Του Γιάννη Μοσχόπουλου (*mosio@otenet.gr)
Το Φεβρουάριο 1907 αποφασίσθηκε να αποχωρήσει ο καπετάν Άγρας από τη λίμνη και να εγκατασταθεί στη Νάουσα για να θεραπευθεί από τα τραύματα και τους πυρετούς που τον ταλαιπωρούσαν, αλλά και για να ασκήσει από κοντά την αρχηγία του τμήματος της πόλης. Η απόφαση αποχώρησής του σηματοδότησε την αναδιάταξη των σωμάτων στη λίμνη. Ο Σάρρος (Κάλας) ανέλαβε το δυτικό τμήμα κι εγκαταστάθηκε στην καλύβα «Κούγκα», ενώ ο Δεμέστιχας (Νικηφόρος) το ανατολικό κι εγκαταστάθηκε στην καλύβα «Τσέκρι». Ο Κάλας ανέθεσε την «Κούγκα» σε υπαρχηγό του κι αυτός αναχώρησε για την καλύβα «Τούμπα Τριχοβίστας». Ο Δεμέστιχας 2-3 μέρες μετά την άφιξή του στην «Τσέκρι» πήγε στην καλοφτειαγμένη και με πλατύ πάτωμα καλύβα «Νίκη» (περίπου βόρεια από τον σημερινό Άραχο), όπου κυμάτιζε η ελληνική σημαία και γινόταν εκγύμναση νέων των παραλίμνιων χωριών.
Με τη νέα διάταξη ο αγώνας κατά των Βουλγάρων συνεχίστηκε αμείωτος. Ήδη η ελληνική δύναμη μέσα στη λίμνη έφτανε τους διακόσιους περίπου άνδρες, από τους οποίους οι ογδόντα ήταν ντόπιοι χωρικοί που εκπαιδεύτηκαν στρατιωτικά στο χώρο της.
Ο Κάλας στην αρχή περιορίσθηκε να εξασφαλίζει τα κεκτημένα, οχύρωσε καλά τις καλύβες και τις σύνδεσε με νέους δρόμους. Οι Βούλγαροι κάποτε άφησαν την παθητική στάση κι άρχισαν ξανά να κινούνται επιθετικά. Μία νύκτα κατέβηκαν προς την «Τούμπα Τριχοβίστας» και κατέλαβαν ένα παλιό εγκαταλειμένο πάτωμα, στο οποίο την επόμενη κατόρθωσαν να χτίσουν πρόχειρη καλύβα που την οχύρωσαν με πρόχωμα. Συνέχισαν τις επιθέσεις τους στην «Κούγκα» και πέτυχαν να κτίσουν νέα καλύβα κοντά της. Περί τα μέσα Φεβρουαρίου 1907 ο Κάλας με ισχυρό σώμα τους πλησίασε πολύ κοντά κι επετέθηκε με ισχυρούς πυροβολισμούς, αλλά αναγκάσθηκε τελικά να υποχωρήσει και άφησε στους Βουλγάρους την κατοχή της. Ο στρατιωτικός γιατρός λοχίας υπό το ψευδώνυμο Δημ. Τσάκαλος στις «αναμνήσεις» του έχει γράψει ότι: «[…] Στην κατά της βουλγαρικής καλύβας επίθεσή μας είχαμε δυστυχώς σοβαρές απώλειες. Φονεύθηκε ο γενναίος αγωνιστής επιλοχίας των ευζώνων Λύκας από την Καρδίτσα και τέθηκαν εκτός μάχης ακόμη δύο αγωνιστές ο Παρακευάς Ζερβέας, λοχίας τότε του πυροβολικού και ο ψυχογιός του Άγρα Βαγγέλης. Ο Λύκας σκοτώθηκε μάλλον από τις σφαίρες των δικών μας από απροσεξία και κακής στόχευσης όσων πυροβολούσαν κατά της καλύβας, και λόγω της θέσεως στην οποία ήταν στημένη η βουλγαρική καλύβα. Εγώ όταν εξέτασα τα τραύματα του Λύκα βεβαιώθηκα από το σχήμα τους και από την διεύθυνση την οποία είχαν οι σφαίρες των δικών μας όπλων Μάνλιχερ και συγχρόνως διακρινόταν ποιά τραύματα ήταν από Βουλγαρικές σφαίρες. / Οι άλλοι δύο τραυματίες σώθηκαν αφού γι’ αυτούς πάρθηκαν από μένα όλα τα μέτρα θεραπείας με επίδεση των τραυμάτων και αγωγή αντισηψίας και μετά από 5-6 ημέρες απεστάλησαν στην Αθήνα στο στρατιωτικό νοσοκομείο, όπου ευτυχώς θεραπεύθηκαν τελείως. […] Πρέπει δε να σημειωθεί και ότι οι Βούλγαροι έκαναν χρήση και σφαιρών ντούμ-ντούμ […]». Με αχρονολόγητη επιστολή του το Κέντρο Β3 ενημέρωσε το Κέντρο Α[θηνών] ότι: «Ο Κ. [άλας] την 16ην παρεσύρθη εις επίθεσιν κατά βουλγαρικής καλύβης απωλέσαμεν δε εκ της επιθέσεως ταύτης τον Πέτρον Λύκαν λοχ. του ταγ. των Ευζώνων λαμπρόν ως μου γράφουσι πολεμιστήν, ετραυματίσθη δε και ο Παρασκευάς Ζερβός λοχ. του 1ου Πυρ. Συντ. εις την χείρα καταστραφέντος εξ ολοκλήρου ενός των δακτύλων του βλαβέντος δε και των δύο παρακειμένων. […] Επίσης ετραυματίσθη εις έτερος ακινδύνως […]». Αργότερα όμως οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν την καλύβα τους, διότι η κατοχή της απαιτούσε μεγάλες φροντίδες και τους υποχρέωνε να διαθέτουν πολλούς άνδρες χωρίς κάποιο ορατό όφελος. Κατόπιν ο Κάλας έκανε νέα καλύβα κοντά σ’ αυτήν για να προστατεύει τις συγκοινωνίες από βουλγάρικες ενέδρες.-