Γράφει ο
Κωνσταντίνος Ι. Καπανίδης
Δικηγόρος – Πολιτικός Επιστήμων
Το άκουσμα και μόνο της λέξης «πτώχευση», δημιουργεί μέχρι σήμερα άκρως αρνητικά συναισθήματα, κυρίως σε εμπόρους, οι οποίοι επί δεκαετίες είχαν εξισώσει την πτώχευση με το τέλμα και τον «οικονομικό θάνατο». Πρώτη φορά που ως δικηγόρος άκουσα τον όρο «πτώχευση φυσικού προσώπου» ήταν πριν 10 περίπου έτη από εντολέα μου μόνιμο κάτοικο Γερμανίας. Δεν μπορούσα να αντιληφθώ από νομικής πλευράς πως είναι δυνατόν να πτωχεύσει κάποιος που δεν έχει την εμπορική ιδιότητα. Τελικά, εν έτει 2020 με τον Νόμο 4738, εισήχθη η διαδικασία αυτή και στην ελληνική νομική πραγματικότητα.
Η νέα διαδικασία πτώχευσης είναι ουσιαστικά μια δεύτερη ευκαιρία για ανθρώπους που βρίσκονται μεν σε οικονομικό τέλμα αλλά έχουν ικανότητες και διάθεση για εργασία που λόγω χρεών βρίσκονται στο οικονομικό περιθώριο χωρίς φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς και χωρίς να μπορούν να έχουν νέα επιχειρηματική δραστηριότητα. Υπάρχουν επαγγελματίες που έχουν όλες τις ικανότητες να δραστηριοποιηθούν με επιτυχία ξανά, που γνωρίζουν το αντικείμενο εργασιών τους, θέλουν να απαλλαγούν από το βαρίδιο παλαιότερων χρεών και να μπορέσουν να ξεκινήσουν μια νέα δική τους επιχειρηματική δραστηριότητα .
Ο ισχύων πτωχευτικός Νόμος όμως δεν είναι πανάκεια. Για ορισμένες περιπτώσεις οφειλετών είναι καταστροφή π.χ. για όσους έχουν σχετικά χαμηλά χρέη και ακίνητη περιουσία που δεν θέλουν με τίποτα να απωλέσουν, για άλλους όμως είναι μια ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Δηλαδή για όσους έχουν υψηλά χρέη ιδίως στο Δημόσιο, δεν έχουν ακίνητη περιουσία ή έχουν ακίνητη περιουσία χαμηλής αξίας ή ήδη δεσμευμένη ή δεν τους πειράζει η απώλεια της περιουσίας τους και κυρίως θέλουν να δραστηριοποιηθούν ξανά ως επαγγελματίες για να ανακάμψουν οικονομικά. [σ.σ. για την πρώτη κατηγορία η καλύτερη λύση είναι η ρύθμιση οφειλών μέσω της πλατφόρμας εξωδικαστικού μηχανισμού.]
Πτωχευτική ικανότητα λοιπόν πλέον έχουν τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα που βρίσκονται σε παύση πληρωμών. Η παύση πληρωμών τεκμαίρεται αν οι συνολικές οφειλές (τραπεζικά ιδρύματα, Δ.Ο.Υ., ΕΦΚΑ, ιδιώτες κτλ) υπερβαίνουν τις 30.000 ευρώ και τουλάχιστον το 40% του συνόλου δεν εξυπηρετείται για διάστημα κατ’ ελάχιστο 6 μηνών. Στην πτώχευση μικρού αντικειμένου ο οφειλέτης πρέπει να έχει περιουσία κάτω από 350.000 ευρώ, καθαρό ύψος κύκλου εργασιών έως 700.000 ευρώ και στην περίπτωση επιχειρηματικής δραστηριότητας να απασχολεί κατά μέσο όρο έως 10 άτομα. Έτσι, δυνατότητα πτώχευσης έχει εξ’ ίσου ένας δημόσιος υπάλληλος, ένας ιδιωτικός υπάλληλος, ένας γιατρός, ένας επαγγελματίας οδηγός, ένας έμπορος, μια επιχείρηση – εταιρία κ.ο.κ.
Από την κήρυξη της πτώχευσης έως την πλήρη απαλλαγή, μεσολαβεί διάστημα από 1 έως 3 έτη κατά περίπτωση. Η πτωχευτική -προς διάθεση- περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας του οφειλέτη όπου κι αν βρίσκεται καθώς επίσης και μέρος του ετήσιου εισοδήματος εάν αυτό υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Μοναδική περίπτωση εξαίρεσης του εισοδήματος από την πτωχευτική περιουσία είναι όταν η περιουσία του οφειλέτη υπερβαίνει κατά 10% σε αξία τις συνολικές υποχρεώσεις και η αξία της περιουσίας είναι τουλάχιστον 100.000 ευρώ. Βέβαια, από την οποιαδήποτε απαλλαγή χρεών δεν ωφελείται εγγυητής ή συνοφειλέτης που εξακολουθεί να χρωστά τις οφειλές εκτός εάν πτωχεύσει και ο ίδιος φυσικά. Ο οφειλέτης απαλλάσσεται όλων των χρεών του σε διάστημα 36 μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης, ή ενός έτους αν η περιουσία του οφειλέτη υπερβαίνει κατά 10% σε αξία τις συνολικές υποχρεώσεις και η αξία της περιουσίας είναι τουλάχιστον 100.000 ευρώ.
Για να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά ο «πτωχός» πλέον οφειλέτης πρέπει να έχει απαλλαγεί από τις οφειλές του δηλαδή να έχει παρέλθει το ως άνω διάστημα που ορίζει ο Νόμος. Σε κάθε περίπτωση ο οφειλέτης μπορεί να διοριστεί δημόσιος υπάλληλος, να εργαστεί ως ιδιωτικός υπάλληλος, να ασκήσει το επάγγελμά του άμεσα από την κήρυξη της πτώχευσης καθώς δεν ανακαλείται η επαγγελματική του άδεια. Επίσης η περιουσία που αποκτά ένας οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης δεν κινδυνεύει αφού ό,τι εισόδημα ή περιουσία αποκτήσει ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης δεν ρευστοποιείται.
Εν κατακλείδι, για οφειλέτες με πολύ υψηλές οφειλές που δεν αντιμετωπίζονται με τίποτα ή που η ρύθμισή τους δεν κρίνεται συμφέρουσα, η πτώχευση είναι μια αποδοτική και συμφέρουσα λύση καθώς απαλλάσσονται σε σύντομο χρονικό διάστημα από όλες τις οφειλές τους και έτσι του δίνεται μια «δεύτερη ευκαιρία». Ασφαλώς θα πρέπει ο ίδιος ο οφειλέτης να σταθμίσει τα οφέλη και τις συνέπειες και έπειτα να προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση κατόπιν απαραίτητων νομικών συμβουλών.