Αναρωτήθηκα παρακολουθώντας το θέμα με τα «προβληματικά» σχολικά γεύματα, πόσο σοβαρά άραγε αντιμετωπίζαμε όλοι μια κατάσταση που είχε δείξει δείγματα εδώ και πολύ καιρό, ωστόσο τα κακώς κείμενα περνούσαν «στο ντούκου», ειδικά για τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου.
Άραγε περιμέναμε τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ με την κάμπια στο μπρόκολο, το σάπιο μήλο, τα ακατάλληλα κρέατα ή τις λιποβαρείς μερίδες, ενώ εδώ και πολύ καιρό ξέρουμε ότι σε μεγάλο βαθμό τα σχολικά γεύματα καταλήγουν στην καλύτερη περίπτωση στις κότες ή τα σκυλιά;
Όλο αυτό το διάστημα υπήρχαν καταγγελίες πανελλαδικά, αλλά οι αρμόδιοι είτε κώφευαν θεωρώντας υπερβολές τα καταγγελλόμενα, είτε αυτές οι καταγγελίες ακόμη είναι στην διαδρομή του τούνελ της γραφειοκρατίας. Και να που ήρθε μια ομαδική δηλητηρίαση δεκάδων παιδιών να ταρακουνήσει μια κατάσταση που μάλλον δεν ήταν καλή. Τώρα πόσο σύμπτωση είναι η πυρκαγιά στις αποθήκες τροφίμων της εταιρείας που τα παρασκεύαζε, την προηγούμενη του ελέγχου από τις υπηρεσίες, δεν θα το μάθουμε ίσως ποτέ, αφού δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα να εξετάσουν πρώτες ύλες και συνθήκες υγιεινής
Και γιατί δεν ξεσηκωθήκαμε τόσο καιρό ενώ βλέπαμε τα σκουπίδια που έδιναν στα παιδιά μας; Έλα μωρέ τζάμπα είναι, θα γκρινιάξουμε κιόλας; Τζάμπα; Πρόκειται για συμβάσεις της κυβέρνησης με ιδιωτικές εταιρείες κέτερινγκ που πληρώνουμε όλοι οι φορολογούμενοι. 180.000 γεύματα ημερησίως, δηλαδή σχεδόν οι μισοί μαθητές δημοτικού πανελλαδικά. Τίποτα δεν είναι τζάμπα. Και ο κίνδυνος για τα παιδιά;
Ο θεσμός των σχολικών γευμάτων είναι θεμελιώδης, δίνει λύση σε φτωχές οικογένειες, αλλά και εργαζόμενες μητέρες. Αυτά τα περιστατικά δεν πρέπει να οδηγήσουν σε περιορισμό τους, αλλά σε αναβάθμιση. «Δρακόντιοι» κανόνες για τους ελέγχους ποιότητας και ποσότητας που δεν θα παύσουν μόλις καταλαγιάσει το θέμα, ώστε να διατίθενται απολύτως ασφαλή, επαρκή και πλούσια γεύματα σεβόμενοι την υγεία των παιδιών και τα χρήματα των φορολογουμένων.
Ζήσης Μιχ. Πατσίκας