Γράφει ο Θωμάς Γαβριηλίδης
ΟΙ ΣΥΝΔΑΙΤΥΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΟΧΟΥ
1. Αφού στάξτε ένα δάκρυ προσπεράστε, παροδίτες.
2. Είμαστε συνδαιτυμόνες εμείς, που μας σκότωσε
3. όταν τούτοδώ το σπίτι έπεσε του Αντιόχου.
4. Ο θεός το χώρο τούτο τόνε πρόσφερε σε μας
5. χώρος να ‘ναι συμποσίου, χώρος και του τάφου μας.
6. Τέσσερες απ’ την Τεγέα είμαστε εδώ θαμμένοι,
7. δώδεκα απ’ τη Μεσσήνη κι άλλοι πέντε από το Άργος.
8. Από τους συνδαιτυμόνες οι μισοί ήταν απ’ τη Σπάρτη,
9. κι ο Αντίοχος ο ίδιος. Και το πέμπτο του ενός πέμτου
10. σκοτωμένοι Κεκροπίδες. Και συ, Κόρινθε, τον Υλα
11. κλαίε, από τους σκοτωμένους μόνο αυτός ήταν δικός σου.
ΔΑΙΤΥΜΟΝΕΣ ΑΝΤΙΟΧΟΥ (E.A. XIV, 137)
1. Δάκρυ παρά στάξαντες αμείνετε, οίδε γαρ ημείς,
2. ους τόδε δώμα πεσόν ώλεσεν Αντιόχου
3. δαιτυμόνας, οίσιν γε θεός δαιτός γε τάφου τε
4. τονδ’ έπορεν χώρον, τέσσαρες εκ Τεγέης
5. κείμεθα, Μεσσήνης δε δυώδεκα, εκ δε τε πέντε
6. Άργεος, εκ Σπάρτης δ’ ήμισυ δαιτυμόνων,
7. αυτός τ’ Αντίοχος, πέμπτου δε τε πέμπτον όλοντο
8. Κεκροπίδαι, συ δ’ Υλαν κλαίε, Κόρινθε, μόνον.
ΣΧΟΛΙΑ
Ο Μητρόδωρος ο Γραμματικός (4ος ή 6ος αι. μ.Χ.) παρουσιάζει με το αριθμητικό του επίγραμμα XIV, 137 της Ελληνικής Ανθολογίας ένα τραγικό δυστύχημα που έγινε κάποτε, στη Σπάρτη, όπου από τους συνδαιτυμόνες-συμποσιαστές που σκοτώθηκαν, όταν κατέρρευσε το σπίτι του Αντίοχου, στο οποίο γινόταν το συμπόσιο, οι μισοί ήταν Σπαρτιάτες και δώδεκα από τη γειτονική Μεσσήνη, σε ένα σύνολο πενήντα συνδαιτυμόνων.
Εκτός από δύο συνδαιτυμόνες, που ήταν από τη «μακρινή» Αθήνα, όλοι οι άλλοι ήταν Πελοποννήσιοι, από Τεγέα, Άργος και Κόρινθο. Ανάμεσά τους, νεκρός ήταν, και ο οικοδεσπότης ο Αντίοχος, του οποίου του σπίτι δεν άντεξε το βάρος πενήντα ανδρών.
Ως φιλόλογος, αν και είχα ιδιαίτερη κλίση στην πρακτική αριθμητική και τη γεωμετρία, δίνω τις λύσεις που περιέχονται στην αγγλική έκδοση της Ελληνικής Ανθολογίας, που έχω υπόψη μου, χωρίς να μπαίνω σε λεπτομέρειες, που αρέσουν πολύ στους μαθηματικούς, ενώ, πρέπει να το σημειώσω, παρουσιάζω τα πιο εύκολα από τα αριθμητικά επιγράμματα της Ελληνικής Ανθολογίας, για να έχω την ευχέρεια να ασχολούμαι πιο πολύ με το «φιλολογικό» περιεχόμενο των επιγραμμάτων.
Η ΤΕΓΕΑ
Η Τεγέα ήταν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της Αρκαδίας, έδρα των τελευταίων Αρκάδων βασιλιάδων. Η ίδρυσή της τοποθετούνταν στους μυθικούς χρόνους. Θεωρούνταν γενέτειρα του θεού Πάνα, πολλών ηρώων και σπουδαίων ανδρών των γραμμάτων και των τεχνών και της θρυλικής για την ομορφιά και τις επιδόσεις της στο κυνήγι Αταλάντης.
Τεγεάτες είχαν λάβει μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, στον Τρωικό Πόλεμο, στους Περσικούς πολέμους και στον Πελοποννησιακό πόλεμο, στο πλευρό των Σπαρτιατών.
Πολιούχος της Τεγέας ήταν η θεά Αθηνά και ένας από τους σημαντικότερους ναούς της ήταν ο ναός της Αλέας Αθηνάς του οποίου διασώζονται λείψανα.
Η Τεγέα στα χρόνια της ακμής της είχε πληθυσμό σαράντα χιλιάδων κατοίκων (40.000 κατ.). Διέθετε Γυμνάσιο, θέατρο, στάδιο, αγορά, βουλή και κυκλοφορούσε δικό της νόμισμα. Αποικία της ήταν η Πάφος.
Η Τεγέα το 395 μ.Χ. καταστράφηκε, αφού λεηλατήθηκε από τους Γότθους. Οι Γότθοι, ως γνωστόν, ήταν γερμανική φύλα που αποκαλούνταν από τους Έλληνες Γότθοι επειδή ονόμαζαν το θεό Go++. Στη συνέχεια σταδιακά ερήμωσε. Τώρα ο επισκέπτης μπορεί να δει μόνο λείψανα περασμένων μεγαλείων.
