Του Γιάννη Καμπούρη
Πολύς λόγος και πολλά τα γραφόμενα τον τελευταίο καιρό για την αριστερά και την κεντροαριστερά και όχι άδικα. Βέβαια το ζήτημα αυτό δε μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσα από τις λίγες γραμμές που ακολουθούν, αλλά θεωρώ ότι ο καθένας μας που εκτιμά ότι ανήκει την Αριστερά, οφείλει να δώσει το στίγμα του σε αυτή την κρίσιμη πολιτική συγκυρία.
Η αριστερά ως χώρος, χαρακτηρίζεται από μια βαθύτατη ιδεολογικοποίηση, οπότε δεν απορούμε με τις επαναλαμβανόμενες κρίσεις και διασπάσεις που καταγράφονται στο ιστορικό της. Όμως όποιο και αν είναι το συγκυριακό ιδεολογοπολιτικό τους υπόβαθρο, τίθεται πάντα το ίδιο βασικό ερώτημα, που είναι και η βάση των συγκρούσεων. «Ποια είναι η αριστερά» ; Από την απάντηση μας θα προκύψει όχι μόνο η πολιτική της φυσιογνωμία, αλλά και η σχέση της με την κεντροαριστερά και γενικότερα η προοπτική της στο σήμερα.
Ο όρος «αριστερά» συνεχίζει να ερμηνεύεται κατά το δοκούν και αν δεν κατασταλάξουμε στο περιεχόμενό του, οι εσωτερικές συγκρούσεις και διασπάσεις στο χώρο της θα συνεχιστούν. Και πάντα θα υπάρχει περιθώριο για κάθε είδους πολιτικούς εισοδισμούς. Ας θυμηθούμε λχ ότι ακόμα και Σημίτης μιλώντας για το ΠΑΣΟΚ, αναφέρθηκε σε αυτό ως κομμάτι της Ευρωπαϊκής Αριστεράς !!!
Η ερμηνεία της «Αριστεράς» δεν είναι ένα πρόβλημα εννοιολογικό, ώστε να επιδέχεται μια διαχρονική ερμηνεία, από τη στιγμή που το περιεχόμενό της, με τα χρόνια έχει υποστεί αλλαγές, απόρροια της προσπάθειας προσαρμογής της στα εκάστοτε ιστορικά δεδομένα. Γιατί παράλληλα με τη δυναμική που εμπεριέχει ως πολιτική θεωρία και πρακτική, οφείλει να διαβάζει τη ροή της εξέλιξης, οπότε και η ερμηνεία της είναι ένα διαρκές ζητούμενο, ανταποκρινόμενο στα εκάστοτε ιστορικά δεδομένα. Σε αντίθετη περίπτωση θα αποστεωθεί, μεταλλασσόμενη και αυτή σε ένα ιστορικό απολίθωμα.
Έτσι σήμερα αν μιλάμε για την Αριστερά πρέπει να είμαστε σαφείς αν αναφερόμαστε στο μετασχηματισμό της κοινωνίας ή σε μια αναδιανεμητικού τύπου σοσιαλδημοκρατία που μπορεί μεν να επαγγέλλεται την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά δεν προτίθεται να θίξει τις δομές του συστήματος. Γιατί αν αναφερόμαστε σε μια αναδιανεμητικού τύπου αριστερά, τότε μοιραία μετακομίζουμε στην κεντροαριστερά. Οπότε και η αγχώδης προσπάθεια ορισμένων για όχι απλά συγκυριακή πολιτική σύμπλευση γενικότερα του δυνάμεων του δημοκρατικού – προοδευτικού τόξου, αλλά για πολιτική ενοποίησή του, μόνο άδολη δεν είναι. Είναι μια σαφής προσπάθεια ακύρωσης της προοπτικής για μετασχηματισμό της κοινωνίας, άρα και της αριστεράς.
