Γράφει ο Γιάννης Ντισέλιας
Τις προάλλες αγαπητοί αναγνώστες ήρθε απτην Σαλονίκη ο βλαχογαμπρός , ο Παγκράτης με το αγροτικό τάνκς των πολλών αλόγων και μουλαριών και μαζί με τον άλλο βλαχογαμπρό τον Θωμά, πήγαμε σε μια τοποθεσία που λόγω του κακού για την υγεία μας ιού και του κακού ιού της τσέπης μου, ένεκα των «καλών» ενεργειών αυτών που αποφασίζουν για το πώς θα ζήσουμε, δεν μπόρεσα να πάω , όμως «αιτείτε και δοθήσεται υμίν» και να που ήρθε η μέρα και ο κατάλληλος άνθρωπος την κατάλληλη ώρα.
Πρωί πρωί, ετοιμάσαμε τα τσαμπασίρια μας , ρούχα βουνού, ρακιά, σαλατικά, μεζεκλίκια, άρτος ο επιούσιος, κρεμμύδια ξερά για το καλό της υγείας μας και άλλα καλά προς βρώσιν και πέψιν ημών και βούρ για την Αλπική Ζώνη του όρους Βέρμιον.
«Γιάννη ποιο μέρος είναι αυτό;» με λέει ο σαλονικιός βλαχογαμπρός. «Αυτό» του λέω «είναι η Σιάμπαλη» και για να μη με ξαναρωτάει του έδειχνα τα μέρη: την Κιάτρα (την Πέτρα), τον Γκαμτζέο ( δέντρο κράταιγος),τον Κούφαλο (να πιώ νερό απτον Κούφαλο, νερό απτο Μπεημπουνάρι-έλεγε ένα παλαιό κλέφτικό ελληνικό άσμα), την Στέρνα, όπου οι παλαιότεροι θα θυμούνται τον τσέλιγκα Ζήση με καταγωγή απτην Σαμαρίνα, με τα πολλά γιδοπρόβατα και το υπέροχο κασέρι του, που το αποθήκευε σε σπηλιές, το πουλούσε δε στην πλατεία του Σελιού λέγοντας μας να δοκιμάσουμε πραγματικό σκληρό κασκαβάλι και όχι αυτό που αγοράζουμε και είναι νερό και αλάτι!!!! Μετά φάνηκε μπροστά μας η υπέροχη αλπική ζώνη της Πλαλήστρας, όπου γενιές Βλάχων βόσκησαν τα βλογημένα ζωντανά, που τους κρατούσαν στην ζωή, με το δέρμα τους, το γάλα τους το τυρί τους το μαλλί τους και πλείστα άλλα, όπου έσπερναν τις βλογημένες νόστιμες πατάτες, απαραίτητη τροφή. Η Πλαλήστρα μέχρι την αρχή του Δευτέρου και καταραμένου παγκοσμίου πολέμου είχε χιλιάδες πρόβατα με τις ευνοικές συνέπειες που είχε η αφθονία του γάλακτος, ενώ σήμερα έχει ΜΗΔΕΝ (0). Τα εύσημα στους «ικανούς» και έξυπνους υπουργούς Γεωργίας που φροντίζουν για το «καλό» μας.
Φτάνοντας στην βρύση με τις κουπάνες και το αφάνταστα δροσερό και καλό νερό , ζήτησα απτην παρέα να περιμένει να δροσιστούν τα βλογημένα ζωντανά, γιατί αυτά έχουν ΠΑΝΤΑ προτεραιότητα. Μόλις τέλειωσαν τα ζωντανά πλησίασα στην βρύση και καλημέρισα την αρχηγό τους , γιατί πάντοτε στα ζωντανά υπάρχει αρχηγός και αυτός είναι θηλυκού γένους και ουχί αρσενικού, μιάς και αυτά (τα αρσενικά) έχουν μόνον ένα πράγμα στο μυαλό τους (αν έχουν και πόσο είναι), το ……..
«Καλημέρα κυρά Μάρω» λέγω της αρχηγίνας αγελάδας, γιατί αυτό ήταν το όνομά της «Τί φτιάνεις, είσαι καλά;». «Τί καλά νάμαστε ρε Γιάννη, δεν βλέπεις εδώ τί μας φτιάχνουν; Θα μας πάρουν από δω και μας και την βρύση, θα φύγουμε από τον βλοημένο τόπο με το μπόλικο και νόστιμο χορτάρι με το μαλακό χώμα που δεν σχίζονται τα πόδια μας με το ζεστό μέρος και πού στα κομμάτια θα μας πάνε δεν ξέρω. Δεν βλέπεις τα μηχανήματα που δουλεύουν και σκάβουν και σκάβουν; Δεν βλέπεις εκεί ψηλά που θα βγάζατε τον Όνυχα και τα παρατήσατε τότες το σκαπτικό που σκάβει σκάβει; Θα βάλλουν, λένε, κάτι τζάμια μεγάλα να μαζεύουν ζέστα απτον Ήλιο και θα το κάνουν ρεύμα. Γιατί ρε Γιάννη, για πεσμου, δεν σας φτάνει αυτό το ηλεκτρικό που έχετε, θέλετε και άλλο; Τί στα κομμάτια το θέλετε; Ο Θεός έκαμε τη μέρα για δουλειές και την νύχτα για ξεκούραση Εσείς κάνατε τη μέρα νύχτα και τη νύχτα μέρα. Όλο τανάποδα κάνετε. Σαν τα ποντίκια γίνατε . Όλα τα ζωντανά τρων γλεντά και κάνουν έρωτα την μέρα για να βλέπουν τί κάνουν και σεις με τους αρουραίους όλα τα φτιάχνετε νύχτα. Τί το θέλετε ρε Γιάγκομ τόσο ρεύμα; Ξεχνάς εσύ πότε είδες στο Σέλι ρεύμα; Μετά τον στρατό, όταν ήσαν για παντρειά. Η μάνα σου με μια μασίνα έκανε τα πάντα. Τώρα η νυφαδιά θέλει θερμοσίφωνα. Γιατί ρε κορίτσιμ άμα βάνεις το γκιούμι στην μασίνα δεν θα έχεις συνέχεια νερό ζεστό; Θέλετε καλορεφέρ, γιατί όμως αφού η μασίνα σας ζεσταίνει. Θέλετε ηλεκτρικιά κουζίνα για φαγητό και μας χαλάτε το δικό μας φαγητό, δεν σας κάνει η μασίνα; Θέλετε πίτσες και πίτες και άλλα, άρα θελετε ηλεκτρικό φούρνο, γιατί η μασίνα δεν τα κάνει αυτά; Θέλετε στεγνωτήρα για τα ρούχα, γιατί τα τεντωμένα σίδερα στην μασίνα, σας χαλάν την μόστρα σας; Τί σας έπιασε και μας χαλάτε την όμορφη ζωή στα βουνά; Εμείς σας κάναμε καμιά φορά παράπονα;. Πες μου ρε Γιάννη, έχω ή δεν έχω δίκιο;» Το βούλωσα , έσκυψα το κεφάλι την χαιρέτισα και πήγα στην παρέα μου για μπούμε στην μάκινα και να φύγουμε μακριά απτο πονεμένο βλέμμα του άκακου ζωντανού. ΕΧΕΙ ή ΔΕΝ ΕΧΕΙ δίκαιο; ΔΙΑΛΕΞΤΕ!!!
Να σας έχει καλά ο Θεός!