Τα μάτια κλείνουν και το κεφάλι ακουμπά στο μαξιλάρι, πριν ο Μορφέας με βουτήξει στου ονείρου την θάλασσα, οι σκέψεις χτυπούν το τζάμι του Νου, λίγη παρέα να του κάνουν.Με το ζόρι οι σκέψεις προσπαθούν να μιλήσουν, το μόνο που θέλουν είναι να κουρνιασουν σε μια γωνιά να κοιμηθούν.Μα ο Νους δεν έχει όρεξη για χαλάρωση.Ξυπνα τις σκέψεις για να τού κάνουνε παρέα.Αυτες πάλι στην αρχή ψιθύρισαν δύο λέξεις ξεπνοα όμως μπρος στην επιμονή του Νου ξέφυγαν από το χέρι του Μορφέα και βρέθηκαν στην άκρη του νερού ανάμεσα σε βοτσαλα και άμμο.Ο Νους άρχισε να μιλάει: Κανείς δεν αγαπά πραγματικά δύσκολα εμπιστεύεσαι, αλήθεια σου λέω τρομάζω με αυτά που συμβαίνουν γύρω μου,θέλω να ξεχάσω το παρελθόν.Χρειαζομαι απλότητα αποδοχή αληθινά συναισθήματα πραγματική φιλία,να !σαν την δική μας,τι λές εσύ;Οι σκέψεις μόνο άκουγαν τον φίλο τους με μισοκλειστα μάτια ώσπου σχεδόν με την βία ο βασιλιάς Μορφέας τούς άρπαξε και τούς οδήγησε στο παλάτι του.Ξυπνησα κουρασμένη με το κεφάλι μου βαρύ, και τά μάτια υγρά..... Πάλι στου ονείρου την αγκάλη βρέθηκα....Για ένα ακόμη βράδυ οι Ερινύες μου μιλούσαν.Μια άλλη μέρα άρχιζε ίδια με την χθεσινή.Και μέχρι να βραδιάσει οι σκέψεις θά χορεύουν Με τον Νου. Σαν έρθει η ώρα του ύπνου οι δυο τους θα πιάσουν την κουβέντα μήπως και αναλύσουν επιτέλους τούτο το μυστήριο που λέγεται ΖΩΗ.
Όλγα Κουτμηριδου-Μεταξα