Αν μιλάμε για Αριστερά, οφείλουμε να έχουμε ως αδιαπραγμάτευτο στρατηγικό στόχο το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Αλλά εδώ προκύπτει ένα σημαντικό ζήτημα. Μήπως αυτό το διαβάζει η κοινωνία ως ένα μαξιμαλιστικό στόχο, οπότε και διστάζει να μας εμπιστευτεί την εξουσία ; Και εμείς που υιοθετούμε αυτό το στόχο ως πρωτεύοντα, μήπως απλά θέλουμε να είμαστε σε αρμονία με μια ναι μεν ελκυστική, αλλά «ουτοπική» προοπτική τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα ; Πριν απαντήσουμε σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα ας σταθούμε και σε δυο ακόμα ιδιαίτερα και αλληλένδετα χαρακτηριστικά της αριστεράς, που βάρυναν και στοίχισαν στην ιστορία της και πολύ περισσότερο στην ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ.
Η Αριστερά είναι συνυφασμένη με τα κάθε είδους κινήματα. Αλλά ποιες δάφνες μπορεί να διεκδικήσει στο κομμάτι αυτό, με την όποια έκφρασή της ; Ας είμαστε ειλικρινείς. Τα περισσότερα κινήματα είναι αυτοφυή, γέννημα κάποιας ανάγκης και εμείς ερχόμαστε εκ των υστέρων, είτε να τα υποστηρίξουμε, είτε να τα αναθεματίσουμε. Αυτό και αν δεν είναι οπορτουνισμός ! Η κοινωνία προχωρά και δεν περιμένει εμάς να της υποδείξουμε το δρόμο της. Ή είμαστε μέσα στην κοινωνία και λειτουργούμε ως ιδεολογικός καταλύτης σηματοδοτώντας τη ρότα της ή μοιραία θα καταλήξουμε στο περιθώριο της.
Ακόμα η αριστερά χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός σφικτού κομματικού μηχανισμού που λειτουργεί δημοκρατικά και θεωρητικά είναι στην πρωτοπορία των πολιτικών αγώνων και των κινημάτων. Λοιπόν αυτός ο μηχανισμός υπήρξε ή όχι σε κάποιο κομμάτι της ; Και αν δεχθούμε ότι υπήρξε, ποιο σκοπό υπηρέτησε, το κίνημα συνολικά ή την προσπάθεια συγκεκριμένων ομάδων για την εσωτερική τους επικράτηση και την εξυπηρέτηση ιδιοτελών επιδιώξεων πέρα από ιδεολογικές καταβολές και βάσεις ; Τραγικό σύμπτωμα και αυτό της αποπολιτικοποίησης που γεννά και γεννιέται από την ιδιοτέλεια προσώπων, που προτάσσουν την προσωπική τους ταυτότητα και τύχη από εκείνη της κοινωνίας. Και να έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι η έλλειψη ενός κομματικού μηχανισμού, προσφέρει το γόνιμο έδαφος για παράλληλους προσωκεντρικούς μηχανισμούς.
Και τώρα μέσα από αυτή την οπτική και τον προβληματισμό ας έρθουμε στο ΣΥΡΙΖΑ και στα τεκταινόμενα σε αυτόν και ας δεχθούμε ότι ανήκει στην Αριστερά με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τις αντίστοιχες αδυναμίες. Γιατί αν δε συμφωνούμε ότι ανήκει στην αριστερά, τότε όλοι αυτοί οι «αριστεροί», γιατί επέμεναν να βρίσκονται σε ένα κομματικό χώρο μη αριστερό ; Και αν ανήκει στην αριστερά, ήταν τόσο εύκολη η «άλωση» του, μέσα από κοινά αποδεκτές κομματικές δημοκρατικές διαδικασίες και μάλιστα από ίδια τη βάση του, από στοιχεία «τρίτα» προς αυτόν ; Προφανώς και όχι. Αυτό που συνέβη ήταν η έκφραση μιας συσσωρευμένης δυσαρέσκειας απέναντι σε μια «αριστοκρατική» αντίληψη περί αριστεράς, που συγκρότησαν, υιοθέτησαν και υπηρέτησαν ορισμένα στελέχη του, με αποκλειστικό σκοπό τη διαχρονική εδραίωση της παρουσίας τους σε αυτόν. Όμως όντας μαρξιστές, κάτοχοι του διαλεκτικού υλισμού όπως διατείνονται, όφειλαν να γνωρίζουν ότι η κατάσταση που επέβαλλαν έφθασε σε ένα κρίσιμο, οριακό σημείο, όπου αρκούσε μόνο «το πέταγμα μιας πεταλούδας» για να συμβούν κοσμογονικές αλλαγές στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Και την παραίτηση Τσίπρα, μόνο με πέταγμα πεταλούδας δε μπορούμε να την προσομοιάσουμε.