Το όνομα Τεγέα θεωρείται ομόρριζο με τα ονόματα Τέγος, τέγη, στέγη, στεγανός και τα ρήματα στέγω και στεγάζω και το λατινικό (κοινής ινδοευρωπαϊκής προέλευσης) tego=τέγω=στέγω.
Η ΜΕΣΣΗΝΗ
Η Μεσσήνη ήταν μια από τις πιο σημαντικές πόλεις-κράτη της Αρχαίας Ελλάδας. Πήρε το όνομα της βασίλισσας Μεσσήνης, κόρης του Αργείου βασιλιά Τριόπα και συζύγου του Λάκωνα Πολυκάονα.
Ιδρύθηκε από τον Θηβαίο περίφημο στρατηγό Επαμεινώντα γύρω στα 370-369 π.Χ. (4ος αι. π.Χ.) στους πρόποδες του όρους της Ιθώμης, έπειτα από τη συντριπτική νίκη του επί των Σπαρτιατών, νίκη που έθεσε τέρμα στις ηγεμονικές τάσεις των Σπαρτιατών, στη μάχη στα Λεύκτρα της Βοιωτίας, το 371 π.Χ.
Η Μεσσήνη ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την αρκαδική Μεγαλούπολη για να πολιορκηθεί έτσι η Σπάρτη, από εχθρικές πόλεις-κράτη και να μην μπορεί πια να έχει επιρροή έξω από τη Λακωνία.
Την αρχαία Μεσσήνη την επισκέφθηκε το δεύτερο μετά Χριστόν αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος στα «Μεσσηνιακά» του γράφει μεταξύ άλλων τα εξής: «…θα συναντήσουμε στους πρόποδες της Ιθώμης μια πόλη των Μεσσηνίων που εξουσιάζει όχι μόνο την περιοχή προς την Ιθώμη αλλά και προς τον Πάμισο (ποταμό). …Γύρω από τη Μεσσήνη είναι τείχος λίθινο καθ’ ολοκληρίαν και επάνω σ’ αυτό πύργοι και επάλξεις» (Ας σημειωθεί σε παρένθεση ότι των τειχών μεγάλο μέρος σώζεται μέχρι σήμερα και εντυπωσιάζει με το θαυμάσιο χτίσιμό του).
«Στην αγορά των Μεσσηνίων (συνεχίζει ο Παυσανίας) υπάρχει άγαλμα του Σωτήρος Διός και η κρήνη Αρσινόη… Υπάρχουν επίσης ιερά του Ποσειδώνα και της Αφροδίτης. Το πιο αξιοσημείωτο είναι το άγαλμα της Μητρός των θεών από μάρμαρο της Πάρου, έργο Δαμοφώντος, αυτού που συναρμολόγησε με κάθε ακρίβεια το διαλυμένο ελεφαντοστούν στο άγαλμα του Ολυμπίου Διός και γι’ αυτό τιμάται από τους Ηλείους… Το ιερό του Ασκληπιού στην πόλη περιέχει πάμπολα και αξιοθέατα αγάλματα. Υπάρχουν αγάλματα του θεού (Ασκληπιού), των παιδιών του, του Απόλλωνα, των Μουσών, του Ηρακλέους, της πόλης των Θηβών, του Επαμεινώνδα, γιου του Κλεόμμιδος, της Τύχης και της Φωσφόρου Αρτέμιδος. Όλα τα μαρμάρινα αγάλματα είναι έργα του Δαμοφώντος, ενώ ο ανδριάντας του Επαμεινώνδα είναι μεταλλικός και έργο άλλου, όχι του Δαμοφώντος…».
Ας σημειωθεί ότι πολλά από εκείνα, που γράφει στο έργο του ο περιηγητής Παυσανίας τον 2ο αι. μ.Χ. ότι τα είδε, έχουν έρθει στην επιφάνεια έπειτα από πολύχρονες ανασκαφές, με αποτέλεσμα ο αρχαιολογικός χώρος της Μεσσήνης να εντυπωσιάζει τους επισκέπτες του, επειδή κάποια από τα μνημεία, θέατρο, ωδείο, στάδιο κ.ά. βρέθηκαν σχεδόν άθικτα και σε άλλα έγιναν θαυμάσιες αναστηλώσεις. Η Μεσσήνη πρέπει να αποκτήσει το Μουσείο που της αξίζει γιατί το υπάρχον είναι πολύ μικρό για να χωρέσει το πλήθος των ευρημάτων.
Η αρχαία Μεσσήνη πιστεύεται ότι επιβίωνε ως τα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα, οπότε καταστράφηκε από τις ορδές του Αλάριχου, αρχηγού των Βησιγότθων (Δυτικών Γότθων).
Οι κάτοικοι της Μεσσήνης την εγκατέλειψαν και κατέβηκαν νοτιότερα, προς τη θάλασσα, όπου έχτισαν τη (Νέα) Μεσσήνη, που λέγεται και Νησί, και βρίσκεται στη δυτική όχθη του ποταμού Πάμισου. Έτσι η αρχαία Μεσσήνη, μετά την ατυχία της να πέσει στα χέρια των Γερμανών του Αλάριχου, είχε την καλή τύχη να σκεπαστεί από τη γη της και να θαφτεί περιμένοντας υπομονετικά τους αρχαιολόγους να την ξαναζωντανέψουν, έχοντας ως ακοίμητο φρουρό της τα ιερά λείψανα των τειχών της που η ομορφιά τους έκανε τους αιώνες να τα σεβαστούν. Δεν λιθολογήθηκαν όπως τα ανάκτορα των Αιγών.
φωτογραφία: Αγάλματα θεών μπροστά στο Κοινοβούλιο της Βιέννης