Γράφει ο
Μάκης Δημητράκης
Είναι βέβαιο ότι ούτε στα Ευαγγέλια ούτε σε άλλο κανένα κείμενο δε γίνεται αναφορά για την ακριβή ημερομηνία γέννησης του Χριστού. Άλλωστε τα πρώτα χρόνια η Γέννηση δεν ήταν ξεχωριστή γιορτή και οι χριστιανοί την γιόρταζαν μαζί με τη βάπτιση στις 6 Ιανουαρίου.
Οι προσπάθειες εύρεσης της ακριβούς ημερομηνίας άρχισαν πολύ νωρίς, οδήγησαν όμως σε διαφορετικά συμπεράσματα. Κάποιοι την τοποθετούσαν τη νύχτα της 19ης προς την 20η Απριλίου, άλλοι τον Ιανουάριο, ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας στις 18 Νοεμβρίου και ο Κυπριανός στις 28 Μαρτίου.
Σύριοι και Παλαιστίνιοι, ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Χριστός δε γεννήθηκε το Δεκέμβριο γιατί, λένε, δεν είναι δυνατόν να διατάχτηκε να γίνει η απογραφή του πληθυσμού αυτό το μήνα αφού η μετακίνηση των ανθρώπων ήταν δύσκολη τους χειμερινούς μήνες. Οι ίδιοι, επίσης ισχυρίζονται ότι το βράδυ της Γέννησης δεν έκανε κρύο (άρα δεν ήταν χειμώνας), αφού οι βοσκοί αγρυπνούσαν στην ύπαιθρο και όχι στα χειμαδιά τους. Οι ίδιοι τέλος υποστηρίζουν ότι η Γέννηση πρέπει να έγινε Μάϊο ή το πολύ Ιούνιο.
Βέβαια υπάρχει και η αντίθετη θέση που υποστηρίζει πως η απογραφή έγινε χειμώνα για να μπορούν απρόσκοπτα οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι να μετακινηθούν αφού δεν θα είχαν δουλειές. Όσο για τους βοσκούς στην ύπαιθρο αναφέρουν πως στη Γαλιλαία ο χειμώνας είναι αρκετά πιο ήπιος από ότι στην Ευρώπη.
Για την καθιέρωση της ακριβούς ημερομηνίας, Ανατολή και Δύση ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους. Στην Ανατολή οι ερευνητές στράφηκαν περισσότερο στην υμνογραφία που συντάχτηκε από τον Εφραίμ τον Σύριο (373), ο οποίος αναφέρει ότι η Γέννηση συνέπεσε με τη 13η ημέρα μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο που συμπίπτει στις 26 Ιανουαρίου σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο, δηλαδή στις 25 Δεκεμβρίου σύμφωνα με τον Ιουλιανό (το νέο) ημερολόγιο.
Την άποψη αυτή ενισχύει και έγγραφο του Ιώσηπου (Ιώσηπος: Ιστορικός που γεννήθηκε το 37/38 στην Ιερουσαλήμ και πέθανε στη Ρώμη μετά το 100. Πήρε μέρος στην Ιουδαϊκή επανάσταση το 66 και έπαιξε ηγετικό ρόλο στη Γαλιλαία. Μέχρι τον 18ο αιώνα το έργο του έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους χριστιανούς λόγιους καθώς και από ερευνητές και ιστορικούς), που βρίσκεται σε Μουσείο της Ρώμης, και στο οποίο αναφέρεται ότι η απογραφή έγινε την 9η του μήνα Σαπέτ και πως ειδικοί ερευνητές ταυτίζουν την ημερομηνία αυτή με την 25η Δεκεμβρίου.
Η καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων ακολούθησε μια πολύπλοκη διαδρομή αφού και μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, δεν αναγνώριζε την εορτή το ρωμαϊκό κράτος.
Σύμφωνα με την Ιερά παράδοση πρώτος ο Μ. Βασίλειος μίλησε για τη γιορτή των Χριστουγέννων το 376. Νωρίτερα όμως το 354 ο Πάπας Ιούλιος ο Α΄ όρισε την ημερομηνία Γέννησης του Χριστού την 25η Δεκεμβρίου. Ίσως σ’ αυτό συνετέλεσε το γεγονός ότι η ημερομηνία αυτή ήταν αφιερωμένη στη γέννηση του Θεού Μίθρα, το θεό του Ήλιου, του Φωτός και της Δικαιοσύνης τον οποίο είχαν «φέρει» οι Ρωμαίοι ειδωλολάτρες από την Ανατολή. Πιθανότατα ο πάπας να ήθελε να πετύχει την ομαλή και αναίμακτη μετάβαση από την ειδωλολατρία και τον Μιθραϊσμό στον Χριστιανισμό.
Μετά το πρώτο ξεχωριστό εορτασμό της Ρώμης ακολούθησε η επίσημη αποδοχή της ημερομηνίας αυτής τόσο από το Πατριαρχείο της Κων/λης το 376 όσο και από το Πατριαρχείο Αντιόχειας το 386, αποδοχή στην οποία συνέβαλε και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος με σχετική παρότρυνσή του.
Λίγο αργότερα το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία κατά την ημέρα των Χριστουγέννων και την ανακήρυξε δημόσια αργία.