Είμαι ακόμη στο χωριό μου. Οι δουλειές πολλές.Το ίδιο και οι ομορφιές.Τα πρωινά περνούν γρήγορα με την ενασχόληση μου στον κήπο.Ακομη τα λαχανικά μου,δίνουν καρπούς.Η καστανιά και η καρυδιά μου έδωσαν τούς καρπούς τους.
Μετα το μεσημέρι, ξεκουράζομαι αγναντεύοντας το απέναντι βουνό πού όταν κοντεύει έξι ο ήλιος χαϊδεύει τίς ακόμη πράσινες ράχες του.Και σαν βραδιάζει για τα καλά, ανάβω την σομπιτσα μου και πιάνω το κέντημα μου.Ειχα χρόνια πού παράτησα αυτή την ευεργετική συνήθεια.
Με ξεκουράζει και με γεμίζει αναμνήσεις.Τοτε που οι γυναίκες τού σπιτιού έπλεκαν έραβαν και κεντούσαν τα προικιά.Μαζεμενες γύρω από την ξυλόσομπα,η μαμά μου μάθαινε να κρατάω την βελόνα , σωστά για να μην τρυπήσω τα δάχτυλα μου.Το πρώτο μου, κέντημα, ένα μαξιλάρι γατούλα για το κρεβάτι μας. Αυτό που μοιραζομουν με τον μικρό αδελφό μου.
Ποσο λαχταρουσα ένα κατάδικο μου δωμάτιο...Να το γέμιζα με κούκλες, ζωγραφιές δικές μου και κουζινικα μικρά για να παίζω όσο θέλω. _Μαμα ποτε θα μου μάθεις να ράβω στην μηχανή; ρωτούσα την μαμά μου, καθώς κοντευα να τελειώσω το μαξιλαράκι γατούλα.Ειχα μία εμμονή με την πανέμορφη ξύλινη μηχανή τής μαμάς...
Ώρες καθόμουν δίπλα της,να κοιτάζω την βελόνα τής μηχανής της να ανεβοκατεβαίνει πάνω σε ένα φθαρμένο ύφασμα και να μεταμορφώνεται σε ένα καινούργιο ρούχο.Ηταν για μένα μαγικό.Και πολλές φορές όταν η μαμά έλλειπε, προσπαθούσα να ράψω, κρυφά.Σε μία τέτοια στιγμή με έπιασε η μαμά και βέβαια με τιμώρησε γιατί αυτό που πήγα να κάνω ήταν επικίνδυνο.Ποτε δεν με άφησε να πλησιάσω την μηχανή της.Ουτε και όταν μεγάλωσα.
Ο ήλιος εδυσε και η νύχτα άπλωσε το δίχτυ της πάνω στο όμορφο χωριό μου.Τα πουλιά κουρνιασαν στις φ
ωλιές τους κουρασμένα από το ολοήμερο πέταγμα τους. Οι μέρες για την γιορτή του Αγίου Δημητρίου πλησιάζουν. Στολίσαμε και καθαρίσαμε την μεγαλοπρεπη εκκλησία μας.Λιγοι κάτοικοι έμειναν πια.Δεν θέλω να φύγω από τον παράδεισο μου.Ειναι τόσο όμορφος ακόμη και τώρα που σχεδόν όλα τα έχω μαζέψει και τυλίξει.Απο τώρα σκέφτομαι την χαρά τού καλοκαιριού , όταν θά τόν ξαναστολισω. Όμως όλο βρίσκω δουλειά να ασχολούμαι.Ειναι τόσο αναζωογονητικό.Μαζευω τα κίτρινα φύλλα από το γκαζόν τσαπιζω τα μικρά κομμάτια γης και τα ετοιμάζω για το επόμενο φυτεμμα τους, πετάω τα ξερά λουλούδια γεμίζω με χώρα τα παρτέρια μου....
Και όταν κατεβαίνω για λίγες μέρες στην πόλη, ανυπομονώ να γυρίσω στο καταφύγιο μου.Εδω ανασυγκροτω το μέσα μου, βάζω σε τάξη τίς σκέψεις μου κάνω παρέα μαζί τούς . Εξασκούμε στην σιωπή!
Ο κόσμος τής σιωπής είναι Σωτήριος!! Έχει δρόμους, στενούς που δυσκολεύεσαι να περάσεις έχει ανηφόρες κακοτραχαλες που σε αναγκάζουν να κοντοστεκεσαι για να ανασανεις, έχει εμπόδια πολλά μέχρι να φτάσεις, στο πολυπόθητο πλάτωμα,στο άνοιγμα της ψυχής.
Που επιτέλους τόλμησες να ομολογήσεις στον εαυτό σου , ότι τίποτε δεν μπορείς να καταφέρεις μόνος σου.Ολα γίνονται μαγικά,όταν αφήνεις τον εαυτό σου,με εμπιστοσύνη στα χέρια Του.Ετσι αρχίζει ένας αγώνας και μια αυτοκριτική και αυτομεμψια για το ποιός είσαι και που νομίζεις ότι πηγαίνεις.Οχι βέβαια ότι μπορείς να διορθώσεις κάτι χωρίς την βοήθεια Του.
Ομως μέσα από την σιωπηλή κουβέντα μαζί του και θαυμάζοντας την αγάπη Του και την ανοχή Του προσπαθείς έστω και λίγο να προβληματιστείς να αναθεωρήσεις, να βάλεις προτεραιότητες να ησυχάσεις και να συνειδητοποιήσεις ότι δεν είσαι μόνος.
Στα δύσκολα σου φωνάζει!! Είμαι εδώ!!! Αχ!! αυτή η σιωπή πόσα μου μαθαίνει!!
Όλγα Κουτμηριδου -Μεταξα