Αναμεμιγμένος
στα ΤΙ και τα ΔΙΟΤΙ των νοημάτων,
ψάχνω στην ασθενή περίφραξη
της μνήμης μου.
Τι θες να μου πεις; Γιατί αναρωτιέσαι;
Ψάχνεις ακόμη στις σκιές αγαλμάτων,
παρηγορείς τη νύφη με το σκισμένο
νυφικό,
τον κόσμο που αποζητά αθωότητά
και ότι απόμεινε
απ` τα «ληγμένα» όνειρα.
Τι εννοείς σαν λες η υγρασία του
Μέλλοντος;
Πως ξέρεις,
που μετανάστευσαν οι μέρες της Άνοιξης,
πως φυγαδεύτηκαν οι ηττημένοι στρατοί,
ποιοί κλέψαν τους ψαλμούς
και τις απροφύλαχτες στιγμές
ματαιωμένων
Πόθων;
Τι εννοείς;
Πως οι παράφωνοι με τ` άσπρα
πουκάμισα,
που σύχναζαν στην γειτονιά με τις Ιωνικές
κολώνες
που μίλαγαν λέξεις με ρωγμές
και καταλήξεις … άφες` αυτοίς…
πως ήταν
ΑΥΤΟΙ, ΟΙ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ
που απήγγελναν στίχους του
παρελθόντος και
μελέταγαν αυτόγραφα του μέλλοντος;
Τι θέλεις πες μου;
Να καταφύγω στο προπατορικό
αμάρτημα,
στα ξεχασμένα όνειρα,
να κάνω μια μικρή αταξία,
να δίνω στίχους του Ελύτη για προικιά,
να δωρίζω ακριβά αισθήματα
στις Κυριακές;
Τι άλλο θέλεις;
Να σου ‘δινα το νηπενθές βότανο
σαν γύριζες απ` τη θάλασσα,
και ζήταγες να μάθεις …
Τι ειν` αυτό που το λένε Αγάπη;
Τι νάναι αυτό;
Γιάννης Ναζλίδης