Γράφει ο Αναστάσιος Βασιάδης
Με αφορμή την Διεθνή Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών που καθιερώθηκε από την Γενική Συνέλευση της UNESCO να τιμάται στις 18 Απριλίου κάθε έτους, μετά από πρόταση του Διεθνούς Συμβούλιου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), αναδεικνύεται και πάλι ο βασικός σκοπός αυτής της ανακήρυξης που είναι «η ευαισθητοποίηση για την πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας, την ευπάθειά της και τις προσπάθειες που απαιτούνται για την προστασία και την διατήρησή της».
Η καθιέρωση της Διεθνούς Ημέρας Μνημείων και Τοποθεσιών έχει ως καθοριστικές αρχές, την παγκόσμια κάλυψη της αντίληψης κάθε μνημείου ως κτιρίου ή ιστορικού τόπου, την ανάδειξη των καθοριστικών του χαρακτηριστικών, την σημασία που έχει στην ιστορική και κοινωνική διαδρομή της ευρύτερης περιοχής και των κατοίκων της και την διαφύλαξη του αρχικού του αρχιτεκτονικού η φυσικού χαρακτήρα από περαιτέρω παρεμβάσεις και προσθήκες.
Αυτές οι καθοριστικές και παγκοσμίως αποδεκτές αρχές, ατυχώς παραβιάζονται απροκάλυπτα στην περίπτωση του Μνημείου της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας, που με τις νέες εξ αρχής κατασκευές που βρίσκονται σε εξέλιξη, εμποδίζεται η συνολική ανάδειξη του, υποβαθμίζεται η αξία του, προσβάλλεται η πόλη και υποτιμάται η αισθητική και η νοημοσύνη των κατοίκων και των επισκεπτών.
Είναι γνωστό ότι κατά την διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, το κτίριο της Παλιάς Μητρόπολης που χρησιμοποιήθηκε για διάφορους σκοπούς πέρα από αυτόν για τον οποίο οικοδομήθηκε, αφέθηκε να περιζωθεί από αυθαίρετα προσκτίσματα που στηρίχθηκαν στην εξωτερική τοιχοποιία του, τα οποία στέγασαν επαγγελματικές δραστηριότητες αλλά και κατοικίες.
Εκείνα τα προσκτίσματα από πολλών ετών είχαν εγκαταλειφθεί και σταδιακά κατέρρεαν, υποβαθμίζοντας ακόμα περισσοτερο το Βυζαντινό Μνημείο, το οποίο απέκρυπταν.
Η ανάδειξη της Παλιάς Μητρόπολης στην λατρευτική και ιστορική αίγλη που της ανήκε, υπήρξε μόνιμο αίτημα των Βεροιέων, καθώς και σταθερή προεκλογική εξαγγελία τόσο κατά τις εθνικές όσο και κατά τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Κοινή συνείδηση υπήρξε πάντα, ότι η ανάδειξη του Ναού προϋπέθετε την απομάκρυνση όλων των προσκτισμάτων που τον επικάλυπταν.
Χρειάστηκε προ ετών να υπάρξει πάνδημη απαίτηση για την διάσωση, αποκατάσταση και ανάδειξη του Μνημείου, που εκφράστηκε προς το Υπουργείο Πολιτισμού από την Κίνηση Ενεργών Πολιτών της Βέροιας, η οποία υποστηρίχθηκε από τις Αρχές, τους Φορείς και τους πολίτες του τόπου.
Η τότε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, ανταποκρίθηκε στο πάνδημο αίτημα της τοπικής κοινωνίας και με την λήψη των αναγκαίων πολιτικών αποφάσεων, ξεκίνησαν οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης και κατεδάφισης όλων των προσκτισμάτων που απέκρυπταν υποβαθμίζοντας επί μακρόν, το μοναδικής αξίας θρησκευτικό μνημείο.
Παράλληλα όλη η περιβάλλουσα το Μνημείο έκταση του ιδίου οικοδομικού τετραγώνου κηρύχτηκε ως «Χώρος Πρασίνου» στον οποίο απαγορεύτηκε κάθε οικοδομική δραστηριότητα.
Στην ίδια χρονική περίοδο προχώρησε και η ένταξη του όλου έργου της αποκατάστασης και ανάδειξης του Μνημείου σε χρηματοδοτικά προγράμματα.
