του Χρήστου
Μπλατσιώτη
Για τον κόσμο του ποδοσφαίρου το όνομα Όλιβερ Καν προκαλεί έναν παγκόσμιο σεβασμό. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους τερματοφύλακες της σύγχρονης ιστορίας. σε μια δεκάδα κορυφής στην οποία συγκαταλέγονται ο Γκορτον Μπανκς, ο Λεβ Γιασίν, ο Ντίνο Τζοφ, ο Ζεπ Μάγιερ, ο Πίτερ Σίλτον, ο Ρινάτ Ντασάεφ, ο Πέτερ Σμάιχελ, ο Ίκερ Κασίγιας και ο Έντβιν Φαν Ντε Σαρ.
Ο Όλιβερ Καν ξεχωρίζει όμως από όλους διότι είναι κάτοχος ενός παγκόσμιου τίτλου, που στη μέχρι τώρα ποδοσφαιρική ιστορία, μόνο διάσημοι επιθετικοί τον έχουν κατακτήσει. Τον τίτλο της «Χρυσής Μπάλας» και είναι ο μόνος τερματοφύλακας που τον κέρδισε όσο περίεργο κι αν φαίνεται.
Γεννημένος στην Καρλσρούη το 1969 κι έχοντας γερμανο - λετονικές ρίζες, ξεκίνησε να αγωνίζεται με την τοπική ομάδα όπου έμεινε 7 χρόνια (1987 – 1994) και πήρε μεταγραφή στη Μπάγερν Μονάχου όπου συνέχισε να αγωνίζεται για άλλα 14 χρόνια (1994 – 2008) μέχρι που κρέμασε τα γάντια του, σε ηλικία 39 ετών. Φόρεσε το εθνόσημο της Εθνικής Γερμανίας το 1995 και αγωνίστηκε ως διεθνής επί 12 συνεχή χρόνια, μέχρι το 2006, δηλαδή δύο χρόνια πριν κλείσει την καριέρα του.
Για όλους εμάς τους φανατικούς «ακόλουθους» του διεθνούς ποδοσφαίρου, όταν ο Όλιβερ Καν εμφανίζονταν στους τηλεοπτικούς δέκτες είχε μια μορφή που ξεχώριζε. Επιβλητικός με ύψος 1,88 μ. και πάντα με σκληρή όψη, δίχως κανέναν μορφασμό, σχεδόν παγωμένος. Το ίδιο και στις αμέτρητες φωτογραφίες του σε περιοδικά και εφημερίδες. Όπως ο ίδιος περιέγραψε, ένα ολόιδιο σκηνικό υπήρχε και στις συγκεντρώσεις των ομάδων που αγωνίζονταν, λίγο πριν από ένα αγώνα ή στη διάρκεια μιας προετοιμασίας. Οι συμπαίκτες του έπαιζαν μεταξύ τους playstation ή κι αυτός προτιμούσε να τραβιέται σε μια άκρη και να διαβάζει ένα βιβλίο, με τον «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι να είναι το αγαπημένο του.
Η «ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ» ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Όλιβερ Καν ξεκίνησε να παίζει μπάλα όταν ήταν 6 ετών. Ο πατέρας του ήταν αυτός που τον πήγε στην Ακαδημία της Καρλσρούης, έχοντας όνειρο να τον καμαρώσει κάποτε ως έναν από τους κορυφαίους επιθετικούς της Γερμανίας. Όμως όταν ήταν 9 χρονών, παραμονές Χριστουγέννων, όλα άλλαξαν. Ήταν τότε που η κορυφαία μπαλαδόφατσα της οικογένειας, ο παππούς του, του έκανε δώρο μια φανέλα τερματοφύλακα της εθνικής Γερμανίας, έχοντας γραμμένο στην πλάτη, το όνομα του θρυλικού Ζεπ Μάγερ. Τον συμβούλεψε μάλιστα να αλλάξει «θέση» και να γίνει τερματοφύλακας. Ο παππούς Καν αποδείχθηκε πως έβλεπε μακριά, ήταν προφήτης και η προφητεία του εκπληρώθηκε στα επόμενα χρόνια.
