Γράφει ο Νίκος Λυσίτσας*
Όταν, πριν από 8 μήνες περίπου, ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ προέβαινε, από του βήματος της Βουλής, στην καταγγελία-αποκάλυψη πως, κατά τους τυπικούς ελέγχους του Ευρωκοινουβουλίου, εντοπίσθηκε «κακόβουλο λογισμικό» στην τηλεφωνική συσκευή του Προέδρου του Κόμματος του και Ευρωβουλευτή κ. Ν. Ανδρουλάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ πίστεψε πως ανακάλυψε, επιτέλους, την αντιπολιτευτική διέξοδο, που εναγωνίως αναζητούσε, ώστε και το έργο της Κυβέρνησης να απαξιώσει και ο ίδιος να αποκολληθεί από τη δημοσκοπική καθήλωση του.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και οι επιτελείς του παρέλαβαν, πασιχαρείς, τη σκυτάλη των καταγγελιών και, με τη συμπαράσταση πλειάδας μέσων ενημέρωσης, που αφειδώς προσέφεραν «αποκαλύψεις σε δόσεις», καταπιάστηκαν, με ιδιαίτερη επιμονή, να στρέψουν και να επικεντρώσουν το μέτωπο της πολιτικής αντιπαράθεσης αποκλειστικά και μόνον στο ζήτημα των τηλεφωνικών υποκλοπών.
Το προσπάθησαν με ζήλο, προσθέτοντας διαδοχικά νέες «καταγγελίες», χωρίς να προσκομίζουν κανένα στοιχείο που να τις τεκμηριώνει. Σπιλώνοντας πρόσωπα και απαξιώνοντας θεσμούς. Επιβαρύνοντας την πολιτική ατμόσφαιρα με πυκνό τοξικό νέφος. Λησμονώντας πως επί των ημερών της δικής τους διακυβέρνησης αφαιρέθηκαν ασφαλιστικές δικλείδες από το πλαίσιο που διέπει τις νόμιμες «επισυνδέσεις» της ΕΥΠ. Και κυρίως αποσιωπώντας το αυτονόητο γεγονός πως παντού και πάντοτε, σε όλες τις εποχές και σε όλες τις κρατικές οντότητες, μια Υπηρεσία Πληροφοριών είναι υποχρεωμένη, από τη φύση, το ρόλο και την αποστολή της, να διενεργεί παρακολουθήσεις, να καταγράφει συνομιλίες, να συλλέγει, να αξιολογεί και να αξιοποιεί, καταλλήλως, πληροφορίες. Αποσιωπώντας, δηλαδή, δράσεις και ενέργειες, στις οποίες εντυπωσιακές επιδόσεις κατέγραψε και η δική τους τετραετής (2015-2019) διακυβέρνηση.
Το κρίσιμο σημείο για μια δημοκρατική Πολιτεία δεν είναι αν γίνονται παρακολουθήσεις, αλλά αυτές που γίνονται να είναι μόνον οι απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες και να διενεργούνται πάντοτε με την απαρέγκλιτη εφαρμογή αυστηρών κανόνων, που και θα επιτρέπουν την εκπλήρωση της αποστολής της Υπηρεσίας Πληροφοριών και θα διασφαλίζουν την προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Αν διαπιστώνονται ρωγμές στο σύστημα αυτών των κανόνων η συντεταγμένη Πολιτεία (η Κυβέρνηση, η Βουλή, τα Κόμματα, ο Πολιτικός Κόσμος) οφείλει να τις κλείνει αμέσως, ριζικά και αποτελεσματικά. Χωρίς κραυγές, χωρίς αλαλαγμούς, χωρίς υπονόμευση των θεσμών, χωρίς όλ’ αυτά που αποτέλεσαν τα «εργαλεία», με τα οποία η αξιωματική αντιπολίτευση επιχείρησε να στήσει το σκηνικό μιας πολιτικής κρίσης, δηλητηριάζοντας τον δημόσιο διάλογο, διασπείροντας φήμες, καλλιεργώντας διχαστικές πρακτικές.
Ευτυχώς, απέναντι της ορθώθηκε μια Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, που εδώ και 4 χρόνια αποδεικνύει ότι και ξέρει και μπορεί να μάχεται δυναμικά και να αντιμετωπίζει επιτυχώς κρίσεις πρωτοφανείς και προκλήσεις πλανητικών διαστάσεων.
Έτσι, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, αντιμετώπισε και την «κρίση των υποκλοπών». Θεσμικά, στο πλαίσιο της Βουλής, με άμεσες, καίριες και εύστοχες νομοθετικές και διοικητικές ρυθμίσεις, αλλά και με ταυτόχρονη προσήλωση στην επίτευξη των εθνικών προτεραιοτήτων και στην εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών της καθημερινότητας των πολιτών. Έδωσε, με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, την μάχη των «υποκλοπών» χωρίς να την αφήσει να αποπροσανατολίσει την κυβερνητική πορεία, που δεν είναι άλλη από την ανάπτυξη της Χώρας, την ανόρθωση της κοινωνίας και τη βελτίωση της ζωής των πολιτών.
Γι’ αυτό και η σκυταλοδρομία των καταγγελιών κατέρρευσε. Γι’ αυτό και, ενόψει των επικείμενων εθνικών εκλογών, οι δρομείς της τοξικότητας ήδη αναζητούν νέα πεδία για να εκδιπλώσουν το υπονομευτικό τους ταλέντο και για να κραυγάσουν τον «καταγγελτικό» τους λόγο.
Όμως και εκεί θα βρεθούν αντιμέτωποι με την ίδια σοβαρή, υπεύθυνη, θεσμική στάση της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Και θα λάβουν, όπως και πριν από 4 χρόνια, τη συντριπτική απάντηση των πολιτών, που δεν επιτρέπουν να τους «υποκλέπτουν» ούτε τη νοημοσύνη ούτε την ψήφο τους, και που θα εκφράσουν για μιαν ακόμη φορά την εμπιστοσύνη τους στη Νέα Δημοκρατία και στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
*τ. Πρόεδρος Νομαρχιακού Συμβουλίου Ημαθίας και τ. μέλος Δ.Σ. του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου