Γράφει ο Αναστάσιος
Βασιάδης
Από το περιθώριο των εξελίξεων στα ιατρικά δρώμενα, λόγω συνταξιοδότησης πλέον, παρακολουθώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το κλίμα που διαμορφώνεται στην Ιατρική Κοινότητα εν όψει των αρχαιρεσιών των Ιατρικών Συλλόγων που ορίστηκαν για τις 16 Οκτωβρίου 2022, στις οποίες για πρώτη φορά δεν θα συμμετάσχω μετά από 40 χρόνια συνεχούς ενασχόλησης με τον ιατρικό συνδικαλισμό. Το ενδιαφέρον μου αυτό υπαγορεύεται όχι μόνο από την ιδιότητα του Ιατρού, ιδιότητα που παραμένει δια βίου, αλλά και από την αγωνία του απλού πολίτη για την προοπτική της περίθαλψης του.
Οι εκλογές των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας μας, διενεργούνται σε μια ιδιαίτερα ζοφερή περίοδο από όσες έχει βιώσει το Ιατρικό Σώμα εδώ και πολλά χρόνια. Και αυτό διότι τα μνημονιακά νομοθετήματα της δεκαετίας του 2010, τα οποία εξακολουθούν να ισχύουν, έχουν πρακτικά σημάνει και την ουσιαστική κατάργηση του ιατρικού επαγγέλματος με την μορφή που είχε καθιερωθεί να υπηρετεί την Υγεία και είχε ενσωματωθεί στις πάγιες κοινωνικές λειτουργίες.
Ήδη έχει προωθηθεί ο πλήρης διαχωρισμός των ιδιοτήτων, του πτυχιούχου της Ιατρικής και του ασκούντος το ιατρικό επάγγελμα. Αυτό συμβαίνει διότι η μη προσέγγιση από την Πολιτεία και η μη δρομολόγηση βιώσιμων λύσεων και προοπτικών στα τεράστια προβλήματα που συνοδεύουν την υγειονομική περίθαλψη των πολιτών, οδηγούν αναπόφευκτα στην κατάρρευση του υφιστάμενου συστήματος υγείας, που δοκιμάστηκε με ιδιαίτερα δραματικό τρόπο κατά την διάρκεια της επιδημικής κρίσης, ενώ εξακολουθεί να δοκιμάζεται.
Τα καταγραφόμενα οξέα προβλήματα που συνοδεύουν την περίθαλψη των πολιτών και την επιτέλεση του ιατρικού λειτουργήματος, αφορούν όλους τους χώρους που παρέχονται υπηρεσίες Υγείας και όλες τις επί μέρους ιατρικές ομάδες. Τα Δημόσια Νοσοκομεία κάτω από το βάρος της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης βρίσκονται σε πραγματικά δυσχερή κατάσταση και σε συνεχώς επιτεινόμενη υποβάθμιση του ρόλου τους ως Μονάδων παροχής Δευτεροβάθμιας Περίθαλψης.
Η μεγάλη μείωση μισθών, οι απλήρωτες εφημερίες για τους νοσοκομειακούς γιατρούς και οι συνεχώς επιδεινούμενες συνθήκες εργασίας καθιστούν ηρωισμό την ευσυνείδητη άσκηση του καθήκοντος, ώστε να λειτουργούν με στοιχειώδη επάρκεια τα Δημόσια Νοσοκομεία.
Οι νομοθετικοί πειραματισμοί στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας δεν κατέγραψαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα καθώς η υποστελέχωση των Δημόσιων Δομών Π.Φ.Υ., έχει επιφέρει την λειτουργική τους υποβάθμιση. Πέραν τούτου οι πολλά υποσχόμενοι θεσμοί του Οικογενειακού Ιατρού και του Προσωπικού Ιατρού, χωρίς την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για την λειτουργική τους απόδοση, αποδεικνύονται γράμμα κενό.
Οι αυτοαπασχολούμενοι ελευθεροεπαγγελματίες Ιατροί βιώνουν την δραματική εξέλιξη της επαγγελματικής τους προοπτικής, με τις οφειλές των ασφαλιστικών ταμείων να συσσωρεύονται και την άδικη φορολογική επέλαση να τους οδηγεί στο επαγγελματικό περιθώριο.
Η συνεχιζόμενη παρακράτηση των ληξιπροθέσμων οφειλών προς τους παρόχους υπηρεσιών υγείας και η αυθαίρετη απομείωση των χρεών προς τα ιατρικά εργαστήρια μέσω των μηχανισμών του rebate και του claw back, οδηγούν στην πλήρη εξουθένωση τους, ενώ οι ασθενείς διαπιστώνουν με απελπισία την μετακύλιση μεγάλου μέρους της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στους ιδίους.
