Γράφει ο
Αναστάσιος Βασιάδης
Στα πλαίσια των προεκλογικών εξαγγελιών και αντιπαραθέσεων, που είναι αναμενόμενες εν όψει της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης, η οικονομία εγείρεται ως βασικό ζήτημα που αποτελεί τον κοινό και αναγκαίο παρονομαστή όλων των επιμέρους πολιτικών προγραμμάτων.
Είναι γνωστό ότι η ποθούμενη και πολλαπλώς εξαγγελλόμενη οικονομική ανάκαμψη του τόπου, έχει περιέλθει σε μια αναντίστοιχη βραδυπορία, η οποία κάτω από το βάρος της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, των συνεπειών της πρόσφατης πανδημίας και του απόηχου των μνημονίων, επηρεάζει αρνητικά την καθημερινότητα των πολιτών.
Η επιζητούμενη οικονομική ανάκαμψη του τόπου, στην εποχή των κρίσεων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υπέρβαση εκείνη, που θα βγάλει την οικονομία από την αδιέξοδη βραδυπορία με την οποία κινείται.
Αυτή η εκτίμηση αποτελεί κοινή διαπίστωση των πολιτών οι οποίοι είναι πεπεισμένοι ότι η οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη του τόπου δεν χρειάζεται κάποιες υπερφυσικές ικανότητες της πολιτικής διαχείρισης.
Τόλμη απαιτείται και ρεαλισμός πάνω στα τρέχοντα ανοιχτά θέματα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν από τις αλλεπάλληλες κρίσεις, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής πραγματικότητας που αντιμετωπίζει ανάλογα ζητήματα.
Η αναγκαία υπέρβαση απαιτεί κατά αρχήν ένα νέο γενικό θεσμικό πλαίσιο που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εποχής και των περιστάσεων.
Το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο πρέπει να διασφαλίζει τον εκδημοκρατισμό της οικονομίας χωρίς τις στρεβλές διατάξεις του παρελθόντος, που λειτουργούσαν ως τροχοπέδη της αναπτυξιακής προοπτικής του τόπου.
Η συνταγματική επιταγή περί ισονομίας και προστασίας των εννόμων συμφερόντων των πολιτών και των κοινωνικών ομάδων, επιβάλλεται να αναδειχθεί και να ενισχυθεί θεσμικά, ώστε να επέλθει ο οικονομικός και κοινωνικός εκδημοκρατισμός της χώρας, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη του τόπου, ιδιαίτερα κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες.
Το σύνταγμα της χώρας άλλωστε προβλέπει την οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη η οποία πρέπει να εκφράζεται και να εφαρμόζεται στο καθημερινό γίγνεσθαι.
Η συνύπαρξη της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής επιβάλλεται να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε σχεδιασμού αναπτυξιακής πολιτικής, ιδιαίτερα μετά τα μνημόνια, την πρόσφατη πανδημία, το ενεργειακό ζήτημα και την ανεξέλεγκτη ακρίβεια των βασικών καταναλωτικών αγαθών που εξανεμίζει το εισόδημα των πολιτών.
Βασικό συστατικό της επιδιωκόμενης ανάπτυξης αποτελούν αδιαμφισβήτητα οι επενδύσεις οι οποίες αναζητούνται. Είναι όμως αυτονόητο ότι επενδυτικές πρωτοβουλίες στην εποχή των κρίσεων, χωρίς την άρση των απαγορευτικών εμποδίων που εξακολουθούν να υπάρχουν και κάθε στιγμή ορθώνονται, δεν πρόκειται να υπάρξουν.
Μεταξύ των βασικών εμποδίων της όποιας επενδυτικής πρωτοβουλίας είναι το απρόβλεπτο φορολογικό πλαίσιο που δρα αποτρεπτικά σε κάθε επενδυτική πρωτοβουλία. Παρά τις επίκαιρες φορολογικές ελαφρύνσεις, το φορολογικό τοπίο παραμένει απρόβλεπτο και αποτελεί αντικίνητρο για κάθε είδους επένδυση, καθώς ελάχιστα λειτουργεί ανταποδοτικά προς όφελος της οικονομίας. Οι ανακουφιστικές φορολογικές ελαφρύνσεις λόγω των περιστάσεων, είναι ευπρόσδεκτες. Δεν επαρκούν όμως για να προωθήσουν την οικονομική ανάπτυξη.
Οι επενδυτές και γενικότερα οι πολίτες, προσδοκούν συνολικά την εφαρμογή της συνταγματικά δίκαιης φορολογίας, όπως συμβαίνει σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, πέραν των περιστασιακών φορολογικών μέτρων. Η επενδυτική πρωτοβουλία για να εκδηλωθεί δυναμικά και να βηματοδοτήσει την οικονομία, αναζητά την νηφάλια οικονομική σκέψη και το ομαλό κλίμα στις εργασιακές σχέσεις που αποτελούν την πεμπτουσία της αναπτυξιακής προοπτικής.
Οι επίδοξοι επενδυτές τέλος, που προτίθενται να ενεργοποιηθούν στην χώρα μας, ειδικότερα την εποχή των κρίσεων, καλούνται να ξεπεράσουν το μεγάλο εμπόδιο της γραφειοκρατίας, με τις χρονοβόρες και εν πολλοίς δυσπροσπέλαστες διαδικασίες, που τελικά τους οδηγούν σε παραίτηση και τους τρέπουν σε φυγή. Για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και την καθιέρωση ενός υγιούς διοικητικού πλαισίου που θα ευνοεί την ανάπτυξη, απαιτείται η σαφής πολιτική βούληση και η αναγκαία θεσμική θωράκιση.
Ο δρόμος προς την υγιή οικονομία είναι πολυδαίδαλος και επίμοχθος. Αυτό που πρέπει να κατανοήσουν οι έχοντες την θεσμική αρμοδιότητα να χαράσσουν και να εφαρμόζουν οικονομική πολιτική, είναι ότι η οικονομία έχει τους δικούς της απαράβατους κανόνες που δεν εντάσσονται σε καμία ιδεολογία οποιουδήποτε προσανατολισμού.
Η ιστορία έχει δείξει ότι, όταν οι κανόνες της οικονομίας παραβιάζονται χάριν ιδεολογικών η άλλων σκοπιμοτήτων, αυτό αποβαίνει εις βάρος των λαών με καταστροφικές συνέπειες που όλοι τις απεύχονται. Αποτελεί γενική πεποίθηση ότι η ελληνική οικονομία κινείται μεν, αλλά με πολύ αργά βήματα μέσα σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον, το οποίο λαμβάνει περαιτέρω δραματικά χαρακτηριστικά την εποχή των κρίσεων, ενώ οι ευρωπαϊκές συγκυρίες εξελίσσονται με υψηλούς ρυθμούς.
Η έξοδος από αυτήν την πραγματικότητα αποτελεί ευθύνη κάθε αρμοδίου αλλά και κάθε ενεργού πολίτη. Το μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας που έχει ανάγκη η κοινωνία, η οποία βιώνει καθημερινά τις συνέπειες των κρίσεων, σχετίζεται με την αναπτυξιακή προοπτική του τόπου, την εξυγίανση της οικονομικής πολιτικής, τον εκδημοκρατισμό της οικονομίας και την κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτά απαιτούν οι περιστάσεις και αυτά αναμένουν οι πολίτες.