Του ιερέως
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα του Έθνους, της εποχής μας ακόμη –συνηθίζουμε να λέμε- φίλοι αναγνώστες, είναι το πρόβλημα της νεότητας. Το μέλλον μας εξαρτάται από αυτήν. Από τη θέση που θα λάβει μπρος στα μεγάλα και βασικά θέματα. Παρακολουθούμε ως κοινωνία με αγωνία τους νέους, τα παιδιά μας. Μας ανησυχούν συχνά οι εκδηλώσεις τους. Αμφιβάλλουμε για τον προσανατολισμό τους. Φοβόμαστε για την εξέλιξή τους. Πώς θα αντιμετωπίσουν υπεύθυνα αύριο τη ζωή; Που θα πάει η κοινωνία με τη νοοτροπία των παιδιών μας; Μήπως αυτή η επαναστατημένη νεότητα, που θέλει να σπάσει κάθε δεσμό της με την παράδοση, με την ιστορία ακόμη, προοιωνίζεται η απαρχή μιας παρακμής; Αυτή η περιφρόνηση της πείρας των παλαιοτέρων, που τους διακρίνει, μήπως θα γίνει η αιτία για αποτυχημένους εκ προτέρου πειραματισμούς που θα έχουν συνέπειες καταστροφικές για τους ίδιους, αλλά και για το σύνολο; Αυτά και άλλα ερωτήματα αγχώδη πλημμυρίζουν την ψυχή μας πολλές φορές.
Μετά από την πρώτη αγωνιώδη θεώρηση του θέματος έρχονται και οι διαπιστώσεις. Κάποιος φταίει. Κι ο καθένας βγάζοντας αθώο τον εαυτό του, ερευνά να βρει τους φταίχτες για την ανησυχητική πορεία της νεολαίας μας. Εξαιρώντας τον εαυτό μας γινόμαστε κατήγοροι όλων των άλλων. Κυρίως, μάλιστα, των ίδιων των νέων. Εξώκειλαν, είναι ανάγωγοι, δε σέβονται τίποτα και κανέναν, δε λογαριάζουν τις διάφορες αξίες, ξέχασαν το Θεό, απομακρύνθηκαν από την Εκκλησία, αδιαφορούν για τη μόρφωσή τους, μόνο η υλιστική ζωή τους ελκύει, τους διακρίνει η επιπολαιότητα κι άλλα, και άλλο. Καθημερινά ακούγονται από διάφορες πηγές θρήνοι και ιερεμιάδες για τον κατήφορο των νέων. Εκτοξεύονται μύδροι για την αδιαφορία τους.
Καιρός, φίλοι αναγνώστες, να μας απασχολήσει το πρόβλημα όλους στα σοβαρά. Έχουμε απαιτήσεις από τους νέους. Αλλά φοβάμαι πως δεν έχουμε το δικαίωμα να απαιτούμε. Απαιτεί εκείνος που προσφέρει. Εμείς τι προσφέραμε στους νέους μας; Ας σοβαρευτούμε. Να κάνουμε μια κριτική. Να δούμε με ειλικρίνεια και αίσθημα ευθύνης το θέμα: Με τα λόγια και τις συμβουλές μας ζητήσαμε να τους οδηγήσουμε στο σωστό δρόμο; Με τη ζωή και τις πράξεις μας τους εμπνεύσαμε τη αγάπη προς το μόχθο και την ανώτερη ζωή; Πώς αξιώνουμε να είναι συνεπείς και αξιοπρεπείς; Με το να δίνουμε εντολές ή να γκρινιάζουμε, δεν δημιουργούνται χαρακτήρες. Πρέπει να το αναγνωρίσουμε: Εμείς οι παλαιότεροι, στο σύνολο, δώσαμε ένα πρότυπο νοθευμένο παράδειγμα. Άλλα συμβουλεύουμε και άλλα παρουσιάζουμε στη ζωή. Και οι νέοι μας δεν είναι κουτοί. Έχουν μάτια και βλέπουν. Έχουν νου και κρίνουν. Σκέφτονται. Διακρίνουν την υποκρισία. Η αγνή τους ψυχή απεχθάνεται το ψέμα. Απόδειξη πως όπου συναντήσουν συνέπεια, στοργή, ηρωισμό, κατανόηση, θυσία και ειλικρινή αγωνιστικότητα, την εκτιμάνε. Ακολουθούν. Εμπνέονται και μεγαλουργούν.