Οι ιατροί που εργάζονται στις ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας αντιμετωπίζουν υποτιμητικές συνθήκες εργασίας και αμοιβών. Κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών των διαπιστώσεων είναι η αδιαφορία για την Υγεία των πολιτών και η συνολική εξουθένωση του Ιατρικού Σώματος.
Αυτή η κατάσταση έχει προκαλέσει ένα διαρκώς διογκούμενο κύμα ιατρικού αναχωρητισμού των νέων συναδέλφων που αντιμετωπίζουν την απειλή της ανεργίας και αναζητούν διέξοδο στην μαζική μετανάστευση προς άλλες χώρες.
Αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου είναι, η χώρα μας να έχει σήμερα τον μεγαλύτερο αναλογικά αριθμό μεταναστών Ιατρών σε όλη την Ευρώπη. Ενώ όμως η Πολιτεία με τα αρμόδια όργανά της υπεκφεύγει να ανταποκριθεί στον ρόλο της και να επιτελέσει την αποστολή της για την προάσπιση της Υγείας των πολιτών, μεθοδεύει την παρέμβαση της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, με σκοπό την μονοπώληση της μέχρι πρόσφατα ιατρικής ελευθεροεπαγγελματικής δραστηριότητας. Κάτω από αυτές τις μεθοδεύσεις, η περίθαλψη των πολιτών και η αξιοπρεπής άσκηση της ιατρικής υπονομεύονται δραματικά.
Μεταξύ της περιφρονητικής συμπεριφοράς του Δημόσιου Τομέα και της ιδιωτικοεπιχειρηματικής ανελαστικότητας, μόνη επαγγελματική προοπτική του νέου ιατρού στον τόπο του, είναι η χαμηλόμισθη σχέση εργασίας που υπαγορεύεται από τον ανελέητο νόμο προσφοράς και ζήτησης, τον οποίο επιβεβαιώνει η ατέλειωτη σειρά των ανέργων πτυχιούχων της ιατρικής που τελικά επιλέγουν την φυγή. Μπροστά σ’ αυτή την δραματική πραγματικότητα την οποία όλοι βιώνουν, ως μόνη διέξοδος προβάλλει η δυναμική και οργανωμένη αντίδραση των ίδιων των Ιατρών που στο Σύστημα Υγείας, παραμένουν η θεμελιακή του βάση.
Η οργανωμένη Ιατρική Κοινότητα επιβάλλεται να αντιδράσει συστηματικά και δυναμικά, ώστε να ανατραπούν οι αντιιατρικές μεθοδεύσεις που έχουν σαν συνέπεια την δραματική υποβάθμιση της περίθαλψης των πολιτών. Η επιβαλλόμενη αντίδραση του Ιατρικού Σώματος ξεκινά με την συσπείρωση του στους Ιατρικούς Συλλόγους και την μαζική ενεργοποίηση του στις δραστηριότητες που αυτοί πρέπει να αναπτύξουν για να προασπίσουν το ιατρικό επάγγελμα συνολικά και την Υγεία που έχει δραματικά υποβαθμιστεί.
Άμεσο προς τούτο χρέος ΟΛΩΝ των Ιατρών, είναι η δυναμική ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ στις εκλογές των Ιατρικών Συλλόγων, με την οποία θα διατρανωθεί προς κάθε κατεύθυνση ότι, η Υγεία των πολιτών που συνδέεται άμεσα με την Ιατρική, πρέπει να σταματήσει να αποτελεί αντικείμενο ανάλγητων λογιστικών πειραματισμών, που οδηγούν ολόκληρη την κοινωνία σε μια βαθειά ανθρωπιστική κρίση. Η ισχυροποίηση των Ιατρικών Συλλόγων θα αποτελέσει και την έναρξη των νέων δυναμικών αγώνων που θα δοθούν ώστε η Υγεία και η Ιατρική να καταλάβουν την θέση τους ως το πρωταρχικό κοινωνικό αγαθό.
Έτσι θα διατρανωθεί προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα ότι, θεμελιακή βάση του οποιουδήποτε Συστήματος Υγείας παραμένει ο Ιατρός και ότι χωρίς την δική του συναίνεση, καμία μεθόδευση και καμία αντιιατρική επιλογή δεν μπορεί να εφαρμοστεί.