Ο εγγονός τον άκουσε, έγινε τερματοφύλακας και από τη θέση αυτή συμμετείχε συνολικά σε 630 αγώνες των γερμανικών διοργανώσεων (πρωτάθλημα και κύπελλα) καθώς και σε 86 επίσημα διεθνή παιγνίδια. Κατέκτησε συνολικά 23 γερμανικούς και διεθνείς τίτλους, μεταξύ των οποίων το Τσάμπιονς Λιγκ, το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ και το Διηπειρωτικό Κύπελλο Συλλόγων (με τη Μπάγερν Μονάχου), το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα (με την εθνική Γερμανίας). Ανάμεσα όμως σε όλο αυτό τον γαλαξία των διακρίσεων, ο Όλιβερ Καν κατέκτησε κι έναν τίτλο μοναδικό στον κόσμο.
Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ
ΠΟΥ ΠΗΡΕ ΤΗ «ΧΡΥΣΗ ΜΠΑΛΑ»
Είναι ο μόνος τερματοφύλακας στην ιστορία του ποδοσφαίρου που του έχει απονεμηθεί ο τίτλος της «Χρυσής Μπάλας», ένα βραβείο που απονέμεται σε κάθε παγκόσμιο κύπελλο και συνήθως απονέμεται στους πρώτους σκόρερ της διοργάνωσης.
Ήταν στο Μουντιάλ του 2002 της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, όπου ο Όλιβερ Καν δέχθηκε μόλις 3 γκολ σε όλη τη διοργάνωση. Το ένα στον προκριματικό της Γερμανίας με την Ιρλανδία όπου το σκορ έληξε 1-1 με τον Ρόμπι Κιν των Ιρλανδών να νικά τον Καν στο 92’ της αναμέτρησης και τα άλλα δύο στον μοιραίο τελικό με τη Βραζιλία όπου η «σελεσάο» κέρδισε τον τίτλο της παγκόσμιας πρωταθλήτριας, με σκορ 2-0 και με δράστη τον Ρονάλντο και τις δύο φορές.
Τα μόλις 3 γκολ που δέχθηκε ο Όλιβερ Καν σε όλη τη διάρκεια των τελικών εκείνου του Παγκόσμιου Κυπέλου και γενικά η «παρά τρίχα» απαραβίαστη απόδοση που είχε κάτω από το τέρμα σε όλους τους αγώνες της διοργάνωσης έγιναν η αιτία που του αποδόθηκε ο τίτλος του καλύτερου παίκτη και της «Χρυσής Μπάλας».
Μια απόφαση που ξάφνιασε αρχικά βάζοντας διότι τέτοιο βραβείο είθισται να απονέμεται μόνο σε επιθετικούς, άντε σε κάνα «σούπερ σταρ» μέσο, ούτε καν σε αμυντικούς. Όμως όταν όλοι έβαλαν τα πράγματα κάτω, η απονομή στον Όλιβερ Καν δεν θεωρήθηκε υπερβολική και έγινε αποδεκτή με κρυφό ή φανερό θαυμασμό. Και ήταν μια επίδοση τιμής ένεκεν σε μια απόδοση τερματοφύλακα που όμοιά της δεν είχε σημειωθεί ποτέ μέχρι τότε κι ούτε έχει καταρριφτεί ακόμη.
Ο Όλιβερ Καν δεν ήταν απλώς ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες της γενιάς του. Δεν ήταν απλώς ένας «ηγεμόνας» των γκολπόστ. Είναι ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες στην ιστορία του ποδοσφαίρου και όντας ο μοναδικός με αυτή τη μοναδική διάκριση στη συλλογή του, ξεχωρίζει ένα βήμα μπροστά από όλους.