Η αριστερά είναι χώρος προσφορά και αγώνα, δεν είναι επάγγελμα και χώρος «κοινωνικής καταξίωσης και ανάδειξης».
Όμως αυτή η εξέλιξη και η αλλαγή που βίωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει και ένα αρνητικό χαρακτηριστικό. Έχει προς το παρόν μια νεφελώδη πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική συγκρότηση, που αν και έχει αναφορά στο χώρο της αριστεράς πρέπει σε πολλά σημεία της να αποσαφηνιστεί. Το σημείο αυτό είναι και η «αχίλλειος πτέρνα» της όλης κατάστασης στο εσωτερικό του.
Με όλα τούτα, υπάρχει ελπίδα και προοπτική για την Αριστερά και ειδικότερα για το ΣΥΡΙΖΑ ; Ναι και αν δεν υπάρχει, οφείλουμε να τη συγκροτήσουμε άμεσα. Ο λαός δε φταίει σε τίποτα να εισπράττει τη δική μας αδυναμία συγκρότησης εναλλακτικών πολιτικών, μένοντας έρμαιο των σημερινών νεοφιλελεύθερων σκληρών πολιτικών και σε αναμονή επίλυσης των ιδεολογοπολιτικών μας διαφωνιών. Αυτό μπορεί να φαντάζει ως ιδεαλιστική προσέγγιση, αλλά είναι μια ιστορική ανάγκη σήμερα. Όσο για το ποιος θα ηγείται αυτής της προσπάθειας είναι μεν σημαντικό αλλά δεν είναι το πρωτεύον, κάποιος θα είναι τελικά, όποιον η βάση του κόμματος δημοκρατικά επιλέγει, το πρόβλημα μας δεν είναι αυτό. Τα πρόβλημα μας είναι το ποια πολιτική θα εκφράσει, που σε κάθε περίπτωση οφείλει να είναι απόρροια συντεταγμένων, συλλογικών δημοκρατικών διαδικασιών και αποφάσεων στα πλαίσια των κομματικών οργάνων και του καταστατικού.
Και στη σημερινή πολιτική συγκυρία ας μην προσπαθούμε να χρεώσουμε όλες τις αμαρτίες μας στον πρόεδρο ακόμα και το προπατορικό αμάρτημα ! Ο σεβασμός στα όργανα και τις εσωκομματικές διαδικασίες είναι βασικό προαπαιτούμενο για μια θετική πορεία. Καλοί και επιζητούμενοι οι σχετικοί προβληματισμοί περί των ακολουθητέων πολιτικών, αλλά αν ξεφεύγουν από το συντεταγμένο κομματικό πλαίσιο μόνο σύγχυση προκαλούν. Και επιτέλους ας αναρωτηθούν όσοι βρίσκουν «ευήκοα ώτα» στα συστημικά κανάλια και γενικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, γιατί άραγε τους παραχωρούν βήμα ; Αφού τους στύψουν και εκτονώσουν το όποιο θέμα που κατά την κρίση τους πληγώνει την αριστερά, θα τους παραμερίσουν και θα πάνε παρακάτω σε αναζήτηση άλλων πρόθυμων «αντιρρησιών».
Και μια παρένθεση για τα οικονομικά των κομμάτων. Ας είμαστε ειλικρινείς. Οι πολιτική αυτονομία ενός χώρου είναι απόλυτα συνυφασμένη με την οικονομική του ανεξαρτησία. Όσοι έχουν εμπλακεί σε εκλογικές διαδικασίες ακόμα και σε αυτοδιοικητικές, γνωρίζουν πολύ καλά ότι πάντα υπάρχουν πρόθυμοι χρηματοδότες, αλλά με το «αζημίωτο». Οπότε ή ματώνεις για την οικονομική σου ανεξαρτησία ή ενδίδεις σε ένα αλισβερίσι «δούναι λαβείν», τόσο απλά. Καλή η επιθυμία της ύπαρξης και λειτουργίας του «στο κόκκινο» και της «Αυγή», αλλά προϋποθέτουν για την ύπαρξη και λειτουργία τους, μια σημαντική δαπάνη. Ας προταθεί ένας ρεαλιστικός τρόπος εξεύρεσης των σχετικών πόρων και είμαι βέβαιος ότι κανείς δεν έχει αντίρρηση για τη συνέχιση της λειτουργίας τους, αλλά ας προταθεί επιτέλους. Και μη πείτε «τι αξία θα είχε η ζωή χωρίς επιθυμίες ;»
Ναι, παραμένει ως στρατηγικός μας στόχος ο μετασχηματισμός της κοινωνίας, αλλά ως τέτοιος δεν μπορεί να είναι η προμετωπίδα μας στη σημερινή πολιτική συγκυρία. Στόχος και προμετωπίδα μας είναι η διαμόρφωση ρεαλιστικών και χρηστικών προτάσεων που επιλύουν τα προβλήματα της καθημερινότητας της κοινωνίας στο σήμερα. Προτάσεις που θα αποτελέσουν και τη βάση ευρύτερων κοινωνικών συμμαχιών στη σημερινή πολιτική συγκυρία.
