Του Γιάννη Μαγκριώτη
Οι πολίτες διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική, ειδικά στην οικονομία και την διαχείριση των κρίσεων πανδημίας και ακρίβειας, δείχνουν όμως σχετική προτίμηση στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την ΝΔ.
Μάλιστα εκτιμούν, ότι η θέση τους θα γίνει χειρότερη τους επόμενους μήνες, δεν δείχνουν όμως να πιστεύουν ότι, υπάρχει λύση στα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να μην αποτυπώνουν την πραγματικότητα, δεν απέχουν όμως και πολύ από αυτήν.
Σίγουρα έχουν μεγάλη αλήθεια οι απόψεις, ότι ο κόσμος ζει σε καθεστώς φόβου, πρώτα από την πανδημία, τώρα από τον πόλεμο και την ενεργειακή κρίση, όπως και ότι τα περισσότερα ΜΜΕ συχνά καλύπτουν τις ευθύνες της κυβέρνησης και μεγεθύνουν τις αδυναμίες της αντιπολίτευσης, για αυτό υπάρχει αυτό το πολιτικό και δημοσκοπικό παράδοξο.
Μια πρώτη απάντηση για την ανατροπή του δημοσκοπικού και πολιτικού παράδοξου θα ήταν, ότι: Τα κόμματα της αντιπολίτευσης πρέπει να βελτιώσουν την επικοινωνιακή τους στρατηγική και να βρουν πιο αποτελεσματικούς τρόπους επαφής με τους πολίτες.
Το πιο σημαντικό όμως είναι: Η επιλογή των κοινωνικών στρωμάτων και των ηλικιακών ομάδων που πρέπει κυρίως να απευθυνθούν, όπως και ποια πολιτική και προγραμματική πρόταση θα παρουσιάσουν σε αυτά, για να τα πείσουν.
Τα κοινωνικά στρώματα και η ηλικιακή ομάδα, που πρέπει κυρίως να απευθυνθούν είναι:
α) Τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα των συνταξιούχων και των εργαζόμενων, σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
β). Οι νέοι και οι νέες, που σπουδάζουν, χωρίς ασφάλεια επαγγελματικής συνέχειας, όπως και οι νέοι επιστήμονες που υποαπασχολούνται ή ετεροαπασχολούνται.
γ). Τα μεσαία και κατώτερα παραγωγικά στρώματα, μεγάλο μέρος των οποίων έχει πεταχτεί από τις κρίσεις και την συγκέντρωση των παραγωγικών και εμπορικών δραστηριοτήτων από ομίλους του εσωτερικού και του εξωτερικού, έξω από την οικονομική δραστηριότητα.
δ). Οι μεσαίοι και οι μικροί αγρότες.
ε). Οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι με ελαστικές εργασιακές σχέσεις και οι εργαζόμενοι χωρίς συμβάσεις.
Δηλαδή στις κοινωνικές ομάδες που πλήττονται περισσότερο, τόσο από τις διαρκείς κρίσεις, όσο και από την κυβερνητική πολιτική.
Η συμμαχία αυτών των κοινωνικών ομάδων μπορεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις πολιτικής Αλλαγής.
Για να χτιστεί αυτή η συμμαχία απαιτείται μια ριζοσπαστική πολιτική και προγραμματική πρόταση, τηρουμένων των αναλογιών, ανάλογη της πολιτικής και της προγραμματικής πρότασης του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ‘70 και των αρχών της δεκαετίας του ‘80.
Η στρατηγική αυτή έχει εκλογικά ρίσκα, είναι όμως η μόνη που μπορεί να πείσει και να ενώσει δυνάμεις, ικανές να πετύχουν την πολιτική αλλαγή.