Η νομοθετική κινητικότητα που καταγρά φηκε το τελευταίο διά στημα σχετικά με την «Ενίσχυση Δημοσιότητας και Διαφά νειας - Σύσταση ηλεκτρονικών μητρώων στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο κλπ» καθώς και η δημόσια διαβούλευση που ακολούθησε, ανέδειξαν ακόμα μία φορά τα σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας που αντιμετωπίζουν οι εφημερίδες της περιφέρειας, για τα οποία δυστυχώς δεν υφίσταται αποτελεσματική νομοθετική πρόβλεψη Κατά καιρούς δίδονται στην δημοσιότητα στατιστικά στοιχεία και δημοσκοπήσεις, σχετικά με την αναγνωσιμότητα του γραπτού τύπου.
Μόνιμη διαπίστωση αυτών των ερευνών είναι η πτώση της κυκλοφορίας των εφημερίδων του κέντρου, που στην πλειονότητά τους ανήκουν σε μεγαλοεκδοτικές επιχειρήσεις με συμφέροντα στα ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα, που παραλλήλως δραστηριοποιούνται και ως εργοαναλήπτες στον επικερδή χώρο των δημοσίων έργων. Το συνεχώς μειούμενο ενδιαφέρον των πολιτών για τον τύπο πανελλαδικής κυκλοφορίας, επιβεβαιώνεται από τις ίδιες τις μεγά λες εκδοτικές επιχειρήσεις του κέντρου, οι οποίες προσπαθούν να δελεά σουν τους αναγνώστες εμπλουτίζοντας τα φύλλα τους, με διά φορα ένθετα όπως περιοδικά , βιβλία, CD, DVD και ά λλα ποικίλα δώρα που συνοδεύουν την κά θε έκδοση.
Στόχος όλων αυτών των μεθόδων που από χρόνια μετέρχονται οι εκδοτικές επιχειρήσεις του κέντρου, είναι η τεχνητή έστω διατήρηση των ποσοστών αναγνωσιμότητας, ώστε να διαπραγματεύονται από θέσεως ισχύος με το πολιτικό σύστημα. Και αυτό γιατί, από ότι έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια, στόχος κά θε μεγαλοεκδότη, δεν είναι αυτή καθεαυτή η ενημέρωση των πολιτών, αλλά μέσω αυτής η ά σκηση επιρροής απέναντι στην εκά στοτε κρατική εξουσία, ώστε να τυγχά νει ευνοϊ κής μεταχείρισης στην διαχείριση των διαφόρων προγραμμά των που χρηματοδοτούν τα μεγά λα η μικρότερα αναπτυξιακά έργα.
Υπό αυτήν την έννοια ουσιαστική πηγή χρηματοδότησης, δεν είναι η τιμή του πωλούμενου φύλλου, αλλά το οικονομικό αποτέλεσμα της σχέσης του κά θε μεγαλοεκδότη με το ίδιο το κρά τος. Αντίθετα ωστόσο με ότι συμβαίνει με τον τύπο του κέντρου, ο περιφερειακός τύπος και ιδιαίτερα ο ημερήσιος, φαίνεται ότι διατηρεί μια σταθερή πορεία, παρά το αρνητικό οικονομικό περιβά λλον που έχει διαμορφωθεί εις βά ρος του, το οποίο δεν προσεγγίζεται με την επίκαιρη νομοθετική κινητικότητα.
Απόδειξη του γεγονότος αυτού είναι τα ίδια τα στατιστικά που δημοσιεύονται και από τα οποία προκύπτει ότι το κά θε φύλλο της περιφέρειας εκτός από τον συνδρομητή που το προμηθεύεται, το διαβά ζουν κατά μέσον όρο ά λλοι τέσσερις αναγνώστες. Ό πως επίσης και ότι ο αναγνώστης της περιφερειακής εφημερίδας, την εξαντλεί διαβά ζοντας όλες τις σελίδες της.
Παρ όλα αυτά όμως ο μεγά λος όγκος των καταχωρήσεων και ιδιαίτερα των κρατικών, μοιρά ζεται κυρίως στις εφημερίδες του κέντρου. Είναι γνωστό ότι τα ποσά που διατίθενται από πηγές γενικής διακυβέρνησης σε διαφημίσεις, χορηγίες και ά λλες μεθόδους που συνεχώς επινοούνται προκειμένου να ενισχύεται το αποτέλεσμα της διασύνδεσης με τις εκδοτικές επιχειρήσεις του κέντρου, είναι ιδιαιτέρως υψηλά και εκ διαμέτρου αναντίστοιχα με την οικονομική επιφά νεια των εφημερίδων της περιφέρειας. Και αυτό σε μια περίοδο όπου ο περιφερειακός τύπος παρά τις τερά στιες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει, ανταποκρίνεται επά ξια στο ρόλο του, ενημερώνοντας υπεύθυνα τους πολίτες της περιφέρειας και ενισχύοντας και προβά λλοντας ουσιαστικά τα εθνικά , αναπτυξιακά και πολιτιστικά θέματα του τόπου.
Η διασύνδεση των εκδοτικών επιχειρήσεων με το κρά τος αποτελεί μια πολυδιά στατη πραγματικότητα, η οποία πολύ δύσκολα μπορεί να ανατραπεί, καθόσον αναβιώνει συνεχώς και μεταλλά σσεται διεισδύοντας με διά φορους τρόπους στον δημόσιο βίο. Το γεγονός ότι κατά καιρούς διατυπώνεται η πολιτική βούληση να ακυρωθεί αυτή η διασύνδεση, εκφρά ζει την πρόθεση η οποία όμως δεν επιβεβαιώνεται στην επίκαιρη νομοθετική κινητικότητα σχετικά με τον «έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο».
Η θεσμοθέτηση μέτρων υποστήριξης του περιφερειακού τύπου μέσω των κρατικών καταχωρήσεων, που σήμερα κυριαρχούνται από τα μεγά λα εκδοτικά συμφέροντα του κέντρου, προφανώς θα ήταν ένα πειστικό και ενθαρρυντικό πρώτο βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Η επίκαιρη νομοθετική κινητικότητα αποτελεί μια ευκαιρία για τον σκοπό αυτό που δεν πρέπει να παρέλθει ανεκμετά λλευτη.