Να είμαστε χρήσιμοι, ωφέλιμοι, ζυγίζοντας τη σημερινή πραγματικότητα, γιατί διαφορετικά δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Το πρόβλημα μας είναι η αντιμετώπιση των σκληρών και απάνθρωπων νεοφιλελεύθερων πολιτικών που βιώνουμε. Και όσοι δεν το αντιλαμβάνονται αυτό και προτάσσουν σεβαστές μεν, αλλά άκαιρες ιδεολογοπολιτικές ανησυχίες, ουσιαστικά πριμοδοτούν τη συνέχιση και διεύρυνση του σημερινού κοινωνικοπολιτικού αδιεξόδου της κοινωνίας μας.
Και βέβαια να μη ξεχνάμε πάντα ότι ακολουθεί μια νέα γενιά που διεκδικεί ρόλο και παρουσία στην ιστορία και αυτό δεν πρέπει να της το στερήσουμε. Αυτό που πρέπει να κάνουμε, είναι να της μεταφέρουμε τη μέχρι σήμερα συσσωρευόμενη γνώση και εμπειρία από τους πολιτικούς αγώνες της αριστεράς.
Η ενότητα της κεντροαριστεράς αποτελεί τη μόνη διέξοδο στη σημερινή πολιτική συγκυρία, αλλά να έχουμε στο νου μας ότι μακροπρόθεσμα μας απομακρύνει από το στρατηγικό μας στόχο μετασχηματισμού της κοινωνίας προς αγαλλίαση της δεξιάς (*). Έτσι η παράλληλη διασφάλιση της πολιτικής αυτονομίας του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να είναι αδιαπραγμάτευτη, όπως και οι προσπάθειες μας για την ανάπτυξη κινημάτων στην κοινωνία και η ύπαρξη μιας σφικτής, βαθύτατα πολιτικοποιημένης και δημοκρατικής οργάνωσης.
Με την ελπίδα και την προσδοκία για ένα πιο όμορφο αύριο, όπου θα υπάρχει θέση και ρόλος για όλους μας, ας κάνουμε μια ειλικρινή ενδοσκόπηση και στη συνέχεια ας συστρατευτούμε στον αέναο αγώνα της αριστεράς για μια δίκαιη και ανθρώπινη κοινωνία. Και ας δώσει το επερχόμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τις πειστικές απαντήσεις που εναγωνίως περιμένει η κοινωνία.
(*) Στο σημείο αυτό απλά να θυμίζω την ακατανόητη αντίδραση των άλλων προοδευτικών δυνάμεων, στην πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ για τη θέσπιση της απλής αναλογικής. Τα επίχειρα εκείνης της αντίδρασης βιώνουμε σήμερα και ας μη ρίχνουμε κροκοδείλια δάκρυα για το χάλι της κοινωνίας μας και της οικονομικής της κατάρρευσης και αυτό ας το έχουμε στο βάθος του μυαλού μας στην προοπτική των όποιων συνεργασιών. Όσο για το ΚΚΕ δε μπορώ να μη κρίνω την κάθετη αντίρρηση του για οποιαδήποτε συνεργασία και να θυμίσω ότι οι όποιες συνεργασίες είναι απόρροια συγκεκριμένων ιστορικών δεδομένων και αναγκών, όπως λχ το ακραίο σύμφωνο «Μολότωφ – Ρίμπερντροπ».