Και είναι τιμή γι’ αυτούς. Ζητούν την αλήθεια να βρουν. Δεν ικανοποιούνται μ’ αυτό που τους δίνουμε, όταν δεν είναι γνήσιο. Γι’ αυτό ψάχνουν μόνοι τους. Με κίνδυνο να αποτύχουν και να αυτοκαταστραφούν, προτιμάνε να δημιουργήσουν κάτι καινούργιο, που να είναι αληθινό, ωραίο και καλό. Ν’ αξίζει κανείς να δώσει γι’ αυτό τη ζωή του. Αυτούς τους αξιοζήλευτους νέους, που ποθούν το αληθινό και το τέλειο, μη τους φοβάστε. Η αλήθεια θα αποκαλυφθεί σ’ αυτόν που ειλικρινά τη ζητεί.
Και μην το ξεχνάμε. Ο Χριστός είναι η αλήθεια. Η γενιά των μεγαλύτερων (για το σύνολό τους πάντοτε μιλάμε, όχι για τις εξαιρέσεις) δεν το έχει πιστέψει αυτό. Να ποιο είναι το δράμα του σύγχρονου κόσμου. Δεν έχει πιστέψει πως ο Χριστός είναι η Αλήθεια. Ως ό,τι έχει πει Αυτός, ό,τι είναι γραμμένο στο Ευαγγέλιό Του, ό,τι αποτελεί το περιεχόμενο της πίστεώς μας είναι αλήθεια, η μοναδική αλήθεια. Μην έχοντας –κατά το «ουκ λάβοις παρά του μη έχοντος»- δε μεταλαμπαδεύουμε την πίστη αυτή στη νέα γενιά. Συζητάμε και αμφισβητούμε το κάθε τι που η Εκκλησία δογματίζει ή διδάσκει. Έτσι γεννήθηκε για το κάθε τι η αμφιβολία στα παιδιά μας. Πολύ περισσότερο γιατί δε βλέπουν να εφαρμόζεται η χριστιανική ηθική και διδασκαλία στη ζωή μας. Τους διδάσκουμε μάλιστα πως αυτά που λέει ο Χριστός είναι ανεφάρμοστα στον 21ο αιώνα. Τι παραπονιόμαστε λοιπόν;
Ας διερωτηθούμε: Μήπως δεν είναι η νεότητα το υπ’ αριθμ. 1 πρόβλημα της εποχής μας, αλλά είναι, κυρίως, η προσφορά και η συνέπεια των μεγάλων; Κληρικοί και δάσκαλοι, μορφωμένοι και παράγοντες κοινωνικοί, γονείς και όλοι, όσοι έχουμε κάποιο καθήκον να γίνουμε οδηγοί των νέων, τι τους προσφέρουμε; Έχουμε τη συνείδησή μας ήσυχη πως κάνουμε το χρέος μας απέναντί τους;
Μόνον όταν βλέπουν μια συνέπεια στη ζωή μας, μας προσέχουν. Θέλουν να βλέπουν και σ’ εμάς, πως αναγνωρίζουμε τα λάθη μας. Και το πιο μεγάλο λάθος μας είναι πως δεν τους δώσαμε ως εφόδιο και θεμέλιο της ζωής τους τη γνήσια και συνεπή πίστη στο Χριστό.
Έστω και τώρα ας διορθώσουμε το μεγάλο τούτο λάθος.