Του ιερέως Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Τα τελευταία χρόνια, φίλοι αναγνώστες, μιλάμε πολύ. Μιλάμε και φωνάζουμε πολύ μέσα από σταθερά, μέσα από κινητά, μέσα από υπολογιστές, μέσα από ραδιόφωνα, μέσα από τηλεοράσεις, μέσα από αυτοκίνητα, στα σπίτια μας, στους δρόμους, όλοι συνεχώς μιλάμε. Μιλάμε αδιάκοπα και περισσότερα από όσο σκεπτόμαστε.
Λέμε περισσότερα από αυτά που θέλουμε και δεν λέμε αυτά που θα έπρεπε. Υπάρχει σοβαρό έλλειμμα ουσίας, πνευματική φτώχεια, πολύ χαμηλό επίπεδο ζωής. Συγχρόνως, μέσα από τα λόγια μας, βγαίνει λαχάνιασμα, άγχος, γιατί ποτέ δεν φτάνει ο χρόνος. Μια υπερένταση, μα αφορμή να νευριάσουμε, να μαλώσουμε, να βγάλουμε τα μάτια μας, να σφαχτούμε. Και όλοι μιλάμε και μιλάμε με θυμό, σαν να είμαστε αδικημένοι. Σαν να προειδοποιούμε μη μας βλάψουν. Ευερέθιστοι στην οδήγηση, καχύποπτοι στις συναλλαγές, αμφισβητίες απέναντι σε όλους (κυρίως σε όσους δεν συμπαθούμε. Γιατί άραγε;) και σε όλα, απομονωμένοι, παραμελημένοι, ξεχασμένοι, εχθροί των άλλων, αποστασιοποιημένοι και διαρκώς επιφυλακτικοί.
Διαμαρτυρόμαστε για όλα, εκφράζουμε αγανάκτηση και προβληματισμό όλης της ψυχής, έντονη αποδοκιμασία και πρόσωπα, για θεσμούς, κι όλο μαλώνουμε, αλλά πάλι μιλάμε και μιλάμε και μιλάμε…
Διαβάζοντας καλύτερα τα φαινόμενα, επισημαίνουμε ότι περίσσεψαν τα λόγια μας, γιατί φτώχυναν τα αισθήματά μας. Άδικα προσπαθούμε, συζητώντας, να συναντήσουμε καρδιές. Οι πόρτες είναι κλειστές. Εδώ και καιρό τα συναισθήματα ξενοίκιασαν από τα ζεστά δωμάτια της ψυχής. Ζουν ορφανεμένα, ξενιτεμένα από όμορφες προτάσεις, στα ωραία λόγια που πολύ μας αρέσουν για να μιλάμε και να μιλάμε. Περίσσεψαν τα λόγια μας για να καλύψουμε τα χρέη μας, την πτώχευση των ανθρωπίνων συναισθημάτων. Εισροή πληθώρας εγκεφαλικού κεφαλαίου δημιούργησε χαοτικό έλλειμμα και ψύχρα στα θερμά μέρη της ψυχής. Επεκτάθηκε η δυναστεία της γνώσης και πάγωσε τους χώρους της καρδιάς. Έτσι πλήθυναν και τα λόγια μας, για να φανερώνουν ότι είναι άδεια, ξενοίκιαστη η ζωή.
Όσο περισσότερο ακάθεκτα συνεχίζουμε να μιλάμε, τόσο διαπιστώνουμε ότι λιγότερο αγαπάμε. Προσπαθώντας να δώσουμε στους άλλους να μας καταλάβουν καλύτερα, πόσο άσχημα αισθανόμαστε, πόσο δύσκολα περνάμε, με την ακατάσχετη πολυλογία μας, γινόμαστε κουραστικοί. Μιλάμε για κόπωση, μιλάμε για προβλήματα, μιλάμε για τα ψυχολογικά μας, για την ταλαίπωρη ζωή μας, που δεν μας καταλαβαίνουν οι άλλοι, που εμείς φταίμε, που εμείς προσπαθούμε, που όλοι μας πολεμάνε και δώστου όλο μιλάμε και μιλάμε. Και ενώ θέλαμε να επικοινωνήσουμε με τον άλλον, τελικά τον κυνηγάμε…
Γιατί σήμερα συνέχεια μιλάμε; Επειδή κατά βάθος θέλουμε να εκφράσουμε ότι ψυχικά πεινάμε και διψάμε και πονάμε. Επειδή είμαστε αποπροσανατολισμένοι, ταραγμένοι, ταυτισμένοι με την ματαιότητα σε ζωή χωρίς ποιότητα, ψυχικά στραγγαλισμένοι και από την ημερομηνία λήξεως στριμωγμένοι. Επειδή απογοητευόμαστε, ανησυχούμε και δεν σωφρονούμε.
Τελικά, συνειδητοποιούμε ότι από μόνοι μας είναι αδύνατον να σωθούμε. Δεν σωζόμαστε με τις δικές μας δυνάμεις. Χρειαζόμαστε δάνειο, πίστωση, βοήθεια από Μέγα Χορηγό. Έχουμε άμεση ανάγκη από τη Χάρη Του. Από το Μέγα Έλεός Του, το αιώνιο αποταμιευμένο στα σπλάχνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ενεργοποιείται σωτηριολογικά δια της μυστηριακής μας εκούσιας συμμετοχής. Πρόκειται για την καλύτερη δανειοληπτική κίνηση χωρίς τόκους, αλλά και χωρίς υποχρέωση επιστροφής κεφαλαίου.
Πράγματι, δεν υπάρχει πουθενά αλλού τέτοια θυσιαστική προσφορά, όπως στην Σταυρωμένη δική μας Αγία Τράπεζα. Παίρνοντας, λοιπόν, την άνωθεν χορηγία, βαδίζουμε την πλέον ασφαλή πορεία, μέσα από τις αναγκαστικά δαιδαλώδεις διαδρομές της προσωπικής μας σωτηρίας. Πρόκειται, φίλοι αναγνώστες, για το πλέον σημαντικό θέμα, που πραγματικά αξίζει να ασχοληθούμε για να μιλάμε και να μιλάμε κι ατελεύτητα να μιλάμε, με αντίκρισμα και τελικό σκοπό αιώνια να αγαπάμε και να αγαπάμε…