Του ιερέως
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή των ατόμων και των λαών, φίλοι αναγνώστες, που φανερώνουν το αληθινό περιεχόμενο της ψυχής. Και οι στιγμές αυτές, πάντοτε σχεδόν, είναι δύσκολες εποχές, αντιξοότητες που φαίνονται αξεπέραστες, συντριπτικές.
Μέσα σ’ αυτό το καμίνι των δυσκολιών θα δοκιμασθεί υποχρεωτικά η ψυχή του ανθρώπου ή του λαού. Μέσα από αυτές τις δύσκολες και ιστορικές σε ευθύνη ώρες θα ξεπεταχθούν οι μεγάλοι, οι ήρωες, οι άνθρωποι εκείνοι που κρατούν ψηλά τη σημασία της αξιοπρέπειας, έστω και ματωμένη, δείχνοντας έτσι σ’ αυτούς που έρχονται τη λεβεντιά του εσωτερικού κόσμου.
Μέσα από αυτές τις φλογερές στιγμές θα αναδειχθούν οι οδηγοί, οι ηγέτες, αυτοί που αξίζουν να δείχνονται στους απογόνους με την προτροπή να τους μιμηθούν και να γίνουν «πολλώ κάρρονες».
Όμως, στις δύσκολες ώρες εμφανίζονται και οι δουλόφρονες, οι χαμερπείς, οι ασπόνδυλοι, οι άνθρωποι εκείνοι που έμαθαν στην καθημερινή τους ζωή, να έρπουν, να ελίσσονται, να κολακεύουν. Αυτοί δεν γνωρίζουν την όρθια στάση ή τον ίσιο δρόμο. Χώρος της δράσης τους πάντα το παρασκήνιο. Άνθρωποι της ευκαιρίας, που χαϊδεύουν τον αρρωστημένο εγωισμό κάποιο προϊσταμένου ή δυνατού ή δυνάστη ή επιτήδειου, που με τη σειρά του καλείται να ανταμείψει πλούσια τον κόλακα, αφού η πλεονεξία και η κολακεία είναι δίδυμες αδελφές.
Γι’ αυτό ο Ξενοφώντας στα «Ελληνικά» του θα υποστηρίξει «τι γαρ ήδιον ή μηδένα άνθρωπον κοκαλεύειν… ένεκα μισθώ» και ο Απόστολος Παύλος θα αποτρέψει τους Χριστιανούς λέγοντας ότι «ούτε γαρ ποτέ εν λόγω κολακείας εγεννήθημεν, ούτε εν προφάσει πλεονεξίας» (Α΄ Θεσ. 2, 5).
Οι κόλακες παράλληλα είναι και συκοφάντες. Στην προσπάθειά τους να φανούν αρεστοί και να αναρριχηθούν «ως γεννήματα εχιδνών», κατηγορούν πρόσωπα, καταρρακώνουν υπολήψεις και πατούν «επί πτωμάτων» σαδιστικά και απάνθρωπα. Γι’ αυτό και συγκεντρώνουν τη γενική περιφρόνηση. Γι’ αυτό και ο αρχαίος Έλληνας (Αντισθένης) θα πει: «Κρείττον εις κόρακας ή εις κόλακας εμπεσείν, οι μεν γαρ νεκρούς, οι δε ζώντας εσθίουσιν». Δηλ. είναι προτιμότερο να πέσεις στα χέρια (ή καλύτερα στα νύχια) των κοράκων παρά των κολάκων. Γιατί οι πρώτοι τρέφονται με πτώματα, ενώ οι δεύτεροι καταβροχθίζουν ζωντανούς.
Μυωπικές συνειδήσεις δεν μπορούν να δουν λίγο πιο μακριά και να καταλάβουν πως με την πάροδο του χρόνου θα αποκαλυφθεί ο πραγματικός ρόλος τους και θα χάσουν τα προνόμια.
Άνθρωποι ψεύτικοι με παραχαραγμένες ιδέες, που έχουν χάσει και τη γεύση και την αγωνία της αλήθειας, με πράξεις ανάξιες λόγου, έτοιμοι πάντα με τα συνεχή ψεύδη τους να καταστρέψουν τη ζωή και τον άνθρωπο.
Εργάζονται με καταπληκτική δεξιοτεχνία, πάντοτε ύπουλα, πάντοτε συνωμοτικά, διεκδικούν τα συμφέροντά τους με μια αυτοπεποίθηση που σε τρομάζει. Χωρίς πνευματικά εφόδια, χωρίς ιδανικά, γνήσιοι αμοραλιστές. Θρασείς και φαύλοι, ασκούν με μαστοριά ένα έργο καθαρά κατεδαφιστικό. Τα πρόσωπα στο σκηνικό της γης θα αλλάζουν. Τα γεγονότα θα διαδέχονται το ένα το άλλο. Όμως, οι κολακείες θα επαναλαμβάνονται με μια μονοτονία εκνευριστική.
«Οι άφθονοι έπαινοι και οι κολακείες
εις όλους μοιάζουν: Όλοι είναι λαμπροί,
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί κάθε επιχείρησίς των σοφωτάτη».
Θα πει ο Καβάφης επιγραμματικά και διδακτικά, για να κατακρίνει εκείνους που «τα παιχνίδια ξεύρουν και τα κολακεύματα» ο άλλος μεγάλος μας ποιητής ο Κωστής Παλαμάς.
Και ο Ανατόλ Φρανς θα υποστηρίξει πως η «κολακεία είναι νόμισμα που κάνει φτωχό εκείνον που το έχει».
Θα υπάρξει, όμως, εποχή που δεν θα σημαδευτεί από την αδιαντροπιά των κολάκων;
Το παρελθόν και το παρόν της ανθρωπότητας, φίλοι αναγνώστες, δεν μας δίνουν το δικαίωμα να πιστέψουμε κάτι τέτοιο.