από τον ήλιο που δύει, απλώνεται στη Μπάρα και αντάμειψε
τους στρατιώτες που απελευθέρωσαν το Ξηρολίβαδο)