Του Γιάννη
Μαγκριώτη
Ο πληθωρισμός και η ακρίβεια έχουν εισαγόμενα αίτια, ενισχύονται όμως και από την κυβερνητική πολιτική.
Η κυβέρνηση, η κάθε κυβέρνηση ευνοείται με δύο τρόπους από τον πληθωρισμό: Πρώτον, το δημόσιο αποτελεί τον μεγαλύτερο δανειολήπτη της οικονομίας και ο πληθωρισμός μειώνει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Δεύτερον, ο πληθωρισμός αυξάνει τόσο τα έσοδα από έμμεσους φόρους (π.χ. ΦΠΑ) όσο και τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος, διότι οι φορολογικές κλίμακες δεν τιμαριθμοποιούνται. Την ίδια στιγμή, το μεγαλύτερο τμήμα των δημόσιων δαπανών συνίσταται σε μισθούς και συντάξεις οι οποίες, επίσης, δεν τιμαριθμοποιούνται. Ο υψηλός πληθωρισμός δημιουργεί πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, που επιτρέπει την αύξηση των δαπανών. Τα επιδόματα της κυβέρνησης είναι η επιστροφή ενός μέρους των πολύ αυξημένων εσόδων, λόγω της υπερφορολόγησης των καταναλωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Τέσσερα είναι τα μεγάλα προβλήματα, που κυριαρχούν και τα οποία θα αποκαλυφθούν μετά τις εκλογές, κάτι που είδαμε και το 2009:
1. Ο υψηλός πληθωρισμός, με την υπερδιπλάσια ακρίβεια στα προϊόντα της λιανικής, αυτά που καταναλώνουν τα χαμηλά μεσαία στρώματα και τα χαμηλότερα εισοδήματα.
2. Η συνεχώς μειούμενη αγοραστική δύναμη των παραπάνω στρωμάτων, που εκτός από τον κίνδυνο φτωχοποίησής τους, ακυρώνει κάθε προοπτική υψηλής ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας.
3. Η συνεχής άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, παρασύρει δυσανάλογα προς τα πάνω τα επιτόκια δανεισμού των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, γίνεται τροχοπέδη στην παραγωγική απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης, και είναι βέβαιο, πως μετά την άδικη διαχείριση των κόκκινων δανείων, μια νέα γενιά κόκκινων δανείων έρχεται.
4. Η αποφασισθείσα ουσιαστικά, από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, άμεση επιστροφή στην σκληρή δημοσιοοικονομική κανονικότητα του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, παρά το αίτημα της χώρας μας για την διατήρηση της δημοσιονομικής χαλάρωσης, θα φέρει την νέα κυβέρνηση μπροστά σε μεγάλους δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Τα δεδομένα αυτά, εύκολα τεκμηριώνουν την εκτίμηση ότι, η οικονομία πατάει σε σάπια σανίδια και μετά τις εκλογές, θα αποκαλυφτούν.
Μήπως, όλα αυτά, μας θυμίζουν την διετία 2008-2009, και αυτά που αποκαλύφθηκαν μετά τις εκλογές του 2009.
Ειδικότερα για την Θεσσαλονίκη και την Κεντρική Μακεδονία:
Η Κεντρική Μακεδονία είναι σε συνεχή υποχώρηση, το περιφερειακό ΑΕΠ είναι το ένατο στις δεκατρείς περιφέρειες, το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι λιγότερο από το μισό από το αντίστοιχο της Αττικής, ενώ η μεταποιητική δραστηριότητα έχει υποδιπλασιαστεί.
Έχουμε αργήσει σε όλους τους τομείς.
Είναι επείγον και αναγκαίο ένα ειδικό χρηματοδοτικό πρόγραμμα για την Μητροπολιτική Περιφέρεια, ένα «ΕΣΠΑ μέσα στο ΕΣΠΑ» με εξασφαλισμένους πόρους από το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΠΔΕ και ιδιωτικές επενδύσεις.
Το σημερινό Υφυπουργείο Εσωτερικών για θέματα Μακεδονίας-Θράκης, μας υποτιμά ως θεσμός, πρέπει να καταργηθεί.
Πρέπει να δημιουργηθεί ένα Υπουργείο Ανάπτυξης Μακεδονίας-Θράκης, το οποίο σε συνεργασία με τις τρείς περιφέρειες και τους δήμους θα διαχειριστούν ενιαία τους πόρους. Αυτό αποτελεί μια ελπίδα, μιας ανάσχεσης της συνεχούς υποχώρησης της περιφέρειας, ειδικά της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
Η καθοδική πορεία της Θεσσαλονίκης μπορεί και πρέπει να αναστραφεί. Αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, την ιστορία, τις παραγωγικές και επιστημονικές υποδομές και το δυναμισμό των κατοίκων της μπορεί να διεκδικήσει και να πετύχει διακριτή θέση στον Ευρωπαϊκό χάρτη.
Αλλά πρώτα απ΄όλα πρέπει η πράσινη Θεσσαλονίκη να γίνει υπόθεση των πολιτών, ώστε Δημοτικές αρχές, πολιτικοί εκπρόσωποι, οικονομικοί παράγοντες, πνευματικές ηγεσίες να συστρατευθούν για τα γίνει πράσινο το αύριο της Θεσσαλονίκης.