Γράφει ο Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος
Απτό δείγμα αυτής της αρρωστημένης κατάστασης που επικρατούσε στα ελληνικά σώματα της λίμνης περί τον Απρίλιο του 1907 αποτελεί το αχρονολόγητο υπ’ αρ. 106 έγγραφο [προφανώς από το Κέντρο Αθηνών προς το Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης] του φακέλου «Κ.Μαζαράκης», το οποίο υπογράφει ο «Κώστας» και αναφέρεται στην ανάρμοστη συμπεριφορά ορισμένων καπετάνιων και ανταρτών: «Αγαπητοί μου / Ο Παπατζανετέας επανήλθε αφού ανέμενε εις Ματαπάν απάντησίν σας. Εις την Γενεύην [λίμνη Γιαννιτσών] δεν ήτο δυνατόν να παρέμενεν ως επείσθην εκ των παραστάσεών του, δι’ όν λόγον δεν έμεινεν ούτε ο Ματαπάς, δι’ όν λόγον ουδείς τίμιος άνθρωπος θα ανθέξη εάν μάλιστα συμπέση να είναι και μικρός κατά βαθμόν. / Ιδού τα αίτια 1) Μέγας αριθμός αδιοίκητος 2) Άπειροι δημιουργηθέντες υπαρχηγοί υπαξιωμ. και ιδίως Κρήτες κακομαθημένοι και μη ανεχόμενοι κανένα νέον. Ο Παπατζανετέας υβρίσθη. Ο Ματαπάς επίσης παρά Κρητός υβρίσθη αναιδέστατα 3) Η αργία και η έλλειψις ευκινησίας του αρχηγού διέφθειρεν εις μέγαν βαθμόν. 4) Η οινοποσία η οποία δυστυχώς κατέχει και τον Σάρρον και εις μέγιστον βαθμόν τον Γ. Παπαδόπουλον όστις γίνεται κτήνος οσάκις μεθύσκεται και το παθαίνει συχνά εξερχόμενος εις Γιδάν. / Παρακαλώ τον κ. Ζώην [Δ. Κάκαβο] μετά προσοχής να αναγνώση τα ανωτέρω και να πεισθή ότι εξ ενδιαφέροντος προς την εθνικήν εργασίαν και προς αυτόν τον ίδιον απεφάσισα να γράψω καθαρά ότι συμβαίνει και να παρακαλέσω με το μαχαίρι χειρουργού να κόψη όλα τα σάπια έστω και άν μείνουν ελάχιστοι. / Αναγνωρίζω τας δυσκολίας ας έχετε εις το να διορθώνετε τα κακώς κείμενα αποτόμως, επίσης αναγνωρίζω ότι πολλάκις πταίομεν και ημείς ενταύθα δια αποστολών κακών (είναι δυσκολωτάτη ψυχολογία) μην νομίζετε όμως ότι τα ακριβή μαθαίνετε πάντοτε αυτόσε ένθα έχετε άμεσον επικοινωνίαν τουναντίον εκ των επανερχομένων εδώ καθ’ ήν στιγμήν ουδείς δεσμός ή συμφέρον τους συνδέει με αρχηγούς και άνευ μεσολαβήσεως Αντωνάκη (όστις παρά την χρησιμότητά του) δεν εφάνη πολλάκις ειλικρινής εις τας συστάσεις του (όρα Κλάπαν, Ματαπάν ον δεν εχώνευε, Ρήγαν όστις παρά την στενοκεφαλιάν του έδειξεν έξοχον συμπεριφοράν ενταύθα ως στρατιώτης μη ανοίξας ποτέ το στόμα του ούτε να κατηγορήση ούτε να ρεκλαμαρισθή κλπ) και ο Δομέστιχας την αυτήν γνώμην έχει. Και όλοι οι οπλίται οι ίδιοι συνιστάτε ελεύθεροι ενταύθα τα ίδια ομολογούν. Μή τούς λυθηθείτε λοιπόν αμέσως μετά Σάρρου πετάξετε όλους όσοι μετέβαλον την Γυν. εις χαρτοπαίγνιον ήτοι: / Μπακιράκην Κρήτα (είναι ο ίδιος όστις ήθελε να φονεύση Κατεχάκην) / Στέλιον Κρήτα / Στέλιον Παπαδάκην Κρήτα / Γρηγόριον Παπαδάκην Κρήτα / Υπαξιωμ. Κούμπαρην, Μαντούβαλον, Σπηλιώτην / Πολλοί εκ των ανωτέρω εξερχόμενοι εις Γιδά Νησ.[ί] Σχοινά ατιμάζουν γυναίκας κ.λ.