Του Γιάννη
Μαγκριώτη
Το «Πολιτικό Κέντρο» έπαιζε και παίζει σημαντικό ρόλο στην χώρα μας, δεν ήταν όμως ομοιόμορφο, ούτε είχε τις ίδιες επιλογές και συμπεριφορά. Εμφανίζεται την περίοδο που αρχίζουν να διαμορφώνονται οι διακριτές παραγωγικές και κοινωνικές τάξεις στην χώρα μας, και αποκτά κομματική και κοινοβουλευτική έκφραση, στα τέλη του 19ου αιώνα.
Στην περίοδο της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ αρχικά, ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στην συνέχεια, διαμορφώθηκε κοινωνικά και πολιτικά το νέο «Πολιτικό Κέντρο», που αποτελείται πλέον από ένα μέρος πολιτών μεσαίων εισοδημάτων με τα νέα δεδομένα, που νιώθει σχετικά ασφαλές στο νέο κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον, εντοπίζεται στις μεγαλύτερες ηλικίες και, είναι πολιτικά έντονα παρεμβατικό.
Η κοινωνική αυτή ομάδα ένιωσε απειλή από το Σύριζα, κυρίως από την περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την ασφαλιστική και φορολογική πολιτική, και την επιθετική αντισυστημική ρητορική, που της δημιουργούσαν νέες αβεβαιότητες.
Μεγάλο μέρος της είναι πρώην και νυν ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, που ανέπτυξαν συναισθηματική εχθρότητα απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε κερδίσει μέχρι το 2015, με την αντιμνημονιακή του πολιτική, το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, κυρίως των χαμηλότερων εισοδημάτων.
Ένα τμήμα αυτής της ομάδας έδωσε την πλειοψηφία της αυτοδυναμίας στην ΝΔ και έκανε Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019. Αυτός ο χώρος είναι σήμερα διεκδικούμενος από την ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και λιγότερο από τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία.
Δεν είναι πλειοψηφικό ρεύμα, κινείται κυρίως προς το πλειοψηφικό ρεύμα, με προτίμηση το συντηρητικό. Στην Γερμανία, για να κάνω μια αντιστοίχιση, αυτή η κοινωνική ομάδα εκφράζεται κυρίως μέσα από το Φιλελεύθερο κόμμα και τις τελευταίες δεκαετίες και από το κόμμα των Πρασίνων.Το ΠΑΣΟΚ ήταν ο ιστορικός εκφραστής του χώρου αυτού, από το 1977 μέχρι το 2012, ενώ στην συνέχεια τον μοιράζεται με την ΝΔ.
Στην χώρα μας, τα τελευταία χρόνια, αυτή η ομάδα των ψηφοφόρων δεν έχει αυτόνομη συμπεριφορά, ούτε μπορεί να δώσει αυτοδύναμη πολιτική στρατηγική και να εκφραστεί πλειοψηφικά. Αποτελεί σε μεγάλο βαθμό άτυπο σύμμαχο της συντηρητικής παράταξης και ταυτόχρονα σε σημαντικό βαθμό ρυθμιστή της πολιτικής στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ.
Αυτός ο πολιτικός χώρος, αν δεν συμμετέχουν μαζικά οι νέοι στις εκλογές, θα καθορίσει το εκλογικό αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής μετά την εκλογή της νέας ηγεσίας του, του Νίκου Ανδρουλάκη, φάνηκε να κερδίζει το μεγαλύτερο μέρος του. όμως η καθολική ενσωμάτωσή του είναι δύσκολη, γιατί το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής δεν μπορεί να του προσφέρει αυτόνομα την κυβέρνηση που θέλουν, γιαυτό η πλειοψηφία του το θέλει κυβερνητικό εταίρο του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το ΠΑΣΟΚ σήμερα, με βάση τα δημοσκοπικά δεδομένα, έχει δυο επιλογές:
α) Να αποδεχθεί αυτήν την στρατηγική, είτε το βράδυ των εκλογών με απλή αναλογική είτε το βράδυ των δεύτερων εκλογών με το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα.
β) Να την αρνηθεί και να βρεθεί στην αμφίπλευρη πίεση των δεύτερων εκλογών, με το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα που ψήφισε μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση η ΝΔ.
Μετά τις δεύτερες εκλογές, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης με το εκβιαστικό εκλογικό σύστημα δεν κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τότε το δίλημμα, θα μεταφερθεί τόσο από την ΝΔ, όσο και από την μεγάλη πλειοψηφία των ΜΜΕ, πάλι σε αυτό.
Δηλαδή στο τρίτο κόμμα φορτώνουν την ευθύνη σχηματισμού κυβέρνησης, ανεξάρτητα από την πολιτική που θα ασκεί αυτή, τόσο τα δυο μεγάλα δημοσκοπικά κόμματα, όσο και τα ΜΜΕ, ενώ οι πολίτες με τις δημοσκοπικές τους προτιμήσεις σήμερα, πιθανόν και με την ψήφο τους αύριο, θα δώσουν τουλάχιστον το 60% των ψήφων τους, δηλαδή και την ευθύνη σχηματισμού κυβέρνησης, πρωτίστως στα κόμματα αυτά.
Το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον από τις εκλογές του Γενάρη του 2015, πέρα από την μικρή εκλογική βάση που διατήρησε, έπρεπε να συγκροτήσει μια στρατηγική που θα το έφερνε κοντά στα δυναμικά τμήματα της κοινωνίας και τους νέους.
Αντί αυτής της στρατηγικής επέλεξε την συντήρηση και την διεύρυνση του συναισθηματικού αποθέματος του παρελθόντος, που του έδινε και του δίνει εκλογικά αποτελέσματα επιβίωσης.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, στην συγκυρία που βρισκόμαστε, λίγες ημέρες πριν την προκήρυξη των εκλογών, αν δεν μπορέσει να επιβάλει βασικά στοιχεία της προγραμματικής του πρότασης, αυτό που μπορεί να κάνει ρεαλιστικά, είναι να διατυπώσει την πρώτη στρατηγική και να επιδιώξει μετά τις εκλογές να την υλοποιήσει.
Αυτό έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου από το 1974 μέχρι τις εκλογές του 1977, έχτισε το συμπαγές πολιτικά και κοινωνικά ριζοσπαστικό ΠΑΣΟΚ, και μετά ενσωμάτωσε και τα συντηρητικά τμήματα της τότε Ένωσης Κέντρου, για να πετύχει το 48,5% στις εκλογές του 1981, με την ανάλογη συνέχεια.