-Δεν θέλω να έρθουν τα Χριστούγενναααα...δεν θέλω.. Έκλαιγα δυνατά κρυμμένη στην αγκαλιά τής καλής μου, γιαγιάς.Καθε χρόνο τά ίδια....μουρμουριζε η μαμά, πλένοντας,τα πιάτα, μέσα στην κρύα κουζίνα.-Έλα πουλιμ μη κλαίς..(Έλα πουλάκι μου μήν κλαίς) προσπαθούσε να με παρηγορήσει η γιαγιουλα μου. Γιατί; ψέματα λέω; Λέτε ότι κάθε χρόνο πριν τα Χριστούγεννα κλαίω.Αδικο έχω; Είμαι δέκα χρονών και δεν έχω,την κούκλα, πού σάς ζητώ, τόσα χρόνια.
Τί να μου έλεγαν οι γονείς μου;
Τι μπορούσε να καταλάβει μία παιδική ψυχή,που ζήλευε,τα παιχνίδια, τής βιτρίνας; Πού ήταν απλησίαστα,για μία αστική οικογένεια,σαν την δική μου,που όλα,γίνονταν με πρόγραμμα.Αλλιως δεν μπορούσαμε,να έχουμε τα απαραίτητα.Δεν πείνασα σαν παιδί.Θα ήταν άδικο να το πώ.
Οι γονείς μου,πεινασανε πολύ, γι’αυτό κάνανε ότι μπορούσαν, για να μην μας λείψει,σχεδόν, τίποτε.Κανοντας βόλτα στην αγορά ,χαιρομουν την στολισμένη μου πόλη.
Περπατωντας την, σταματούσα,σε κάθε στολισμένη βιτρίνα της.Και πάντα,μα πάντα, έμενα αρκετή ώρα,στις βιτρίνες με τίς κούκλες.Χάθηκα στις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων.Σε εκείνα τα Χριστούγεννα των δέκα χρόνων μου,που επιτέλους απέκτησα,την πρώτη μου κούκλα.Θυμαμαι ότι από τότε,δεν ξαναεκλαψα όταν πλησίαζαν γιορτές.
Τι όμορφες κούκλες!! έλεγα, μέσα μου.. Έχω πολλές....τι πειράζει να κάνω δώρο, άλλη μία, στον εαυτό μου ; Χαμογελώντας μπήκα στο μαγαζί.
Ρωτησα για την τιμή, τής ξανθιάς κούκλας, στην βιτρίνα.Ηταν πολύ ακριβή.Ευχαριστησα και βγήκα.Ενοιωσα ενοχές και μαλωνα,τον εαυτό μου.Με τόσα χρήματα, ταιζεις μία οικογένεια,σκεφτόμουν.Μακαρι κανένα παιδί,να μην στερηθεί ,το δώρο του, φέτος.Μακαρι να μην πεινάσει κανείς.
Μακαρι να σταματήσουν,όλα τα άσχημα που συμβαίνουν γύρω μας.Να σταματήσει επιτέλους,ο πόλεμος, τού νου,με την καρδιά.Να σκεφτόμαστε όχι μόνο στις γιορτές, αλλά συνέχεια τον συνάνθρωπο μας.
Να πάψει επιτέλους,ο ανταγωνισμός,η πάλη,για ανώτερες θέσεις,η αναξιοπιστία,η μοχθηρία η καχυποψία.Να σταματήσουμε να υποβαθμίζουμε,τον εαυτό μας, κατεβάζοντας τον χαμηλά, σκεπτόμενοι, μόνο την προβολή μας ,τον εγωισμό μας,την βολεψη μας.Αυτες οι γιορτές,ας μας προβληματίσουν.Ειμαστε μία χαρά.Σε μία χώρα μαγευτική
.Σε μία πόλη όμορφη.Με ανθρώπους που θέλω να πιστεύω, ότι, νοιάζονται, πραγματικά. Κάνοντας μία σύγκριση τού τότε (που δεν είχαμε δεύτερο ζευγάρι παπούτσια,να φορέσουμε) με το τώρα, πάει να με πιάσει μια απελπισία, για τής ντουλάπες γεμάτες από ρούχα, παπούτσια , παιχνίδια, φαγητά και ότι άλλο λαχταρούμε.. καί ύστερα λέω μέσα μου.... Κάτι θα γίνει μαγικό...Θα αλλάξει τό μυαλό των μεγάλων,θα γίνουν παράδειγμα για τα παιδιά.Δεν μπορεί να χάθηκαν όλα...
Θα ξυπνήσουν επιτέλους, από την χειμερία νάρκη τους,θα καταλάβουν, βρισκόμαστε πια στο χείλος του γκρεμού.Γυρισα σπίτι, κουρασμένη από τής σκέψεις, πού πάλευαν,στο κεφάλι μου.Πλησιαζουν Χριστούγεννα και εγώ κλαίω , πάλι για την χαμένη μου, αθωότητα, κλαίω,για το αβέβαιο, μέλλον μας και το ανούσιο παρόν μας. Απέχω χιλιόμετρα, από την γέννηση,του θείου βρέφους και την σημασία του.Το μεγάλο, δώρο, πού μας, δόθηκε άνωθεν.Τιποτε δεν κατάλαβα,για την αγάπη,Τού Θεού Πατέρα μου.Ο νους καί η καρδιά παγωμένοι.Ολα γυρίζουν γύρω από τα φώτα, τούς στολισμούς, τα φαγητά, τίς δεξιώσεις.... τίς κούκλες..... Μηχανικά μπήκα στο δωμάτιο μου.... Τίς μάζεψα όλες.... κράτησα μόνο μία...την πιο παλιά..αυτήν που μου θύμιζε, εκείνη την πρώτη μου κούκλα... Όλες τίς χάρισα.... μήπως, δώσω και εγώ λίγη χαρά στα παιδιά,που δεν μπορούν να αγοράσουν.....σε παιδιά, που ξέρουν να χαίρονται , ακόμη με τίς κούκλες και όχι με κινητό ή τάμπλετ ή οτιδήποτε έχει σχέση με την τεχνολογία.Με παιδιά που ξέρουν να παίζουν ,να εκτιμούν να χαμογελούν με οτιδήποτε που για αλλά παιδιά,δεν θα είχε αξία. Στα παιδιά τής Αφρικής.....
Όλγα Κουτμηριδου -Μεταξα