π. / Οι οπλίται κατά το πλείστον είναι καλοί ιδίως οι στρατιώται. / […] / Βεβαίως θα εμάθατε την κοροϊδίαν που έκαμαν οι Βούλ. εις τους ιδικούς μας όταν ήσαν υψωμένα τα νερά φοβηθέντες επίθεσιν εδήλωσαν ότι ενούνται μετά των ημετέρων κλπ οι ιδικοί μας επείσθησαν εκτός Παπατζανετίου όστις απέτρεπε. Συνεφιλιώθησαν επί εβδομάδα ετροφοδοτήθησαν κατήλθον τα νερά και είτα … όταν ήσαν πλέον ασφαλείς τους έστειλαν γράμματα χυδαιότατα υβρίζοντες τους ιδικούς μας ως ανοήτους και βλάκας! Συνεβούλευσεν ο Τζαν. να γίνη επίθεσις τότε αλλά ανεβλήθη επ’ αόριστον. Ο άνθρωπος [Σάρρος;] δεν εμπνέεται από ανωτέρας ιδέας. Άλλα περί οικονομιών και παραπόνων οδηγών, χωρικών, οπλιτών δια διατροφήν κλπ κρίνω περιττόν να επαναλάβω. Οπωσδήποτε δεν εμπνέει εμπιστοσύνην. […] Εθεώρησα καθήκον μου να συστήσω εις τον κ. Ζώην ιδίως να μην είναι τόσο ευγενής διότι του χρωστούν χάριν να τους κτυπήση κατακέφαλα και να πεισθή ότι η σύστασίς μου είναι φιλικώ τούτω και ειλικρινής. / Υμέτερος / Κώστας […]».
Όλα τα παραπάνω ενισχύονται και από την αφήγηση του Βεροιώτη φαρμακοποιού Αριστοτέλη Βλάχου, που ήταν ταμίας του Κέντρου Βέροιας, ο οποίος επισκέφθηκε κάποτε τον Βάλτο και φιλοξενήθηκε «υπό ενός υπολοχαγού μεθύσου (Σάρρος;), εις την καλύβαν του, ήτις ήτο περιφραγμένη εν είδη προχώματος με κάσες γεμάτες φιάλες κονιάκ. Ο υπολοχαγός υπό την επήρρειαν του κονιάκ τω είπεν, ότι: Σ’ αυτήν εδώ την καλύβα θα λυθεί το Ανατολικό ζήτημα;». Ως ταμίας ο Αρ. Βλάχος έστελνε με τον Στέφανο Μπαντή από την Τριχοβίστα κάθε μήνα 50 λίρες για τους μισθούς των ανδρών του υπολοχαγού. Παρατήρησε όμως πως, όταν έστελνε καινούργιες λίρες, τελείωναν νωρίτερα, διότι οι αντάρτες «τας εναποθήκευον χρηματιζόμενοι». Όταν δε παραπονέθηκε για την κακή διαχείριση έλαβε την απάντηση: «Σ’ έναν αγώνα τέτοιο θα γίνει και σπατάλη χρήματος». Η πολύμηνη ανεξήγητη προσπάθεια των στελεχών του Προξενείου Θεσσαλονίκης να στηρίζουν τον αδρανή και μέθυσο Κ. Σάρρο, προκάλεσε την καθαρή παρέμβαση του Κέντρου Αθηνών, το οποίο αποκάλυψε την αδυναμία του Κ. Σάρρου να εκτελεί καθήκοντα «φρούραρχου της λίμνης».
Στη συνέχεια της χρονιάς αυτής εξαιτίας των διαφωνιών και της απραξίας των οπλαρχηγών, η ελληνική επιθετική πρωτοβουλία στη λίμνη χάθηκε σε μεγάλο βαθμό. Τα σώματα είχαν κάποιες επιτυχίες, δεν έχασαν έδαφος, αναχαίτισαν την επιρροή των εξαρχικών, δεν μπόρεσαν όμως να καταφέρουν ένα συντριπτικό πλήγμα στους εχθρούς τους στην περιοχή του ΒΔ Βάλτου.
Αντίστοιχα μεγαλύτερα προβλήματα είχαν και οι κομιτατζήδες όλο το έτος 1907 λόγω των συνεχών σφυροκοπημάτων που δέχονταν από τα ελληνικά σώματα σε όλη τη Μακεδονία. Είχαν μεγάλες απώλειες από θανάτους στελεχών και ανδρών των σωμάτων τους και παράλληλα αντιμετώπιζαν σοβαρή στενότητα χρηματοδότησης. Η παρακμή της δράσης τους είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα την αρχή της μεταστροφής πολλών χωριών, που αρχικά έλεγχαν, σε πατριαρχικά.-
Φωτ. Ο φρούραρχος της λίμνης Κ. Σάρρος (Κάλας)