Γράφει ο
Παναγιώτης
Παπαδόπουλος
Φιλόλογος
Η Ελλάδα είναι η χώρα η οποία έχει διαγράψει μια ένδοξη ιστορία τριών χιλιάδων ετών. Σε αυτά τα χρόνια δημιούργησε ένα πολιτισμό ο οποίος, αφού μπολιάστηκε με τον ρωμαϊκό πολιτισμό, αποτέλεσε τη βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού και διαδόθηκε στον τότε γνωστό κόσμο. Στην ιστορική της διαδρομή δέχτηκε πολλά πλήγματα από διαφόρους επίδοξους κατακτητές. Έκανε πολέμους αμυντικούς για να υπερασπιστεί την ύπαρξή της και να πραγματοποιήσει τον εκπολιτιστικό της προορισμό. Στο διάστημα αυτό πολλοί Έλληνες θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας της πατρίδας και μέχρι σήμερα αποτελούν πρότυπα θυσίας και αγάπης.
Πριν από λίγες ημέρες προστέθηκαν στο μακρύ κατάλογο των προσφιλών μας νεκρών και οι δυο πιλότοι της πολεμικής μας αεροπορίας. Η είδηση του ατυχήματος βύθισε στο πένθος την οικογένεια της Πολεμικής μας Αεροπορίας αλλά και όλους τους Έλληνες. Το ατύχημα έγινε ανοιχτά της Ανδραβίδας κατά την σκληρή άσκηση που πραγματοποιούσαν οι πιλότοι. Ο κυβερνήτης του PHANTOM 4 σμηναγός Ευστάθιος Τσιτλακίδης από το χωριό Γρανίτη του Νευροκοπίου Δράμας και ο υποσμηναγός, συγκυβερνήτης. Την ημέρα της κηδείας στην ιδιαίτερη πατρίδα του θρήνος και οδυρμός είχαν σκεπάσει την ατμόσφαιρά. Όλοι οι συγγενείς και φίλοι με δάκρυα στα μάτια ακολουθούσαν το φέρετρο του πολεμιστή και νικητή των αιθέρων σκεπασμένο με την ελληνική σημείο. Απορημένος ο τραγικός πατέρας για το θέαμα που αντίκριζε, υπέμενε με καρτερία και παρακολουθούσε τους συναδέλφους του πιλότους που συνοδεύουν τον Στάθη στην τελευταία του κατοικία. Την ώρα της πομπής προηγείται ο φίλος του ήρωα, πιλότος, που θα τους στεφάνωνε τον Οκτώβριο. Τραγική φιγούρα η αρραβωνιαστικιά του, Μαρία, που θα παντρευόταν τον εκλεκτό της καρδιάς της. Συνοδεύει με οδύνη τον καλό της στην τελευταία του κατοικία με οδύνη και σπαραγμό. Στο τέλος της εξόδιου ακολουθίας συγκλονισμένος ο πατέρας του πιλότου δέχεται με αξιοπρέπεια τη στιγμή που ο στρατηγός των Ενόπλων Δυνάμενων Κωνσταντίνος Φλώρος του παραδίδει, το πηλήκιο και το ξίφος του ήρωα παιδί του. κρατώντας το πηλήκιο και το ξίφος, Στιγμές που διαρκούν και νικούν τον χρόνο.
Το άλλο δράμα με τον συγκυβερνήτη του σκάφους, υποσμηναγό Μάριο-Μιχαήλ Τουρούτσικα παίχτηκε στην Τρίπολη Αρκαδίας στο Ι.Ν. των Ταξιαρχών. Στην εκκλησία μπροστά το φέρετρο τυλιγμένο με την γαλανόλευκη αποχαιρετούν τον δεύτερο αετό των αιθέρων του Αιγαίου οι γονείς του. Αλήθεια, που βρήκαν αυτό το θάρρος να πνίξουν τον πόνο τους για να αποχαιρετήσουν το καμάρι τους, τον δικό τους ήρωα. Όταν ήρθε η στιγμή να εκφωνήσει τον επικήδειο λόγο η μητέρα του, είπε. «Μάριε, αγόρι μου γλυκό, πάντα χαμογελαστός. Ποτέ δεν με είχες στενοχωρήσει. Δεν παραπονιόσουνα ποτέ, αξιοπρεπής ..ήσουν ο γιος που ήθελε κάθε μητέρα.» Κάτι ακόμα συγκλονιστικό. Η μητέρα αυτή πήγε στην κηδεία του Σμηναγού να συμπαρασταθεί την άλλη μάνα. Σε κάποια στιγμή που ο κόσμος εκφωνούσε τη λέξη «Αθάνατος» αφιέρωσε στους δύο πιλότους, το Μάριο και τον Στάθη τα εξής λόγια: «Ο ΑΕΤΟΣ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΝΙΑΣ ΟΤΑΝ ΤΟ ΒΡΙΣΚΕΙ Η ΣΦΑΙΡΑ ,ΤΟΝ ΑΓΚΑΛΙΆΖΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ.» Συγκινητική η στιγμή, μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία, που ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (ΓΕΑ) παραδίδει το ξίφος και τη σημαία στον πατέρα του Μάριου. Τα παραλαμβάνει και με τα δάκρυά του τα ποτίζει για να αισθανθεί την ψυχική λύτρωση για τη μεγάλη θυσία.
