Γράφει ο Κων/νος Α. Ζώκος
Δάσκαλος Φυσικής
Με την ελληνική εκπαίδευση έχουμε ασχοληθεί με σειρά άρθρων. Στα τελευταία, η προσοχή μας επικεντρώθηκε στον εντοπισμό κάποιου παράγοντα που θα μπορούσε να αιτιολογήσει την αδυναμία που χαρακτηρίζει διαχρονικά την κεντρική κρατική διαχειριστική ομάδα να επιλύσει το πρόβλημα της διαρκούς υποβάθμισης του ελληνικού σχολικού συστήματος και αυτό ανεξάρτητα από τον ιδεολογικό, πολιτικό και οικονομικό προσανατολισμό της [1]. Σε μακροσκοπικό επίπεδο, αναδείχθηκε η ολοένα και εντονότερη διαπλοκή δύο διαφορετικών συστημάτων: του δημόσιου, κρατικού σχολικού και του ιδιωτικού, αγοραίου φροντιστηριακού.
Η συν-ύπαρξη και συν-λειτουργία των δυο αυτών συστημάτων, η οποία οδηγεί τελικά σε ένα ενιαίο φροσχολικό σύστημα, εξελίσσεται μέσω αρνητικών αναδραστιστικών φαινομένων σε μια κατάσταση πτώσης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, η οποία στη συνέχεια οδηγεί σε συνολική υποβάθμιση της κρατικής κοινωνίας. Η ανικανότητα ή η απροθυμία της κεντρικής κρατικής διαχειριστικής ομάδας να αντιληφθεί τις δυο οικονομίες, στα πλαίσια των οποίων λειτουργούν τα δυο συστήματα και κατά συνέπεια η αδυναμία ή η αποφυγή της αντιμετώπισης, από την ομάδα στη διαχρονία, των προβλημάτων της εκπαίδευσης - λαμβάνοντας υπόψη τις δύο διαφορετικές οικονομίες ταυτόχρονα - οδηγεί στην αδυναμία επίλυσης και κατά συνέπεια στη διαιώνιση της προβληματικής κατάστασης του ελληνικού σχολείου. Αυτά, συνοπτικά, τα έχουμε ήδη αναδείξει!
Ας κρατήσουμε τα δεδομένα:
(α) Όλες οι βαθμίδες της ελληνικής εκπαίδευσης υπακούουν ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικές οικονομίες, της ελεγχόμενης κρατικής και της ελεύθερης αγοράς.
(β) Οι εκφάνσεις των δύο οικονομιών, το σχολικό σύστημα και το φροντιστηριακό σύστημα, διαπλέκονται κατά την ταυτόχρονη λειτουργία τους, (επι)δρώντας συνδυαστικά στους εκπαιδευτικούς φορείς και κυρίως στους σπουδαστές.
(γ) Η μακροσκοπική εμφάνιση του συστήματος καταγράφεται ιδιαιτέρως αρνητική σε μακροσκοπικές διαδικασίες ελέγχου.
(δ) Τα προϊόντα του κοινού φροσχολικού συστήματος καθώς διαχέονται στο επίπεδο της κοινωνίας την αλλοιώνουν, κάτι που εμφανίζεται όλο και περισσότερο με αρνητικό τρόπο.
(ε) Τα υπάρχοντα κόμματα και οι κυβερνήσεις αναδεικνύονται ανίκανοι να αντιληφθούν και να αντιμετωπίσουν την πτωτική κατάσταση.
Η αδυναμία επίλυσης φαίνεται να επιταχύνει την πορεία της διαρκούς κατάρρευσης και πολλές φορές υποβάλλει τη σκέψη ότι θα ήταν καλύτερα να κλείσουν αυτά τα σχολεία και να οικοδομηθούν νέα. Από την άλλη μεριά, είναι αλήθεια ότι, δεν μπορεί η ίδια η κρατική δομή - κόμματα ή κεντρική κρατική διαχείριση - να προχωρήσει στο κλείσιμο των υπαρχόντων σχολείων και την αντικατάστασή τους από μια άλλη σχετική οντότητα, αφού αυτά (θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι) διαμορφώνουν και τα άτομα-υποστηρικτές τους.
Τα ερωτήματα αναδύονται αβίαστα:
θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένας ενδιάμεσος, τρίτος δρόμος, ο οποίος θα διευκολύνει την διερεύνηση μετασχηματισμών στο ελληνικό σχολικό σύστημα που θα επιτρέψουν να βρεθούν νέοι τρόποι διαμόρφωσης των επιπέδων οργάνωσης και λειτουργίας του;
Παράλληλα, θα ήταν δυνατόν να αναδυθούν δράσεις οι οποίες θα επιτρέψουν να επιδιωχθεί η θραύση του επικίνδυνου δεσμού των εκπαιδευτικών εκφάνσεων των δυο διαφορετικών οικονομιών και να διερευνηθεί ο απεγκλωβισμός του σχολικού από το φροντιστηριακό σύστημα;
Ακόμη, θα μπορούσαν να οικοδομηθούν μέθοδοι άμεσης και διαρκούς εμπλοκής της κρατικής κοινωνίας σε όλη αυτή την διαδικασία, η οποία θα μπορούσε να αποδώσει ταυτόχρονα την αναβάθμιση των κοινωνικών υποκειμένων που τη συνιστούν, την απελευθέρωσή τους, αλλά και την καλλιέργεια νέων αξιών που να αποτελέσουν βάση για ένα κοινωνικό γίγνεσθαι που θα οδηγήσει σε κοινωνικές αλλαγές;
Είναι εμφανές ότι μια τέτοια διαδικασία αναζήτησης διαδρόμων διεξόδου από την παρούσα προβληματική κατάσταση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, θα μπορούσε να επιχειρηθεί με τη συνδρομή πειραματικών δομών, όπως πειραματικά σχολεία! Στο πλαίσιο αυτών θα ερευνώνται συνεχώς - με λογική αυτοελέγχου, αυτορρύθμισης και βελτιστοποίησης - μέθοδοι επίτευξης των στόχων που θα τεθούν, τόσο στα επιμέρους στοιχεία της οργάνωσης της δομής, όσο και στο όλο σχολείο όπου περιλαμβάνονται όλοι οι φορείς του, τα γνωστικά αντικείμενα, οι τρόποι βέλτιστης οργάνωσης και οι διάδρομοι διάχυσής του στην κρατική κοινωνία, κυρίως σε αυτή που αποτελεί το άμεσο περιβάλλον της πειραματικής δομής.
Εμφανίζεται, βέβαια, το ερώτημα κατά πόσο είμαστε ικανοί, Κράτος και (κρατική) Κοινωνία να επιδιώξουμε την υλοποίηση και να ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο. Αυτό όμως, διεξοδικότερα, αλλά και αρκετά άλλα σχετικά θα τα προσεγγίσουμε με το δεύτερο μέρος του άρθρου.
Σημείωση: Εικόνα από εφαρμογή της πειραματικής μεθόδου προσέγγισης της Φυσικής PhyLIA, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 σε θερινό σχολείο της ΕΕΦ.
[1] Κωνσταντίνος Α. Ζώκος, Το προβλέψιμο των επιδόσεων στο PISA και οι δυο οικονομίες που σαμποτάρουν την(δι)έγερση του «άταφου νεκρού», εφημερίδα ΛΑΟΣ (13-14/1/2024) [όπου υπάρχει και μερική αναφορά σε προηγούμενη σχετική αρθρογραφία]