Γράφει ο δάσκαλος,
Μάκης Δημητράκης
Ο πανεπιστημιακός καθηγητής της λαογραφίας Δ. Λουκάτος έγραψε για τα ήθη και έθιμά μας. «…Δεν έχει σημασία ότι ζούμε σε μια εποχή μοντέρνα… Το υποσυνείδητό μας κρατάει σαν έθιμα τις δεισιδαιμονίες αυτές… Χρειάζεται να ξέρουμε και να περιγράφουμε με αγάπη τα έθιμά μας, γιατί έτσι δενόμαστε περισσότερο με το έθνος μας και την ιστορία μας. Ιδιαίτερα για τις νέες γενιές έχουμε χρέος εμείς οι παλιότεροι να κάνουμε αυτές τις περιγραφές, ώστε να ενημερώνονται οι νέοι και να αγαπούν και να ξαναζωντανεύουν τα πατροπαράδοτα…».
Έτσι σήμερα θα μας απασχολήσουν οι Καλικάντζαροι. Τα καλικαντζαράκια όπως χαϊδευτικά τα αποκαλεί ο λαός μας.
Δαιμονικά όντα. Άσχημα, μαύρα με μάτια κόκκινα, τριχωτά, με πόδια τραγίσια. Χαρακτηριστικό τους κάποιο κουσούρι, κουτσοί, στραβοπρόσωποι και στραβοπόδαροι, μονόματοι και μονοπόδαροι, στραβόστομοι και στραβομούρηδες. Είναι ευκίνητοι, νάνοι ή μεγαλόσωμοι, άλλοτε γυμνοί, άλλοτε κουρελιάρηδες, με σκούφο και με παπούτσια άλλοτε τσαρούχια κι άλλοτε σιδερένια.
Για την προέλευσή τους – σύμφωνα με κάποιες δοξασίες – λένε πως κάποτε ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα και ακόμη πως καλικάντζαροι γίνονται όσοι γεννηθούν μέσα στο 12ήμερο εκτός κι αν βαπτιστούν αμέσως ή γίνονται εκείνοι στη βάπτιση των οποίων ο παπάς δε διάβασε σωστά τα ευχές του μυστηρίου.
Αρχηγός τους είναι ο Μαντρακούκος (κουτσός, άγριος και πολύ επικίνδυνος). Ακολουθεί ο Μαγάρας (με τεράστια κοιλιά). Άλλος είναι Κωλοβελόνης (με μεγάλα δόντια).
Όλο το χρόνο τα καλικαντζαράκια προσπαθούν – στα έγκατα της γης όπου ζουν – να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Όταν όμως πλησιάζει η στιγμή που θα το κόψουν, βγαίνουν στην επιφάνεια της γης να κάνουν σκανδαλιές, περιμένοντας πως το δέντρο θα πέσει μόνο του.
Βγαίνουν ακόμη στην επιφάνεια της γης φοβούμενοι μήπως και η ετοιμόρροπη γη θα πέσει και θα τους πλακώσει. Πάνω στη γη μένουν σε νερόμυλους, κάτω από γεφύρια, κοντά στα ποτάμια και σε τρίστρατα. Μπαίνουν στα σπίτια από τις καμινάδες των σβηστών μόνο τζακιών. Έτσι οι νοικοκυραίοι του σπιτιού φροντίζουν να καίει το τζάκι νυχθημερόν καθ’ όλη τη διάρκεια του 12ήμερου.
Μένουν πάνω στη γη μέχρι την παραμονή των Φώτων οπότε τρομαγμένοι από την παρουσία του παπά και τον αγιασμό επιστρέφουν στον κάτω κόσμο και ξαναρχίζουν να κόβουν το δέντρο της γης που με τη Γέννηση του Χριστού ξαναγίνεται.
Οι καλικάντζαροι δε μοιάζουν μεταξύ τους και δεν πρέπει να μπερδεύονται με άλλα «δαιμονικά» της ελληνικής υπαίθρου που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά αλλά που εμφανίζονται όλο το χρόνο όπως οι Βουρκόλακες = Βρυκόλακες, τα αερικά, τα ξωτικά και οι παραρίτες.
Τα καλλικαντζαράκια τα συναντούμε και με άλλες ονομασίες όπως Καλκαντζόνια, Καλκαττζάνια, Καλκάνια, Καρκάντζαροι, Τζόγιες, Κωλοβελόνηδες, Σκαλικαντζέρια, Καρκαντζέλια κ.ά.
Αλλά και άλλοι λαοί έχουν αντίστοιχα δαιμονικά όντα με τους δικούς μας καλικάντζαρους. Έτσι έχουμε τα πνεύματα του δάσους, τους νάνους, τους λυκάνθρωπους, τους δράκοντες και τις μάγισσες που σαν κυρίαρχα όντα της νύχτας και της υπαίθρου εχθρεύονται ή ζηλεύουν την οικογενειακή ζωή και χαίρονται να μολύνουν κάθε είδους από την τροφή ή τον ρουχισμό τους.