Του ιερέως
Παναγιώτου Σ.
Χαλκιά
Η Ελλάδα, φίλοι αναγνώστες, ήταν και είναι, δυστυχώς, μία φτωχή χώρα. Γι’ αυτό και οι κάτοικοί της ανέκαθεν αποδημούσαν σε ξένες χώρες. Σήμερα, όμως, η χώρα μας μαστίζεται από σοβαρή οικονομική κρίση, που ποτέ στο παρελθόν δεν αντιμετώπισε. Δεν είναι μόνο φτωχή χώρα, αλλά υπερχρεωμένη και στους ξένους. Πριν λίγο καιρό το κράτος δεν είχε χρήματα να πληρώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων. Γι’ αυτό και συνάπτει εξωτερικά και εσωτερικά δάνεια με ψηλά επιτόκια, σε τέτοιο σημείο που δεν φθάνουν για την πληρωμή των επιτοκίων.
Η κάθε κυβερνητική πολιτική, δυστυχώς, εξαναγκάζει και τους κάπως έχοντες, να μη συμβάλλουν στη γενικότερη ευημερία, αφού πολλοί αποφεύγουν να πληρώσουν τους φόρους. Από τους κατέχοντες, το ευρώ διαρρέει ανεξέλεγκτο στο εξωτερικό, με τα ταξίδια, με αγορές διαφόρων πολυτελών ειδών, με τις καταθέσεις σε ξένες τράπεζες κ.λπ.
Με αυτή τη νοοτροπία η χώρα μας δεν θα μπορέσει να βγει ποτέ από το οικονομικό αδιέξοδο και να προοδεύσει. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι πρόγονοί μας γενικά, μπόρεσαν να δημιουργήσουν κάποια οικονομική ευρωστία στον τόπο μας και ανώτερο πολιτισμό, χάρη τη λιτότητα και την εργατικότητά τους. Το θαύμα του αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, οφείλεται κατά κύριο λόγο σ’ αυτήν ακριβώς την αρετή, τη λιτότητα, στην αποστροφή της ευμάρειας. Η φτώχεια, που κατά τον Ηρόδοτο ήταν πάντοτε σύντροφος της Ελλάδας – και είναι δυστυχώς ακόμη, έκανε τους Έλληνες εργατικούς, αγωνιστικούς και φιλοπρόοδους. Σήμερα, δυστυχώς, οι σύγχρονοι Έλληνες για παράδειγμα δεν εκμεταλλεύονται την παραγωγή της ελιάς, αλλά την αναθέτουν στους αλλοδαπούς.
Η ανέχεια κάποτε ξυπνούσε το μυαλό των Ελλήνων και δυνάμωνε την ενεργητικότητά τους. Αντίθετα, η ευμάρεια είχε αποχαυνώσει τους αρχαίους ανατολικούς λαούς. Οι αρχαίοι Έλληνες προσπαθούσαν να νικήσουν, να ξεπεράσουν τη φτώχεια τους με την εργασία. Ο Θουκυδίδης, γράφει στον επιτάφιο του Περικλέους ότι οι Αθηναίοι, όταν φτώχαιναν, δεν ντρέπονταν να παραδεχτούν, να ομολογήσουν τη φτώχεια τους, αλλά θεωρούσαν πιο μεγάλη ντροπή να μην προσπαθούν να ξεπεράσουν τη φτώχεια τους με την εργασία. Δεν περίμεναν να τους συντηρούν «όλοι μαζί», οι άλλοι.
Ακόμη, κατά τον Ηρόδοτο, οι αρχαίοι Έλληνες νικούσαν τη φτώχεια και με την αρετή και την ισχυρή νομοθεσία. Σήμερα, δυστυχώς, αυτό δεν υπάρχει, η δε νομοθεσία παίρνει εντολές άνωθεν.
Με τη λέξη αρετή ο Ηρόδοτος εννοεί όχι μόνο τις ηθικές αρετές, αλλά και τις διανοητικές, δηλαδή τη φιλοσοφία, την παιδεία, την αγάπη και τη μόρφωση. Γι’ αυτό γράφει ο Ηρόδοτος ότι στην Ελλάδα η αρετή δεν είναι έμφυτη, αλλά επίκτητη. Αποκτάται με τη σοφία, δηλαδή με τη Φιλοσοφία και την παιδεία γενικά και με την ισχυρή νομοθεσία και την υπακοή στο νόμο.
Άλλωστε οι αρχαίο Έλληνες είχαν και την αρετή του μέτρου, τηρούσαν σ’ όλα το μέτρο, δεν ήσαν υπερβολικοί και άμετροι σε τίποτε. Δεν έκανα σπατάλες, δεν τους άρεσε η χλιδή και η πολυτέλεια, που ήταν χαρακτηριστικό των ανατολικών λαών.
Το παράδειγμα των αρχαίων Ελλήνων πρέπει να μας διδάξει. Η λιτότητα δεν είναι μόνο μια ηθική αρετή που εξασφαλίζει την αληθινή ευδαιμονία, την υγεία και την ελευθερία, αλλά είναι και το μόνο με το οποίο μπορούμε να βγούμε από τη σημερινή κρίση. Βέβαια, εμείς σήμερα, όταν ακούμε λιτότητα, μας προκαλεί θυμηδία και ειρωνικά σχόλια, μερικές φορές βρίσκει και αντιδράσεις. Ίσως, δικαιολογημένα, γιατί τη συστήνουν οι κυβερνώντες, οι ευκατάστατοι και οι πολλά έχοντες, που ποτέ δεν την τηρούν.
Πάντως και εμείς που ζούμε λιτά, είναι ανάγκη, φίλοι αναγνώστες, να ξαναβρούμε, ως Έλληνες, τις παλιές αρετές μας, να ζήσουμε με μέτρο και ανάλογα με τις οικονομικές μας δυνατότητες.