Οι εργασίες εξελίχθηκαν ταχέως και όλα τα απαλλοτριωμένα προσκτίσματα κατεδαφίστηκαν προκειμένου να αναδειχθεί το μνημείο, πλην τριών στο βορειοδυτικό τμήμα που εξαιρέθηκαν για λόγους που δεν έγιναν τότε γνωστοί, με αποτέλεσμα εκείνο το τμήμα της Παλιάς Μητρόπολης να αποκρύπτεται για σειρά ετών, ενώ δεν συνεχίστηκε στον συγκεκριμένο χώρο το παράλληλο ανασκαπτικό έργο που εξελίχθηκε πέριξ του Μνημείου, το οποίο έφερε στο φως σημαντικά ευρήματα που σχετίζονται με το ίδιο του Μνημείο και την ιστορία της Βέροιας, με αποτέλεσμα να παραμένουν καταχωμένα σημαντικά αρχαιολογικά στοιχεία μεταξύ των οποίων και τα θεμέλια του αρχικού Βαπτιστηρίου του Βυζαντινού Ναού.
Οι υπόλοιπες εργασίες επί της Παλιάς Μητρόπολης συνεχίστηκαν και σύντομα ο ανακαινισμένος Βυζαντινός Ναός, εγκαινιάστηκε παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, με τα παραμένοντα προσκτίσματα καλυμμένα με αντιαισθητικά πλαστικά πετάσματα, να δεσπόζουν στον χώρο.
Μετά από αρκετό χρονικό διάστημα έγινε γνωστό ότι τα συγκεκριμένα προσκτίσματα που εξαιρέθηκαν της κατεδάφισης, προορίζονταν να εξελιχθούν σε χώρους στέγασης διαφόρων χρήσεων, κατά παράβαση της αρχικής απόφασης και μετά από έγκριση της μετέπειτα πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, προκαλώντας έντονη δυσφορία και αντίδραση της τοπικής κοινωνίας.
Κατ εξαίρεση δε των υπολοίπων κατεδαφισθέντων, τα παραμένοντα προσκτίσματα χαρακτηρίστηκαν ως «αρχαία», προσβάλλοντας βάναυσα την νοημοσύνη και την αισθητική των πολιτών.
Προ λίγου καιρού οι κάτοικοι της Βέροιας διαπίστωσαν πρόσκαιρα με ικανοποίηση, ότι τελικά τα εν λόγω προσκτισθέντα παραπήγματα κατεδαφίστηκαν, σε ευθυγράμμιση με την αρχική πολιτική απόφαση.
Γρήγορα όμως επικράτησε η γενική απογοήτευση, αφού εσπευσμένα ξεκίνησε στον ίδιο «χώρο πρασίνου», η ανέγερση νέων εξ αρχής οικοδομικών κατασκευών ασχέτων ως προς τα κατεδαφισθέντα προσκτίσματα, με την επανάχρηση μεταφερόμενων υλικών από άλλες κατασκευές, που αποκρύπτουν εκ νέου το βορειοδυτικό τμήμα της Παλιάς Μητρόπολης και καταχώνουν σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα.
Παρά τα επανειλημμένα διαβήματα της Κίνησης Ενεργών Πολιτών Βέροιας προς κάθε αρμόδια Αρχή, Φορέα και Παράγοντα, προς τους οποίους ετέθη το αίτημα της τοπικής κοινωνίας, για διακοπή των κατασκευών που αποκρύπτουν και υποβαθμίζουν το Μνημείο και την πλήρη απελευθέρωσή του, σύμφωνα με τις ισχύουσες διεθνώς αρχές που συμπεριλαμβάνονται στην Διακήρυξη της UNESCO, οι εργασίες ανέγερσης των νέων κτισμάτων συνεχίζονται απρόσκοπτα, προκαλώντας αισθήματα γενικής απογοήτευσης και αγανάκτησης.
Η αντίδραση της Κίνησης Εναργών Πολιτών και της τοπικής κοινωνίας, ας ενεργοποιήσει κάθε αρμόδια αρχή, με αφορμή την Διεθνή Ημέρα Μνημείων και Τοποθεσιών που υπενθυμίζει στην Διεθνή Κοινότητα την Διακήρυξη της UNESCO «για την προστασία και την διατήρησή των Μνημείων», η οποία τόσο απροκάλυπτα καταστρατηγείται στην περίπτωση του μοναδικής αξίας Βυζαντινού Μνημείου της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας.