Του ιερέως
Παναγιώτου Σ.
Χαλκιά
Με αφορμή τους παγκόσμιους αγώνες στίβου, που έγιναν τον περασμένο Ιούλιο, φίλοι αναγνώστες, προσπάθησα λίγο να φανταστώ την πρώτη γυναίκα δρομέα.
Για την Αταλάντη η επιθυμία μου.
Υπήρξε, λέει, η πρώτη αθλήτρια στην αρχαία Ελλάδα και η σωματική της αντοχή ήταν ξακουστή σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Λένε ακόμη πως ήταν η πιο αγαπημένη φίλη της θεάς Άρτεμης. Οι καλές σχέσεις μεταξύ θεών και ανθρώπων είχαν μόνιμο «νταραβέρι» εκείνη την εποχή. Οι μυθολόγοι ισχυρίζονται πως η θεά της χάρισε δύναμη και γρηγοράδα, να βολεύεται στους περιπάτους της, καθότι η Αταλάντη βρέθηκε φυσιολάτρισσα. Τω καιρώ εκείνω υπήρχαν στον τόπο μας και πολλά δάση.
Ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά. Η Αταλάντη, γεννήθηκε στην Αρκαδία. Ήταν κόρη κάποιου Ιασού. Το ληξιαρχείο της μυθολογίας δεν αναφέρει το όνομα της μητέρας της. Ο πατέρας της θύμωσε τόσο πολύ που του βγήκε κορίτσι, ώστε, μετά τη γέννησή της, έβαλε να την πνίξουν και να την πετάξουν στα βουνά. Όμως, οι παρ’ ολίγον δολοφόνοι της το χάρισαν. Ήταν όμορφο μωράκι. Σαν αυτά που διαφημίζουν γάλατα στην τηλεόραση Τη λυπήθηκαν και την άφησαν στα βουνά, να βρει την τύχη της. Και να δείτε που της έφεξε. Από την πρώτη στιγμή εξοικονόμησε για νταντά μια στοργική αρκούδα. Μη σας κάνει εντύπωση. Τότε υπήρχαν στα δάση μας και πολλές αρκούδες!
Όταν αποκόπηκε από τον θηλασμό, τη συμμάζεψαν κάποιοι κυνηγοί. Εμ, ντροπή να εξακολουθούν να ενδιαφέρονται οι αρκούδες και να αδιαφορούν οι άνθρωποι! Δίπλα στους κυνηγούς η Αταλάντη έμαθε τα μυστικά των όπλων και ιδίως τα φερσίματα και τον χαρακτήρα των ανδρών. Ίσως, γι’ αυτό αργότερα δεν τους συμπαθούσε καθόλου. Πάντως αντέγραψε πολλά από την αντρική συμπεριφορά. Και πριν αναδειχθεί η πρώτη γυναίκα δρομέας, είχε γίνει η πρώτη κακή φεμινίστρια. Σαν θηρίο έτρεχε στα δάση και σκόρπιζε το φόβο και τον θαυμασμό σε όσους την έβλεπαν.
Κάποτε ο πατέρας της ο Ιασός έμαθε την περιπέτειά της και συγκινήθηκε. Όχι πως τον πήραν και τα δάκρυα, αλλά μεταμελήθηκε για τη στάση του και έστειλε τους μπράβους του να την φέρουν πίσω, για να γίνει κομματάκι σπιτικιά. Εκείνοι από μακριά τη χαιρέτισαν κι από κοντά της είπαν: «Ως πότε, Αταλάντη, θα ζεις στην ερημιά, με λύκους και αρκούδες και άγρια θεριά; Έλα να δεις και να θαυμάσεις τις τεχνολογικές ευκολίες του νοικοκυριού».
Την έπεισαν και τους ακολούθησε. Πήγε κοντά στον πατέρα της. Τα χρόνια περνούσαν, μα έτσι δύσκολη καθώς ήταν απέναντι στα απορρυπαντικά και στους άνδρες, ούτε ν’ ακούσει για γάμο. Βρε δε παντρεύεσαι, δεν προξενεύεσαι; Τίποτε αυτή.
Μα τόσο πολύ την πίεζε ο πατέρας της, που, για να γλιτώσει από τις αγριοφωνάρες του, είπε το «ναι». Όχι όμως «παραδίνομαι και όπως γουστάρεις κανόνισέ τα». Έβαλε τον όρο της. Και τι όρο! Να παντρευτεί αυτόν που θα τη νικήσει σε αγώνα δρόμου. Πλην όμως, όσους έχαναν, θα τους αποκεφάλιζε με το ίδιο της το χέρι. Είδατε βίτσιο;
Το τι κόσμο χάλασε, οι θεοί και η ψυχή της. Λένε μάλιστα πως σε πολλές αναμετρήσεις κέρδιζε με διαφορά… στήθους. Κάποτε, όμως, βρέθηκε ένας πονηρός άνδρας, ο Μελανίων, που βάλθηκε να της κόψει τη φόρα. Αυτός διέθετε κάτι μήλα χρυσά, που του τα είχε χαρίσει η θεά Αφροδίτη. Ενώ οι ωραίοι έχουν χρέη, οι ωραίες, και ειδικά οι ωραίες θεές έχουν γερό… κομπόδεμα. Πριν αρχίζει ο αγώνας, τα έβαλε στον κόρφο του και πήγε στην αφετηρία.
Όταν άρχισαν να τρέχουν, άφηνε κατά διαστήματα να του πέφτει και από ένα χρυσό μήλο. Είδε αυτή το μάλαμα κατάχαμα και το λιμπίστηκε. Σου λέει, ευκαιρία είναι να το κάνω δαχτυλίδι, μενταγιόν και μπρασελέ. Και κάθε τόσο, τσουπ και ένα μήλο. Έσκυβε αυτή να το περιμαζέψει, της ξέφευγε αυτός κάμποσα μέτρα, οπότε μήλο στο μήλο, τερμάτισε πρώτος και όντας νικητής την έβαλε ατάκα και επιτόπου στο συζυγικό υπνοδωμάτιο…
Είδατε που λένε, φίλοι αναγνώστες, ότι ο χρυσός φέρνει τους ανθρώπους κοντά;
Ε… και με λίγη μπαμπεσιά όλα γίνονται.