Περίλυποι οι συνάδελφοι και των δύο πιλότων μας, συνοδεύουν τους αετούς των αιθέρων και συλλογίζονται άραγε ποιο είναι τον αίτιο αυτής της κατάληξής τους. Έχουν γράψει στο υποσυνείδητό τους τα εξής: ότι θα πληρώσουν βαρύ τίμημα για το θάνατό τους όσοι επίδοξοι εισβολείς επιχειρήσουν να μολύνουν τον γαλάζιο ελληνικό ουρανό ουρανό μας.
Όταν τον Ιούνιο του 1978 με επισκέφτηκε στο γραφείο μου (Υποδιευθυντής) στο Πρότυπο Σχολείο του Πειραιά «ΙΩΝΊΔΕΙΟΣ» ένας κύριος, λεβέντης, με το βλέμμα που καθήλωνε το συνομιλητή του.. Ήθελε να μάθει με ποιο τρόπο μπορεί το παιδί του (αριστούχος μαθητής) να εγγραφεί στην Ε’ τάξη του σχολείου μας. Ήταν, όπως μου είπε, πιλότος των Phantoms της Πολεμικής Αεροπορίας, με το βαθμό επισμηναγού, και αποστρατεύθηκε πριν από λίγες μέρες. Επειδή είχα πολλούς αξιωματικούς στο στρατό από τη γυναίκα μου: ο αδελφός της Υποπτέραρχο, Πέτρος Μπίτσης, γιατρός των πιλότων, η κόρη μου συνταγματάρχης Υ/Ν ( ο μπατζανάκης μου στρατηγός ΑΓΕΘΑ) και άλλοι, διατηρούσα πάντα μια συμπάθεια στο στρατό. Ρώτησα το συνομιλητή μου το λόγο που έφυγε τόσο νωρίς από το στρατό. Απάντηση: «Δεν είναι , κύριε, λογικό εγώ που, όταν χαιρετώ τη γυναίκα μου και τα παιδιά το πρωί, νομίζω ότι είναι η τελευταία φορά. Φεύγω από το σπίτι μου και νύχτα ημέρα οργώνω το Αιγαίο να παίρνω μισθό της καθαρίστριας της Ολυμπιακής.» Είχα καταρρεύσει όταν τα άκουσα μαζί και οι υπάλληλοι του γραφείου μου. Τώρα θα πάω στην ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ για να εργαστώ. Πήγα αμέσως στο γραφείο του Γενικού Επιθεωρητού και πήρα την προέγκριση. Μόλις γύρισα του ανακοίνωσα την απόφασή μου. κ. Επισμηναγέ το παιδί σας είναι μαθητής μας. Το Σεπτέμβριο Θα έρθει με τον τίτλο σπουδών και θα επικαιροποιήσει την εγγραφή του. Αφού με ευχαρίστησε έφυγε χαρούμενος. Πόσες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου. Πίστεψα ότι έκανα το καθήκον μου.
Εντυπωσιάζεται κανείς, όταν βλέπει σύσσωμη την πολιτική ηγεσία της χώρας μας να παρελαύνει δίπλα στους γονείς και το λαό που θρηνούσαν τους νεκρους τους. Αναρωτιέται αν είναι προβληματισμένοι για τις δικές τους ευθύνες. Ποια είναι η δική τους φροντίδα και ανταπόκριση στη δύσκολη και ,άκρως, επικίνδυνη αποστολή τους. Αναλογίζονται καθόλου ότι αυτοί οι πιλότοι είναι σάρκα του ελληνικού λαού, οποίος ΑΠΑΙΤΕΙ να έχουν ειδική μεταχείριση. Είναι η έσχατη ελπίδα της σωτηρίας που μας απόμεινε σε καιρούς δύσκολους και απειλητικούς. Πρέπει όταν κυνηγούν τους βρωμιάρηδες να έχουν καθαρό μυαλό και να είναι χαμογελαστοί. Η πολιτεία δεν πρέπει να κάνει εκπτώσεις στις αμοιβές τους. Προστατεύστε το στρατό μας αν θέλετε να υπάρχουμε ως έθνος. Θα προτιμούσα να προσφέρω ένα μέρος από τη σύνταξή μου και το υπόλοιπο να δίνω στα 11 εγγόνια. Ελληνικέ λαέ. Ξέρεις εσύ, τι θα κάνεις εκείνη τη στιγμή, δεν χρειάζεσαι συμβουλές.