Με τέτοιο καλό καιρό,παρότι ο Οκτώβρης τελειώνει,αποφάσισα να μείνω,όσο μπορώ περισσότερο στον Παράδεισο μου.Καλοκαίρι με χρώματα φθινοπώρου...Ο χρόνος σταματά όταν το πρωί μου χαμογελά ο ήλιος και με νιαουρίζουν οι γάτες μου.Βρήκα ευκαιρία να γεμίσω με χώμα τα παρτέρια μου,επίσης σκέφτηκα να χτίσω μόνη μου,ένα ξεροντουβαρο έξω από το τειχίο που κοιτάζει προς το δάσος για να ομορφύνω τον δρόμο προς τις καρυδιές.Φυσάει ένα απαλό αεράκι και τα φύλλα των δέντρων χορεύοντας κατεβαίνουν στο γκαζόν και απλώνονται πάνω του σαν να θέλουν να ξεκουραστούν.Ο Νους γύρισε πάλι πίσω....Ήμουν 13 χρονών,τέτοιο καιρό ανεβαίναμε με τον μπαμπά στο χωριό να γιορτάσουμε τον Αη Δημήτρη μας και μετά κατεβάζαμε τους παππούδες μου στην πόλη.Το πέτρινο σπιτάκι έμενε μόνο του.Τις κοτούλες,το γουρουνάκι,και τον Αζόρ τον σκύλο μας τα αφήναμε στο σπίτι της θείας Ελένης της Παντελάβας μέχρι το επόμενο καλοκαίρι που θα ανταμώναμε..
-Μάμα όλα έτοιμα;εσέρεψετεν τα καρύδια;(Μάνα όλα έτοιμα;μαζέψατε τα καρύδια;
-Γέργο οφέτος έιχαν πολλά απάν,άμα εθαρρώ οτι κεινε καλά(Γιώργο φέτος ειχαν πολύ καρπό αλλά νομίζω ότι δεν είναι καλός)
Εγώ τριγυρνούσα στην αυλή για να αποχαιρετήσω το γουρουνάκι,τις κοτούλες και ιδιαίτερα την κυρία Κοκό.Ο δε Αζόρ έτρεχε απο πίσω μου χαρούμενος.Έφτασα στο μποστάνι μας και σταμάτησα κάτω απο την μεγάλη καρυδιά
-Μπαμπάααααα,γιαγιάααααα τρέξτεεεεεε φώναξα με ανοιχτά χέρια κοιτώντας τα πορτοκαλοκίτρινα φύλλα της καρυδιάς να στροβιλίζονται και να προσγειώνονται άλλα στον ώμο μου και άλλα στο κεφάλι μου.Ετρεχα απο δω και απο κει για να τα πιάσω στον αέρα!Έντρομοι ο μπαμπάς και η γιαγιά έτρεξαν προς το μέρος μου λαχανιασμενοι.
-Πούλιμ εχπαραξες μας(Πουλάκι μου μας τρόμαξες)είπε η γιαγιά κοντα ανασαίνοντας.
Ο μπαμπάς με μάλωσε πολύ θα με έβαζε τιμωρία όμως είχε πολλές δουλειές να κάνει.Με κοίταξε με βλέμμα αυστηρό και με είπε ότι τώρα πάω στο Γυμνάσιο και δεν έπρεπε να φέρομαι σαν μωρό.Ο χορός μου κάτω απο την καρυδιά σταμάτησε και λυπημένη γύρισα στην μεγάλη αυλή να πω τα παράπονα μου στην κυρά Κοκό.Έλεγα,έλεγα,έλεγα....αυτή με κοίταζε με προσοχή και κάθε τόσο με παρηγορουσε με ένα κόκο...κόκο..
Εδώ και μια εβδομάδα κάτω απο την καρυδιά κάνω ότι έκανα και τότε.Χαίρομαι,κυνηγώ τα φύλλα που πέφτουν,ξαπλώνω πάνω στο πολύχρωμο πάπλωμα τους και αφήνω την φύση να μου μιλά χωρίς φόβο πιά.Νιώθω τόσο ελεύθερη που κλαίω απο ευγνωμοσύνη γιατί μου χαρίζονται τέτοιες στιγμές..
Αχ!καλέ μου πατέρα δεν ήξερες να χαίρεσαι γιατί δεν το είχες μάθει και έτσι δεν μπόρεσες να το μεταδώσεις.Ευτυχώς που εγώ απο την φύση μου είμαι ένα παιδί αισιόδοξο και χαμογελαστό!
Όλγα Κουτμηρίδου Μεταξά