Του Αναστάσιου
Βασιάδη
Οι γενικότερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν και επηρεάζουν ολόκληρη την κοινωνία, αυτές τις ημέρες παραβλέπονται με το εορταστικό κλίμα που επικρατεί και την οικογενειακή θαλπωρή με την οποία συνειρμικά συνδέονται, να φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά και να αποσπούν τη σκέψη τους από την απογοητευτική πραγματικότητα και τις συνέπειες της στην καθημερινότητα τους.
Αυτές τις εορταστικές ημέρες η κοινωνική συναναστροφή είναι πιο χαρούμενη, αλλά και η κοινωνική απομόνωση πιο θλιβερή.
Ειδικότερα η αίσθηση της θλίψης χαρακτηρίζει τους πολίτες που οι περιστάσεις της ζωής τους έχουν οδηγήσει σε μια ιδιότυπη κοινωνική απομόνωση.
Τα πρόσωπα αυτά συνήθως είναι ηλικιωμένοι που έχουν βρεθεί και ζουν μακριά από τις οικογένειές τους, είναι ίσως χρονίως πάσχοντες συνάνθρωποι που η κατάστασή τους δεν επιδέχεται νοσηλεία, είναι σε κάθε περίπτωση μοναχικά άτομα που το καθένα απ’ αυτά έχει τη δική του πονεμένη ιστορία και υφίσταται τις συνέπειες των κακών προσωπικών επιλογών του ή των ατυχιών που επιφυλάσσει ο βίος.
Οι άνθρωποι αυτοί διαβιώνουν συνήθως δύσκολα, με περισσότερες ή λιγότερες στερήσεις ανάλογα με το εισόδημά τους, που το βλέπουν να συρρικνώνεται συνέχεια και με δυσχέρεια μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες τους σε είδη βασικής επιβίωσης τα οποία βλέπουν να ακριβαίνουν συνέχεια.
Η αναφορά δε γίνεται για αυτούς που έχουν βρει καταφύγιο και θαλπωρή σε κάποια ιδρύματα όπως είναι οι οίκοι ευγηρίας, ούτε όσους βρίσκονται υπό τη συνεχή προστασία των διαφόρων φιλανθρωπικών οργανώσεων, ούτε εκείνους που η πολιτεία με τα διάφορα νομικά της πρόσωπα και προγράμματα υποστηρίζει.
Ούτως ή άλλως όλοι αυτοί τις μέρες αυτές τυχαίνουν ειδικότερης προσοχής, με τις επισκέψεις, τα δώρα, και την κάθε είδους θεσμοθετημένη συμπαράσταση.
Ο λόγος γίνεται για τον μοναχικό γείτονα που αμίλητος μπαινοβγαίνει στο σπίτι του με εμφανή στο πρόσωπό του, τη θλίψη και την απογοήτευση.
Αυτός μπορεί να είναι ένας συνάνθρωπος που έχασε το σύντροφό του, που είναι άκληρος, που ίσως έχει εγκαταλειφθεί από τους οικείους του, που πιθανώς έχει υποστεί οικονομικές ζημίες και έχει αποστερηθεί της περιουσίας του, που έχει βρεθεί μακριά από τον τόπο του, που είναι άνεργος, που είναι χρονίως πάσχων, που είναι άπορος.
Οι άνθρωποι αυτοί που παρά την δυσχερή κατάσταση που έχουν βρεθεί διατηρούν την αξιοπρέπειά τους, δεν επιζητούν την ένταξη τους σε κάποιο ίδρυμα, παρά το ότι έχουν περιέλθει σε μια κατάσταση ιδιότυπης κοινωνικής απομόνωσης.
Έτσι μέσα στο γενικότερο εορταστικό κλίμα, τα μοναχικά αυτά άτομα περνούν απαρατήρητα και αποστερούνται το σημαντικότερο δώρο που μπορεί κάποιος να προσφέρει τις μέρες αυτές, την απλή ανθρώπινη επαφή και τον παρήγορο λόγο.
Αυτά τα πολύτιμα δώρα δεν κοστίζουν τίποτα σε αυτόν που τα προσφέρει ενώ σε αυτόν που τα δέχεται αποτελούν ανεκτίμητο θησαυρό.
Ο καθένας αν πραγματικά κοιτάξει με ενδιαφέρον στον εγγύς περίγυρο θα αναγνωρίσει αυτούς τους συνανθρώπους.
Δεν θα τους επισκεφθούν τις μέρες αυτές εκπρόσωποι των Αρχών και των Φορέων για να τους προσφέρουν δώρα και ευχές.
Η επικαιρότητα δεν πρόκειται να ασχοληθεί με αυτούς. Ούτε και οι ίδιοι θα επιδιώξουν να προβάλλουν τη μοναχικότητά τους.
Ο Καινούργιος Χρόνος όμως με τις Ευχές και τις Προσδοκίες που τον συνοδεύουν έρχεται για όλους το ίδιο. Και αυτοί οι μοναχικοί άνθρωποι δικαιούνται μερίδιο από τη θαλπωρή των ημερών.
Αυτό μπορεί να τους το προσφέρει ο καθένας μας. Ο γείτονας, ο πολυάσχολος συγγενής ή και ο απλός γνωστός.
Έτσι η Πρωτοχρονιά σαν η γιορτή που επισημαίνει την αισιοδοξία για τον Νέο Χρόνο που ξεκινά, θα είναι πιο ανθρώπινη και πιο χαρούμενη για τα μοναχικά πρόσωπα και για όλους.